Περίπου επτά εβδομάδες μετά την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία και ενώ ο πόλεμος μαίνεται, σοβαρότατα ερωτήματα παραμένουν σε σχέση με την απόφαση της Κυβέρνησης να στείλει αμυντικό υλικό ως βοήθεια στoυς Ουκρανούς.
- Από τον Περικλή Ζορζοβίλη
Η «δημοκρατία» αποκαλύπτει σήμερα κρίσιμες λεπτομέρειες, που σκοπίμως κρατήθηκαν μυστικές και δείχνουν ότι υπάρχουν πολλές σκιές προς διερεύνηση.
Πλέον, είναι σαφές ότι το αμυντικό υλικό που έστειλε η Ελλάδα, παραδόθηκε στην εδρεύουσα στη Γερμανία (Στουτγκάρδη) Ευρωπαϊκή Διοίκηση των ΗΠΑ (United States European Command – EUCOM), η οποία μέσω δικτύου αξιωματικών συνδέσμων έχει αναλάβει τον συνολικό συντονισμό και την οργάνωση της συλλογής και αποστολής της στρατιωτικής βοήθειας που στέλνουν διάφορες χώρες, μέλη ή μη του ΝΑΤΟ, στην Ουκρανία. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, Αμερικανοί αξιωματικοί, εκπρόσωποι της EUCOM, υπέγραψαν και τα σχετικά πρωτόκολλα παράδοσης – παραλαβής για το αμυντικό υλικό που έστειλε η χώρα μας.
Με άλλα λόγια, όλες οι χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ ή μη, που αποφάσισαν να στείλουν στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία, τυπικά την παρέδωσαν στις ΗΠΑ/ΝΑΤΟ. Η γενικότερη αυτή διαρρύθμιση αφενός διασφαλίζει τον κεντρικό έλεγχο και τη διεύθυνση της συλλογής και αποστολής της στρατιωτικής βοήθειας, αφετέρου απλοποιεί νομικά ζητήματα και γραφειοκρατικές διαδικασίες που έχουν σχέση με τη διακίνηση οπλισμού και τη μεταβίβασή του σε τρίτο μέρος (third party transfer). Άρα, τα όπλα δεν παραδόθηκαν στους Ουκρανούς, όπως νομίζει ο ελληνικός λαός, αλλά στους Αμερικανούς…
Επίσης, έγινε γνωστό ότι το αεροδρόμιο προορισμού των αεροσκαφών τακτικών μεταφορών C-130H Hercules της 356 Μοίρας Τακτικών Μεταφορών, που μετέφεραν το αμυντικό υλικό στην Πολωνία, ήταν το Ρζέσζοφ – Γιασιόνκα (Rzeszow – Jasionka), περίπου 80 χλμ. από τα ουκρανικά σύνορα, που συνδέεται απευθείας οδικά με συνοριακή διάβαση.
Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα της μηνιαίας βρετανικής αεροπορικής επιθεώρησης «Air International» (σε παρένθεση ο τύπος των μεταγωγικών αεροσκαφών), «αεροσκάφη από ΗΠΑ (C-17), Βρετανία (C-17), Ελλάδα (C-130), Ισπανία (A400M) και Γερμανία (A400M) επισκέφθηκαν το μικρό αεροδρόμιο, με τον μονό διάδρομο αποπροσγείωσης, στις 27 και 28 Φεβρουαρίου».
Κατά την ίδια πηγή, τα αεροσκάφη παρέμειναν επί δίωρο (όσο απαιτείτο για την εκφόρτωσή τους) στο αεροδρόμιο, πριν αναχωρήσουν για τις πτήσεις επιστροφής.
Υπενθυμίζεται ότι, με βάση τις επίσημες ανακοινώσεις, έχουν γίνει τέσσερις πτήσεις αεροσκαφών προς την Πολωνία. Οι πρώτες δύο έγιναν το απόγευμα της Κυριακής 27 Φεβρουαρίου, λίγες ώρες μετά τη σύσκεψη (που, όπως φαίνεται, έγινε για τα μάτια του κόσμου) στο Μέγαρο Μαξίμου, υπό τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, με τη συμμετοχή του υπουργού Εθνικής Άμυνας Νίκου Παναγιωτόπουλου και του αρχηγού ΓΕΕΘΑ, στρατηγού Κωνσταντίνου Φλώρου, κατά την οποία αποφασίστηκε η αποστολή του αμυντικού υλικού και ανακοινώθηκε από τη Γενική Γραμματεία Πρωθυπουργού.
