Ναυάγησε η προσπάθεια της κυβέρνησης και ειδικά του πρωθυπουργού να κλείσει το θέμα των υποκλοπών αλλάζοντας την ατζέντα και μετατοπίζοντας σε άλλους τομείς το δημόσιο ενδιαφέρον κατά την πορεία προς τις εκλογές…
Του Ανδρέα Καψαμπέλη
Η συζήτηση της Πέμπτης στη Βουλή με αφορμή το νομοσχέδιο για την ΕΥΠ, αντί να αποτελέσει τον επίλογο στην όλη υπόθεση, όπως επεδίωκε το Μέγαρο Μαξίμου, μετατράπηκε στον πρόλογο ενός νέου βασανιστικού κύκλου για την κυβέρνηση τόσο στο πεδίο των αποκαλύψεων όσο και εξαιτίας του τεράστιου αρνητικού αντίκτυπου στο πρόσωπο του Κ. Μητσοτάκη.
Καταρχάς, η εικόνα του πρωθυπουργού να κηρύττει ο ίδιος τη… λήξη της συνεδρίασης και να αποχωρεί άρον άρον ήταν η χειρότερη επιλογή που μπορούσε, ανεξάρτητα από την ουσία, να κάνει από πολιτικής και επικοινωνιακής πλευράς. Αυτή η στάση, σε συνδυασμό με τους πολιτικούς δικολαβισμούς που επιστράτευσε για να μην απαντήσει στα ερωτήματα, εκτός από τις άσχημες εντυπώσεις ακόμη και εντός της Ν.Δ., ενίσχυσε την πεποίθηση ότι υπάρχει ενοχή η οποία επιδιώκεται -άτσαλα πλέον- να συγκαλυφθεί ή να υποβαθμιστεί. Την ώρα που η λίστα με τα «υπό παρακολούθηση πρόσωπα» εμπλουτίζεται διαρκώς με νέα ονόματα είτε πολιτικών είτε, ακόμη πιο σοβαρά, της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, ενώ ταυτόχρονα κάθονται σε αναμμένα κάρβουνα μέχρι και εν ενεργεία υπουργοί, όπως ο Κ.
Χατζηδάκης, αναμένοντας τη δημοσίευση στοιχείων που πιστοποιούν τις εις βάρος τους υποκλοπές, ο πρωθυπουργός προτίμησε, όπως κατηγορείται, να «δραπετεύσει».
Η εξήγηση που δίνουν οι επικριτές του είναι ότι συμπεριφέρεται έτσι υπό τον φόβο νέων αποκαλύψεων, οι οποίες θα διαψεύδουν και θα αποδομούν το μέχρι τώρα επίσημο αφήγημα που ως βασικό μότο έχει το «δεν γνώριζα». Οι υποστηρικτές της κυβέρνησης αντιτείνουν, όπως έκανε και ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης, ότι δεν φέρει αυτή το βάρος των αποδείξεων για τα καταγγελλόμενα. Ολοι αντιλαμβάνονται όμως ότι αυτή δεν είναι μια αντιδικία μεταξύ δικηγόρων σε αίθουσα δικαστηρίου, αλλά μία κατεξοχήν πολιτική συζήτηση που αφορά τους θεσμούς και τη δημοκρατία.
Οταν μάλιστα μπαίνουν στο κάδρο και οι κορυφές των Ενόπλων Δυνάμεων, δεν υπάρχει άλλος δρόμος από το να χυθεί άπλετο φως και να μη μείνει εντός της αίθουσας του Κοινοβουλίου και ενώπιον του ελληνικού λαού κανένα κρίσιμο ερώτημα αναπάντητο. Καθώς ακολούθησε μάλιστα και ένα άκρως περίεργο ηλεκτρονικό δημοσίευμα σε βάρος του αρχηγού ΓΕΕΘΑ Κ. Φλώρου (το οποίο εν συνεχεία «αποσύρθηκε»), τα ερωτήματα για την ύπαρξη «φωτιάς» -εκτός από τον «καπνό»- έγιναν ακόμη μεγαλύτερα.
Σε κάθε περίπτωση αυτό που περιγράφει πιο γλαφυρά τη σημερινή θέση του κ. Μητσοτάκη είναι, σύμφωνα με βετεράνο πολιτικό, η «Παγίδα του Τάκιτου». Εχοντας πάρει το όνομά της από τον Ρωμαίο ιστορικό, περιγράφει τη δεινή κατάσταση που αντιμετωπίζει ένας πολιτικός ή δημόσιο πρόσωπο όταν ανεξάρτητα από το τι λέει ή κάνει, οι άνθρωποι πιστεύουν ότι πρόκειται για ψέμα ή κακή πράξη. Ενώ λοιπόν ο κ. Μητσοτάκης πίστευε ότι θα «παραμεριστεί» το θέμα των υποκλοπών και θα βαδίζει προς τις εκλογές της ερχόμενης άνοιξης με την υπεροπλία της «παροχολογίας» και της μιντιακής πριμοδότησης, είναι αναγκασμένος πλέον να προσγειωθεί στην οδυνηρή πραγματικότητα.
