Τον Ιούλιο του 2019 ο Κυριάκος Μητσοτάκης έκανε… ποδαρικό στη διακυβέρνηση της χώρας αναγνωρίζοντας τον Χουάν Γκουαϊδό ως τον νόμιμο μεταβατικό πρόεδρο της Βενεζουέλας. Οσοι θυμούνται το ξεκίνημα, αλλά και τη συνέχεια των αποφάσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη εύκολα ανακαλούν στη μνήμη τους και τις διαρκείς επιθέσεις και του πρωθυπουργού αλλά και βουλευτών και υπουργών εναντίον του καθεστώτος Μαδούρο.
Ο πρόεδρος της Βενεζουέλας παρουσιαζόταν από τα φιλικά προς την κυβέρνηση Μητσοτάκη ΜΜΕ ως περίπου ο Νο 1 εχθρός της ανθρωπότητας. Η αναγνώριση του βασικού του αντιπάλου Χουάν Γκουαϊντό θεωρήθηκε ότι ήταν εύκολη κι ανέξοδη αντίπραξη στον ΣΥΡΙΖΑ, που είχε φιλικές σχέσεις με την κυβέρνηση Μαδούρο και μία εκ του ασφαλούς ένδειξη υποταγής στις αξιώσεις των ΗΠΑ και της Ε.Ε.
Και τώρα, όπως μεταδίδουν τα διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία, οι ΗΠΑ έδωσαν την άδεια σε δύο ευρωπαϊκές εταιρίες, την ιταλική ENI και στην ισπανική Repsol, να μεταφέρουν πετρέλαιο από τη Βενεζουέλα στην Ευρώπη. Οι μεταφορές πετρελαίου από τη Βενεζουέλα, στην οποία είναι ακόμα πρόεδρος ο Νικολάς Μαδούρο, αναμένεται να αρχίσουν τον Ιούλιο. Ακόμα ένα θεαματικό «άδειασμα» των κεντρικών επιλογών του πρωθυπουργού.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει την τυπική συμπεριφορά ανθρώπου που έχει κληρονομήσει υλική και πολιτική ισχύ δίχως να διαθέτει την τριβή με το αντικείμενο, την οξυδέρκεια, την εξοικείωση με τη χώρα, τον λαό και τον πολιτισμό της, το ταλέντο και την αναλυτική ικανότητα για να αξιοποιεί όσα τού δόθηκαν. Επειδή κατά βάθος γνωρίζει το μέγεθος της αδαημοσύνης του στα πολιτικά ζητήματα, προσπαθεί να αναπληρώσει τα κενά του με την ισχύ των άλλων, του ξένου παράγοντα.
Ο κ. Μητσοτάκης προσπαθεί να μαντέψει τι θέλουν οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. και μόλις νομίσει ότι το κατάλαβε, πλειοδοτεί για να κερδίσει… εντυπώσεις. Τις εντυπώσεις τις κερδίζει πρόσκαιρα, αλλά αυτά που διαρκούν περισσότερο από αυτές είναι οι ηχηρές διαψεύσεις των προσδοκιών του. Το κακό με όλα τούτα είναι ότι το κόστος δεν το καταβάλλει ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, αλλά η Ελλάδα.