Ενώ λοιπόν επικοινωνιακά φάνηκε ότι σε αυτή τη σύσκεψη ελήφθη η σχετική απόφαση, αποδεικνύεται ότι το στρατιωτικό υλικό είχε ήδη συγκεντρωθεί, μεταφερθεί και φορτωθεί στα δύο C-130H Hercules, που λίγες ώρες μετά απογειώθηκαν!
Οι επόμενες δύο πτήσεις έγιναν τη Δευτέρα 28 Φεβρουαρίου και ανακοινώθηκαν από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας. Όμως, σύμφωνα με πληροφορίες της «δημοκρατίας», έγιναν δύο ακόμη πτήσεις αεροσκαφών C-130H Hercules με αμυντικό υλικό με προορισμό την Πολωνία. Συνολικά, οι αποστολές ήταν έξι!
Τι αμυντικό υλικό στείλαμε στον στρατό του Ζελένσκι;
Σε αντίθεση με άλλες χώρες, που ανακοίνωσαν, με λιγότερες ή περισσότερες λεπτομέρειες, το είδος και τις ποσότητες της στρατιωτικής βοήθειας που παρείχαν στην Ουκρανία, η ελληνική κυβέρνηση δεν το έπραξε. Εκείνη την περίοδο, όλες οι πληροφορίες συνέκλιναν στην αποστολή τυφεκίων εφόδου Καλάσνικοφ, των πυρομαχικών τους και φορητών αντιαρματικών όπλων.
Σύμφωνα με τη Λιάνα Σπυροπούλου, ανταποκρίτρια της γερμανικής «Bild» στην Ελλάδα, που επικαλείται υψηλόβαθμους κυβερνητικούς αξιωματούχους, τα τυφέκια εφόδου προέρχονταν από φορτίο 20.000 τυφεκίων του τύπου που είχε κατασχεθεί επί πλοίου με προορισμό τη Λιβύη, και μάλιστα το πλοίο ήταν ιδιοκτησία της ουκρανικής κρατικής εταιρίας Ukrinmash. Πιθανά όμως να περιλήφθηκαν και περί τα 7.000 τυφέκια Καλάσνικοφ, που, σύμφωνα με πληροφορίες, διατηρούνταν σε αποθήκες του Ελληνικού Στρατού και τα οποία προέρχονται επίσης από κατασχέσεις, με τη μεγαλύτερη ποσότητα να προέρχεται από την περίοδο των ταραχών στην Αλβανία το 1997.
Σε ό,τι αφορά τα αντιαρματικά όπλα που εστάλησαν, πρόκειται για τους αντιαρματικούς εκτοξευτές RPG-18. Όπως τότε είχε γίνει γνωστό, την περίοδο 1993-1994 ο Ελληνικός Στρατός είχε αποκτήσει περί τους 21.500 εκτοξευτές από τα αποθέματα του στρατού της πρώην Ανατολικής Γερμανίας.
Σύμφωνα με πληροφορίες από περισσότερες από μία πηγές, στο αμυντικό υλικό που εστάλη περιλαμβάνεται και ποσότητα ρουκετών διαμετρήματος 122 χλστ. για πολλαπλούς εκτοξευτές πυραύλων. Οι ρουκέτες προέρχονται από το απόθεμα (της τάξης των αρκετών δεκάδων χιλιάδων) που είχε αποκτηθεί το 1994, όταν το ελληνικό Πυροβολικό απέκτησε από τα αποθέματα του πρώην στρατού της Ανατολικής Γερμανίας 150 πολλαπλούς εκτοξευτές πυραύλων (ΠΕΠ) τύπου RM-70, τσεχοσλοβακικής προέλευσης (έκδοση του σοβιετικού BM-21 Grad).
Σήμερα, σύμφωνα με ανοιχτές πηγές, ο Ελληνικός Στρατός διαθέτει σε υπηρεσία 116 ΠΕΠ RM-70 και προγραμματίζεται η αναβάθμιση των ρουκετών, ώστε να επιτυγχάνουν μεγαλύτερο βεληνεκές και ακρίβεια.
Επίσης, υπάρχουν πληροφορίες -που όμως δεν στάθηκε δυνατόν να εξακριβωθούν πλήρως από επιπλέον πηγές- ότι στην αποστολή περιλαμβανόταν και μικρός αριθμός (περί τα 35) -αμερικανικής προέλευσης- εκτοξευόμενων από τον ώμο (MANPADS) κατευθυνόμενων βλημάτων εδάφους – αέρος Stinger, που προέρχονταν από τα νησιά του Αιγαίου. Ας σημειωθεί εδώ ότι οι Stinger αποτελούν υλικό που είναι αυστηρά ελεγχόμενο από τη χώρα προέλευσης (ΗΠΑ), και μάλιστα σε ετήσια βάση όλοι οι χρήστες υποχρεούνται να προβαίνουν σε συστηματική καταμέτρηση και να ενημερώνουν για τα αποτελέσματά της τις ΗΠΑ.
