Μια ειδυλλιακή εικόνα για το τι συμβαίνει με τις ύποπτες δημοσκοπήσεις -οι οποίες απέτυχαν εκ νέου παταγωδώς την περασμένη Κυριακή στις εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝΑΛ– επιχείρησε να παρουσιάσει ο επικεφαλής της αρμόδιας, κατ’ ευφημισμόν, ελεγκτικής Αρχής, ομολογώντας ανερυθρίαστα αφενός ότι αυτή έχει να συνεδριάσει πάνω από δύο χρόνια λόγω πανδημίας και αφετέρου ότι ουδείς έλεγξε την περιβόητη Opinion Poll, την οποία έχουν καταγγείλει δημόσια δύο κόμματα, ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝ.ΑΛ.
Καταθέτοντας στην Εξεταστική Επιτροπή της Βουλής, ο Θεόδωρος Χατζηπαντελής, πρόεδρος της Επιτροπής Ελέγχου του Συλλόγου Εταιρειών Δημοσκόπησης και Έρευνας Αγοράς (ΣΕΔΕΑ), υποστήριξε πως δεν έχει υπάρξει έλεγχος της Opinion Poll, της εταιρίας δημοσκοπήσεων που ελέγχεται εξαιτίας της απευθείας ανάθεσης 270.000 ευρώ που έλαβε από το Δημόσιο ο ιδιοκτήτης της, λέγοντας πως η Επιτροπή δεν ερεύνησε την εταιρία, καθώς δεν λειτουργεί αυτεπάγγελτα και δεν υπήρξε σχετική προσφυγή.
Αναφορικά δε με τις Vox Pop και Bridging Europe, τις εταιρίες που, όπως καταγγέλλεται, έχουν σχέσεις με τον ΣΥΡΙΖΑ, ο μάρτυρας κατέθεσε πως υπήρξαν καταγγελίες, έγινε έρευνα, το αποτέλεσμα της οποίας εστάλη στο ΕΣΡ, ωστόσο δεν ήταν σε θέση να ενημερώσει για το τι συνέβη στη συνέχεια. Την ίδια ώρα, ο κ. Χατζηπαντελής, ερωτηθείς συνολικά για τις δημοσκοπήσεις που διενεργούνται στη χώρα, κατέθεσε πως όλα είναι καλώς καμωμένα, λέγοντας πως «στην Ελλάδα δεν έχουμε σοβαρά προβλήματα με τις εταιρίες ερευνών».
Μάλιστα, όταν ρωτήθηκε για το εάν έχει διαπιστώσει κάτι ύποπτο την τελευταία διετία, από όταν ανέλαβε επικεφαλής, απάντησε: «Οχι ιδιαίτερα, να σας πω την αλήθεια. Διάφορα προβλήματα υπάρχουν, αλλά όχι κάτι ιδιαίτερο». Αίσθηση και ποικίλα σχόλια προκάλεσε και ο πρωτοφανής ισχυρισμός που διατύπωσε περί ελάχιστης επίδρασης των δημοσκοπήσεων στην πολιτική συμπεριφορά. «Οι δημοσκοπήσεις ελάχιστα επηρεάζουν το εκλογικό αποτέλεσμα. Η επίδραση είναι ελάχιστη έως μηδενική» είπε, υποστηρίζοντας πως απλώς διαμορφώνουν ένα κλίμα.
Οσο για τις εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝ.ΑΛ., επιχείρησε να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα, λέγοντας πως το δείγμα δεν ήταν αντιπροσωπευτικό και πως η τυπική απόκλιση ήταν τόσο μεγάλη, επομένως δεν γινόταν να εξαχθεί ασφαλές συμπέρασμα.