Από το 2013 μέχρι σήμερα, τρεις Έλληνες πρωθυπουργοί σε τέσσερις επισκέψεις τους στον Λευκό Οίκο συνάντησαν τρεις Αμερικανούς προέδρους, όμως μόνο ο Κυριάκος Μητσοτάκης στις κοινές δηλώσεις του με τον Τζο Μπάιντεν στις κάμερες δεν είπε λέξη για την Τουρκία, τις προκλητικές και απειλητικές ενέργειές της εις βάρος της χώρας μας και το Κυπριακό.
Στο Κυπριακό αναφέρθηκε στην ομιλία του μετά τη συνάντηση, κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης για τα 200 χρόνια από την Ελληνική Επανάσταση, κι εκεί, όμως, απέφυγε κάθε αναφορά στην Τουρκία. Αυτή η απαράδεκτη στάση του –την οποία μόνο η «δημοκρατία» ανέδειξε, στο πρωτοσέλιδό της την Τρίτη– έρχεται σε αντίθεση ακόμα και με τα ίδια τα λεγόμενά του, αφού ο ίδιος στη συνάντησή του με τον Ντόναλντ Τραμπ το 2020 και στις κοινές τους δηλώσεις στον ίδιο χώρο είχε αναφερθεί στο παράνομο τουρκολιβυκό μνημόνιο, ζητώντας τη στήριξη των ΗΠΑ. Είχε πει τότε ότι παραβιάζει τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας, προκαλεί μεγάλη ανησυχία και αστάθεια σε μια περιοχή που ήδη έχει αρκετά προβλήματα, και είχε ζητήσει την υποστήριξη των ΗΠΑ («Αδημονούμε για την υποστήριξή σας»), για να μην ισχύσει η προκλητική συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης.
Η μη αναφορά στην Τουρκία από τον κ. Μητσοτάκη προχθές ήταν μια συνειδητή απόφαση, στάση και επιλογή, όπως προκύπτει από χθεσινές δηλώσεις του υπουργού Επικρατείας Ακη Σκέρτσου, ο οποίος είπε ότι «πολύ καλά έκανε ο πρωθυπουργός που δεν κατονόμασε την Τουρκία στην ομιλία του». Είναι χαρακτηριστικό ότι σε εκείνη τη συνάντηση με τον Ντ. Τραμπ είχαν γίνει ερωτήσεις για 20 ολόκληρα λεπτά από τους δημοσιογράφους και στους δύο ηγέτες, προτού αρχίσουν την κατʼ ιδίαν συνομιλία τους, κάτι που τη Δευτέρα δεν επέτρεψε ο κ. Μπάιντεν να γίνει, προφανώς για να αποφύγει ερωτήματα για το βέτο που απειλεί να θέσει ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν στην ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ. Η μη υποβολή ερωτήσεων, όμως, μάλλον «βόλεψε» και τον κ. Μητσοτάκη, αφού ούτως η άλλως -όπως αποκάλυψε χθες ο κ. Σκέρτσος- ήθελε να αποφύγει να κάνει αναφορά στην Τουρκία.
Οι προηγούμενοι πρωθυπουργοί πριν από αυτόν (Σαμαράς και Τσίπρας) είχαν αναφερθεί, ο μεν πρώτος στο Κυπριακό, ο δε δεύτερος στην Τουρκία.
Τον Αύγουστο του 2013 είχε επισκεφτεί τον Λευκό Οίκο και τον Μπαράκ Ομπάμα ο τότε πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς. Στις δηλώσεις τους μετά τη συνάντηση ο κ. Σαμαράς είχε αναφερθεί στο Κυπριακό, σημειώνοντας ότι «οι νέες προτάσεις για το Κυπριακό ανοίγουν ένα νέο παράθυρο ευκαιρίας και θα συνεργαστούμε για αυτό». Παράλληλα, είχε σημειώσει ότι στη χώρα μας υπάρχουν τεράστια ενεργειακά αποθέματα, στο τρίγωνο Ελλάδα – Κύπρος – Ισραήλ. «Εμείς προσπαθούμε να ευθυγραμμίσουμε τις συνέργειες συμβάλλοντας στην ενεργειακή ασφάλεια της Ευρώπης» είχε τονίσει.
Τον Οκτώβριο του 2017 ο Αλέξης Τσίπρας είχε επισκεφτεί στον Λευκό Οίκο τον Ντόναλντ Τραμπ. Μετά τη συνάντηση έκαναν δηλώσεις και ο κ. Τσίπρας είχε πει, μεταξύ άλλων: «Η Ελλαδα εξέρχεται δυναμικά από την κρίση με σημαντικούς ρυθμούς ανάπτυξης. Καθίσταται ο πιο σημαντικός πυλώνας ασφαλείας. Μία χώρα με δυναμική, πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, αξιόπιστος σύμμαχος των ΗΠΑ, που διατηρεί ταυτόχρονα τον διάλογο με την Τουρκία, παρά τις δυσκολίες και τις προκλήσεις. Προωθεί σχήματα συνεργασίας στη Μ. Ανατολή και στα Βαλκάνια. Οντας ήδη ισχυρή δύναμη στη ναυτιλία και στον τουρισμό, καθίσταται σημαντικός κόμβος μεταφορών». Στη συνέχεια, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, επανήλθε λέγοντας: «Παρά τις ανησυχίες μας για την Τουρκία, τη σεβόμαστε και τη στηρίζουμε στην ευρωπαϊκή της προοπτική. Αυτή η προοπτική μπορεί να αποτελέσει μοχλό πίεσης για εκδημοκρατισμό. Βεβαίως και είμαστε υπέρ της παραμονής στο ΝΑΤΟ και στον ευρωπαϊκό δρόμο. Πρέπει να κάνουμε σαφές ότι η στενή συνεργασία με τον δυτικό κόσμο έχει και προϋποθέσεις, όπως ο σεβασμός στο Διεθνές Δίκαιο».