Επίσης, στη βάση επίσημων ανακοινώσεων ή δημοσιογραφικών πληροφοριών, βλήματα Stinger παραδόθηκαν ως στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία από (σε παρένθεση ο αριθμός όπου έχει γίνει γνωστός) Γερμανία (200), Δανία (300), ΗΠΑ (1.400), Ιταλία, Λετονία, Λιθουανία και Ολλανδία (200). Επιπλέον, βλήματα MANPADS παραχώρησαν οι Τσεχία (160, πιθανά ρωσικής προέλευσης 9K32 Strela-2) και Πολωνία (τύπου Piorun, αναβαθμισμένη έκδοση του πολωνικής προέλευσης GROM).
Βάσει ποιου νομικού πλαισίου έγινε η διαδικασία;
«Καταρχάς, ο στρατιωτικός εξοπλισμός θα πρέπει να χαρακτηριστεί ως επιχειρησιακά μη αναγκαίος», σημειώνει ο στρατηγός ε.α. Γεώργιος Καμπάς, επίτιμος αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού.
Και εξηγεί ότι «η δυνατότητα δωρεάς ή παραχώρησης κατά χρήση στρατιωτικού εξοπλισμού για την εξυπηρέτηση της εξωτερικής αμυντικής πολιτικής της χώρας, προβλέπεται από το άρθρο 107 του Νόμου 3978/2011 (Δημόσιες Συμβάσεις Εργων, Υπηρεσιών και Προμηθειών στους τομείς της Άμυνας και της Ασφάλειας – Εναρμόνιση με την Οδηγία 2009/81/ΕΚ – ρύθμιση θεμάτων του υπουργείου Εθνικής Άμυνας)». Επισημαίνει, δε, ότι «το άρθρο 107 καθορίζει με σαφήνεια και τη διαδικασία λήψης της σχετικής απόφασης».
Το άρθρο 107 παραπέμπει στο άρθρο 76 του Νόμου 3883/2010 (Υπηρεσιακή εξέλιξη και ιεραρχία των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων – Θέματα διοίκησης των Ενόπλων Δυνάμεων, Στρατολογίας και συναφείς διατάξεις), όπου περιγράφεται η διαδικασία που εφαρμόζεται τόσο στην προμήθεια όσο και σε δωρεά, παραχώρηση, πώληση, ανταλλαγή, χρηματοδοτική μίσθωση ή εκποίηση στρατιωτικού εξοπλισμού, και τα προβλεπόμενα, συγκεκριμένα βήματα.
Κατ’ αρχάς, απαιτείται πρόταση του Ανώτατου Συμβουλίου του οικείου κλάδου, που εισάγεται στο ΣΑΓΕ (Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων), το οποίο γνωματεύει σχετικά. Στη συνέχεια ο αρχηγός ΓΕΕΘΑ διατυπώνει την πρότασή του προς τον υπουργό Εθνικής Άμυνας, ο οποίος ζητά τη γνώμη των Γενικών Διευθύνσεων Αμυντικών Εξοπλισμών και Επενδύσεων, Οικονομικού Σχεδιασμού και Υποστήριξης, και Πολιτικής Εθνικής Άμυνας και Διεθνών Σχέσεων, ενώ μπορεί να θέσει το ζήτημα προς συζήτηση στο Συμβούλιο Άμυνας.
Στο επόμενο βήμα ο υπουργός υποχρεωτικά, εφόσον το υποπρόγραμμα είναι μείζονος οικονομικής αξίας, και δυνητικά σε κάθε άλλη περίπτωση εισάγει το ζήτημα στο ΚΥΣΕΑ, που αποφασίζει σχετικά έπειτα από γνώμη της αρμόδιας κοινοβουλευτικής επιτροπής, σύμφωνα με τα οριζόμενα στον Κανονισμό της Βουλής. «Χαρακτηριστική περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 107 ήταν η δωρεάν παραχώρηση 92 τεθωρακισμένων οχημάτων μάχης BMP-1 ως “μη επιχειρησιακά αναγκαίων” στην Αίγυπτο, με βάση διακρατική συμφωνία που υπεγράφη στις 15 Οκτωβρίου 2017», σημειώνει ο στρατηγός Καμπάς.