Οσο κι αν αναμασούν, δε, την άποψη ότι το ζήτημα αυτό παραμένει χαμηλά στα ενδιαφέροντα της κοινής γνώμης, η ιστορία έχει δείξει, διεθνώς, ότι η πορεία που ακολουθούν τέτοιες υποθέσεις, όταν κλιμακώνονται οι αποκαλύψεις, αποκτά τελικά καταλυτικό ρόλο στις εξελίξεις. Καθώς μάλιστα το μαρτύριο της σταγόνας συνεχίζεται, ο κ. Μητσοτάκης με την πάροδο του χρόνου -και εξαιτίας της στάσης που τηρεί- χάνει ολοένα και περισσότερο, έστω και με κάπως αργό ρυθμό, την «έξωθεν καλή μαρτυρία» και εντός της Ν.Δ. Η εκλογική βάση της κυβερνητικής παράταξης είναι, υπό τον συνεχή βομβαρδισμό των αποκαλύψεων και των καταγγελιών αλλά και την απουσία πειστικών απαντήσεων, μουδιασμένη και ανήσυχη για το τι μπορεί να επακολουθήσει.
Επίσης, ανεξαρτήτως της θετικής ψήφου που δίνουν στη Βουλή, οι βουλευτές και τα κορυφαία στελέχη έχουν κι αυτά «παγώσει», αποφεύγοντας να υπερασπιστούν τις επιλογές και τις συμπεριφορές της κυβέρνησης και του κ. Μητσοτάκη προσωπικά. Στο καζάνι που βράζει προστέθηκε και η παρουσία του Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος -ύστερα από τον Κώστα Καραμανλή- διαφοροποιήθηκε σαφέστατα με μια καλά διατυπωμένη φράση για το θέμα των υποκλοπών κατά την εναρκτήρια εκδήλωση του ιδρύματός του το βράδυ της Τετάρτης.
«Δεν πιστεύω, δεν θέλω να πιστέψω ότι η κυβέρνηση υπέκλεπτε τηλεφωνικές συνομιλίες. Θα ήταν αδιανόητο. Αν ίσχυαν όλα αυτά, θα επρόκειτο αναμφίβολα για αντιδημοκρατική εκτροπή και γι’ αυτό πρέπει να δοθούν ξεκάθαρες και πλήρεις απαντήσεις χωρίς δεύτερες σκέψεις, χωρίς να δίνουμε κυρίως την εντύπωση ότι το απόρρητο είναι μια βολική δικαιολογία. Η παράταξή μας θεμελίωσε τη δημοκρατία και αυτά τα φαινόμενα δεν μπορεί να τα ανεχτεί. Εχει σχέση με την ίδια μας την ταυτότητα» είπε ενώπιον του κ. Μητσοτάκη, ο οποίος έχει απομείνει πλέον μόνος, δίχως εσωτερικούς συμμάχους και με την αγωνία πλέον εάν θα καταφέρει να φθάσει στις εκλογές δίχως να έχουν προκύψει, στο μέτωπο των υποκλοπών, δεδομένα τέτοια που θα θέτουν υπό αμφισβήτηση και τον ίδιο προσωπικά.
Αλλωστε και ο Αντ. Σαμαράς, που ομνύει τώρα στην ενότητα εν όψει των εκλογών, δηλώνοντας παράλληλα «μάχιμος», θεωρεί ότι μπορεί να παίξει ρόλο στις μετεκλογικές εξελίξεις στη Ν.Δ. κατά τρόπο ανάλογο με εκείνο για την ανάδειξη της νέας ηγεσίας στα τέλη του 2015.
«Αποκεφαλισμοί» σε ΕΥΠ και υπουργείο Εξωτερικών
Προς το παρόν οι «αποχρώσες ενδείξεις» για την ένοχη στάση της κυβέρνησης ενισχύθηκαν εντυπωσιακά τις τελευταίες ώρες, καθώς το απόγευμα της Παρασκευής με διάταξη της τελευταίας στιγμής στο νομοσχέδιο για την ΕΥΠ στη Βουλή παύθηκαν οι τρεις υποδιοικητές της.
Η εξέλιξη αυτή θύμισε την αποπομπή του Π. Κοντολέοντος από τη θέση του διοικητή προκειμένου να χρεωθεί αυτός την παρακολούθηση του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ν. Ανδρουλάκη και να βγει λάδι ως πολιτικά αρμόδιος ο κ. Μητσοτάκης. Η παύση τους φέρεται ότι έγινε ως μια προληπτική κίνηση εν όψει αποκαλύψεων για παρακολουθήσεις και άλλων πολιτικών προσώπων, θέμα για το οποίο άλλωστε δεν απάντησε κατά τρόπο ένοχο στη Βουλή ο κ. Μητσοτάκης.
Κι εκτός από την παύση των τριών υποδιοικητών, αντικαταστάθηκε επίσης «αιφνιδίως» και ο εκπρόσωπος του υπ. Εξωτερικών Αλ. Παπαϊωάννου, ο οποίος είχε επιβεβαιώσει νωρίτερα στους «New York Times» ότι το υπουργείο, διά του αρμόδιου υφυπουργού Κ.Φραγκογιάννη, είχε δώσει την έγκρισή του για την πώληση του Preadator από την Intellexa σε χώρες του εξωτερικού. Κάτι το οποίο επίσης διέψευδε σε όλα τα επίπεδα μέχρι τώρα η κυβέρνηση…