Τον Γιάννη Στουρνάρα και τον Αδωνι Γεωργιάδη είχε «συμπαραστάτες» στο δικαστήριο ο καθηγητής Νίκος Μανιαδάκης, όπου βρέθηκε κατηγορούμενος ύστερα από μήνυση του πρώην αναπληρωτή υπουργού Υγείας Μάριου Σαλμά.
Από τη
Μαρία Παναγιώτου
Συγκεκριμένα, τόσο ο κεντρικός τραπεζίτης όσο και ο υπουργός Ανάπτυξης έδωσαν στον Μανιαδάκη, του οποίου το όνομα έγινε γνωστό από το σκάνδαλο Novartis, ένορκες βεβαιώσεις, προκειμένου να τον βοηθήσουν να υπερασπιστεί τον εαυτό του ενώπιον του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Αθηνών. Σε αυτές τον περιέγραψαν ως έναν «ηθικό και άρτιο χαρακτήρα» με «ακεραιότητα». Μάλιστα ο Γιάννης Στουρνάρας ανέφερε στη βεβαίωσή του ότι τον γνωρίζει από τα χρόνια που ήταν φοιτητής και ότι συνεργάστηκε μαζί του στο Ιδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, αλλά και στο υπουργείο Οικονομικών.
Οι σχέσεις, βέβαια, μεταξύ του Γιάννη Στουρνάρα και του Νίκου Μανιαδάκη δεν ήταν τόσο φιλικές όταν ο τελευταίος ήταν προστατευόμενος μάρτυρας και κατέθετε στους εισαγγελείς κατά της Διαφοράς. Μάλιστα, στην κατάθεσή του στην ανακρίτρια της διαδικασίας του Ειδικού Δικαστηρίου Κωνσταντίνα Αλεβιζοπούλου ο εκδότης της εφημερίδας «Documento» Κώστας Βαξεβάνης είχε προσκομίσει απομαγνητοφωνημένο υλικό από συνομιλίες που είχε με τον Μανιαδάκη, στο οποίο ο καθηγητής υποστήριζε ότι έτρωγε «απίστευτο μπούλινγκ» από τον κεντρικό τραπεζίτη ώστε να μην παρέχει πληροφορίες στις εισαγγελικές Αρχές για το σκάνδαλο της ελβετικής φαρμακοβιομηχανίας.’Εκείνο το διάστημα, η «δημοκρατία» είχε αποκαλύψει ότι και ο εισαγγελέας σε πόρισμά του είχε αποδεχτεί πως ο καθηγητής Νίκος Μανιαδάκης είχε απειληθεί από τον διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος Γιάννη Στουρνάρα, προκειμένου να μη δώσει πληροφορίες για το σκάνδαλο Novartis.
Ο εισαγγελέας που κατέληξε στο παραπάνω συμπέρασμα είχε διεξαγάγει έρευνα έπειτα από αναφορά της πρώην εισαγγελέως κατά της Διαφθοράς Ελένης Τουλουπάκη, την οποία συνέταξε όταν ο Μανιαδάκης τής κατέθεσε το χρονικό των απειλών που δεχόταν από τον Γιάννη Στουρνάρα εκείνη την περίοδο. Η αναφορά είχε αρχειοθετηθεί (και ορθώς), αν και ο εισαγγελέας αποδεχόταν στο σκεπτικό του το γεγονός των απειλών, επειδή για το συγκεκριμένο αδίκημα, με βάση τον Ποινικό Κώδικα, απαιτείται έγκληση, η οποία δεν είχε γίνει.
Πάντως, κατά τη χθεσινή του ομολογία, ο Νίκος Μανιαδάκης υπέπεσε και πάλι σε τρομερές αντιφάσεις σε σχέση με όσα έχει ισχυριστεί στο παρελθόν σε καταθέσεις του, αλλά και σε σχέση με όσα ανέφεραν ακόμη και τα απαλλακτικά βουλεύματα που έχουν εκδοθεί γι’ αυτόν.
Ισχυρίστηκε, για παράδειγμα, πως δεν είχε καμία σχέση με το υπουργείο Υγείας επί υπουργίας Ανδρέα Λοβέρδου. Το βούλευμα, όμως, το οποίο απήλλαξε τον καθηγητή με το σκεπτικό ότι δεν ήταν διορισμένος σύμβουλος στο υπουργείο Υγείας και μόνο, παραδεχόταν ότι ο Νίκος Μανιαδάκης φαίνεται «να ζήτησε και να έλαβε» 58.000 ευρώ, τον Δεκέμβριο του 2010, από τον πρώην ισχυρό άνδρα της Novartis στην Ελλάδα Κωνσταντίνο Φρουζή. Από το ποσό αυτό, αφού παρακράτησε το ποσοστό του, έδωσε το υπόλοιπο στον Ανδρέα Λοβέρδο. Το ίδιο περιστατικό επαναλήφθηκε και το 2011, με τον ίδιο υπουργό για την τιμολόγηση του φαρμάκου Gilenya, μόνο που αυτή τη φορά το ποσό ήταν 90.000 ευρώ.
Να επισημάνουμε ότι η μήνυση του Μάριου Σαλμά αφορούσε τα αδικήματα της ψευδούς κατάθεσης, της ψευδούς καταμήνυσης και της συκοφαντικής δυσφήμησης σε σχέση με όσα είχε καταθέσει ο Νίνος Μανιαδάκης στους εισαγγελείς κατά της Διαφθοράς, όταν ήταν προστατευόμενος μάρτυρας. Το δικαστήριο έκρινε τον καθηγητή ένοχο και του επέβαλε ποινή φυλάκισης 20 μηνών με αναστολή.