Τα απροσδιόριστα οφέλη και οι συνέπειες
Η κυβερνητική απόφαση για την αποστολή αμυντικού υλικού στην Ουκρανία αποτέλεσε αντικείμενο ισχυρής κριτικής από την αντιπολίτευση, που τη χαρακτήρισε ως άμεση εμπλοκή της χώρας στη σύρραξη, αλλά δημιούργησε και ερωτήματα.
Σε ό,τι αφορά τα είδη του αμυντικού υλικού που εστάλη στην Ουκρανία, η απάντηση, στις 13 Απριλίου, του υπουργού Εθνικής Άμυνας, σε σχετική αναφορά που έκανε στο περιθώριο της συνεδρίασης της Διαρκούς Επιτροπής Εξωτερικών Υποθέσεων και Άμυνας, στη Βουλή, ο βουλευτής Β’ Πειραιώς του ΣΥΡΙΖΑ Θεόδωρος Δρίτσας, ο οποίος τη συνάρτησε με τα νησιά του Αιγαίου, μάλλον ενισχύει τα ερωτήματα για το συγκεκριμένο ζήτημα.
«Όπως είπαμε από την πρώτη στιγμή, ό,τι στείλαμε από αμυντικό υλικό στην Ουκρανία -γιατί δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή θέμα εκ νέου αποστολής άλλων συστημάτων και τα λοιπά- ήρθε από τα αποθέματά μας. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση να αποδυναμώσουμε οποιοδήποτε σημείο της αμυντικής μας διάταξης, ιδίως στα νησιά, για να πάρουμε κάποιο σύστημα από εκεί και να το στείλουμε στην Ουκρανία. Δεν θα αποδυναμώσουμε την άμυνα του ελληνικού εδάφους προκειμένου να συνδράμουν αμυντικά την Ουκρανία», δήλωσε ο υπουργός Εθνικής Άμυνας.
Καθώς τα τυφέκια τύπου Καλάσνικοφ δεν αποτελούν τυπικό οπλισμό του Ελληνικού Στρατού, δεν περιλαμβάνονται στα αποθέματα. Υπό αυτό το πρίσμα, η υπουργική απάντηση δεν μπορεί να θεωρηθεί ένδειξη περί αποστολής και υλικών άλλης κατηγορίας; Η αναφορά Δρίτσα, που τη συνάρτησε με τα νησιά του Αιγαίου, μπορεί να θεωρηθεί πιθανή επιβεβαίωση για την αποστολή βλημάτων Stinger;
Επίσης, δεν προκύπτει ότι υπήρξε συζήτηση στην αρμόδια κοινοβουλευτική επιτροπή πριν από τη λήψη της απόφασης από το ΚΥΣΕΑ. Αρα, είναι σαφές ότι δεν ακολουθήθηκε η προβλεπόμενη διαδικασία, σε αντίθεση με όσα έκανε παλαιότερα η χώρα σε αντίστοιχες αποστολές οπλισμού. Γιατί, άραγε;
Αξιοσημείωτη ταχύτητα
Σε κάθε περίπτωση, είναι αξιοσημείωτη η ταχύτητα με την οποία ελήφθη η απόφαση για την αποστολή του αμυντικού υλικού, αλλά και η υλοποίησή της. Την 1η Μαρτίου, στη δευτερολογία του, στη συζήτηση στη Βουλής για την ενημέρωση του Σώματος σχετικά με την κρίση στην Ουκρανία και τις επιπτώσεις για την Ελλάδα, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε ότι «το ΚΥΣΕΑ συνεδρίασε την προηγούμενη Πέμπτη (24 Φεβρουαρίου, δηλαδή ανήμερα της ρωσικής εισβολής) και είχε εξουσιοδοτήσει όλα τα μέλη του, κατά την αρμοδιότητά τους, να πάρουν τις σχετικές αποφάσεις. Είχα, δε, ενημερώσει τηλεφωνικά όλα τα μέλη του ΚΥΣΕΑ για την απόφαση να αποστείλουμε στρατιωτικό υλικό στην Ουκρανία».
Όμως, έως εκείνη την ημέρα τέτοιο αίτημα δεν είχε θέσει προς την Ελλάδα η ουκρανική πλευρά. Αυτό έγινε δύο ημέρες αργότερα, όταν ο κ. Ζελένσκι συνομίλησε τηλεφωνικά με τον κ. Μητσοτάκη. Και μάλιστα, το αίτημα υλοποιήθηκε σε… χρόνο-ρεκόρ! Το τηλεφώνημα Μητσοτάκη – Ζελένσκι έγινε το πρωί του Σαββάτου 26 Φεβρουαρίου και η πρώτη πτήση απογειώθηκε το απόγευμα της επόμενης ημέρας!
Λαμβανομένων υπόψη των επανειλημμένων από τα μέσα Φεβρουαρίου επίσημα διατυπωμένων αμερικανικών προειδοποιήσεων περί επικείμενης ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, μπορεί να εξαχθεί το συμπέρασμα ότι είτε σε κυβερνητικό επίπεδο η απόφαση για την αποστολή αμυντικού υλικού είχε ληφθεί σε προγενέστερο χρόνο, κατά τον οποίο άρχισαν και οι διαδικασίες για τη λήψη και υλοποίησή της, και απλώς ανακοινώθηκε με την έναρξη της ρωσικής εισβολής, είτε πως οι προβλεπόμενες από το ισχύον νομικό πλαίσιο διαδικασίες συμπιέστηκαν χρονικά και πιθανότατα παρακάμφθηκαν ορισμένες εξ αυτών, ώστε η Ελλάδα να είναι από τις πρώτες χώρες (!) που θα σπεύσουν να στείλουν οπλισμό. Πράγματι, αυτό συνέβη μόλις τρεις ημέρες μετά την έναρξη του πολέμου, περίοδος που θεωρητικά είναι αδύνατον να οργανωθεί μια τέτοια επιχείρηση.
Αυξημένο ρίσκο
Η αποστολή αμυντικού υλικού στην Ουκρανία μπορεί να χαρακτηριστεί επίσης και ως κομβικό σημείο στην εξωτερική πολιτική της χώρας, καθώς αποτελεί ένδειξη ανάληψης ενός πιο ενεργού ρόλου στα διεθνή τεκταινόμενα. Η μετάβαση αυτή, θεωρητικά (και σύμφωνα με την κυβερνητική επιχειρηματολογία), αυξάνει το γεωπολιτικό «βάρος» της χώρας, ταυτόχρονα όμως εμπεριέχει και αυξημένο ρίσκο, και ούτε συνεπάγεται αυτόματα τη διασφάλιση της επίτευξης των στρατηγικών στόχων της.
Με άλλα λόγια, εξίσου μείζονος σημασίας με την απόφαση ανάληψης πιο ενεργού ρόλου έχουν τα μετρήσιμα αποτελέσματα με τη μορφή «επιστροφών». Στη συγκεκριμένη περίπτωση, πέρα από την πάγια προσκόλληση της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής στις αρχές του Διεθνούς Δικαίου και την εξαρχής απόρριψη αναθεωρητικών πολιτικών (επί δεκαετίες, η χώρα, σε καθημερινή βάση, αντιμετωπίζει την αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας), δεν είναι αβάσιμο να υποτεθεί ότι υπήρχε και η προσδοκία θετικών αποτελεσμάτων στην αντιμετώπιση της τουρκικής επιθετικότητας, από τους συμμάχους και εταίρους σε ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ενωση.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο στρατηγός Καμπάς σχολίασε: «Για παράδειγμα, πώς αξιολογούνται οι πρόσφατες δηλώσεις της βοηθού υφυπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Βικτόρια Νούλαντ, που χαρακτήρισε τον αγωγό EastMed πολύ ακριβό, μη οικονομικά βιώσιμο και χρονοβόρο στην κατασκευή του; Ή η πρόσφατη επιστολή του αμερικανικού Υπουργείου Εξωτερικών προς το Κογκρέσο, που επικαλείται επιτακτικά μακροπρόθεσμα συμφέροντα ενότητας και ικανότητας της συμμαχίας του ΝΑΤΟ, καθώς και συμφέροντα εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ, για την έγκριση του τουρκικού αιτήματος για την πώληση 40 νέων μαχητικών F-16 και τον εκσυγχρονισμό 80 μαχητικών παλαιότερης έκδοσης του τύπου;». Εξέφρασε δε τον προβληματισμό του για το τι κόμισε η Νούλαντ στην Ελλάδα μετά την επίσκεψή της στην Τουρκία.
Ας σημειωθεί ότι δημόσια αντίδραση στις δηλώσεις Νούλαντ κατεγράφη μόνο από τον πρέσβη του Ισραήλ στην Αθήνα, κατά τη διάρκεια του πρόσφατου 7ου Οικονομικού Φόρουμ των Δελφών.