Σε «ναρκοπέδιο» εισέρχεται ο Νίκος Δένδιας που, μετά τις πρόσφατες εθνικές εκλογές, ανέλαβε τα καθήκοντα του Υπουργού Εθνικής Άμυνας, συνεπικουρούμενος από δύο υφυπουργούς.
- Του Περικλή Ζορζοβίλη
Την προηγούμενη τετραετία, η πολιτική της προηγούμενης κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας στο υπουργείο Εθνικής Άμυνας (ΥΠΕΘΑ) επικεντρώθηκε στην -με γενικά συνοπτικές διαδικασίες- υλοποίηση εξοπλιστικών προγραμμάτων, με αιτιολόγηση την κάλυψη της υστέρησης που προκάλεσε η δεκαετία των Μνημονίων. Όμως, την ίδια περίοδο, πολυάριθμα χρόνια δομικά προβλήματα και στρεβλώσεις παρέμειναν χωρίς ριζική αντιμετώπιση ή, ακόμη χειρότερα, «εξωραΐστηκαν» με προσωρινές εμβαλωματικές λύσεις. Και στις δύο περιπτώσεις έχουν πλέον μετατραπεί σε νάρκες που έχουν ενεργοποιηθεί και η εκρηκτική τους ισχύ έχει πολλαπλασιαστεί από τη για δεκαετίες αδυναμία ή άρνηση εξουδετέρωσής τους. Για αυτόν ακριβώς τον λόγο, η κωδικοποίηση βασικών πληροφοριών για μερικές από αυτές τις «νάρκες» μπορεί να αποβεί χρήσιμη για τον νέο υπουργό Εθνικής Άμυνας.
Πάντως, στο ζήτημα που η αρθρογραφία των τελευταίων ημερών προσδιορίζει ως την πρέπουσα ύψιστη προτεραιότητα του νέου υπουργού, δηλαδή την ολοκλήρωση της υλοποίησης συγκεκριμένων εξοπλιστικών προγραμμάτων που είχαν δρομολογηθεί από την προηγούμενη κυβέρνηση (π.χ., μαχητικά F-35, νέες κορβέτες, εκσυγχρονισμός φρεγατών MEKO-200HN, ελικόπτερα γενικής χρήσης UH-60M Blackhawk), εφόσον ακολουθηθεί η προδιαγεγραμμένη πορεία, όποιες νάρκες υπάρχουν θα έπρεπε να είναι ήδη γνωστές και, κατά συνέπεια δεν θα δικαιολογηθούν αιφνιδιασμός, ούτε θρήνος για τυχόν απώλειες.
Αντίθετα, το «ναρκοπέδιο» του υπουργείου Εθνικής Άμυνας περιλαμβάνει καλά παραλλαγμένες και εξαιρετικά φονικές «νάρκες» τόσο στην προτεραιοποίηση της υλοποίησης των εξοπλιστικών προγραμμάτων όσο και στην εντυπωσιακά υποτονική δραστηριότητα, που μέχρι σήμερα έχει επιδειχθεί στη συντήρηση, υποστήριξη και αναβάθμιση των ήδη διατιθέμενων συστημάτων και μέσων και την προμήθεια όπλων για την αξιοποίησή τους.
Ειδικά για τη δεύτερη περίπτωση μπορούμε να επισημάνουμε τα ακόλουθα με βάση τη μέχρι σήμερα εμπειρία:
- Στην αναβάθμιση και στον εκσυγχρονισμό διατιθέμενων συστημάτων και μέσων αποδίδεται εξαιρετικά χαμηλή προτεραιότητα. Πώς αλλιώς εξηγείται ότι εδώ και δύο περίπου δεκαετίες έχει σχεδιαστεί, πολλάκις ανακοινωθεί και μέχρι σήμερα δεν έχει ακόμη συμβασιοποιηθεί ο περιβόητος εκσυγχρονισμός μέσης ζωής (ΕΜΖ) των τεσσάρων φρεγατών τύπου MEKO-200HN; Φρεγατών που σήμερα έχουν ηλικία από 25 (η νεότερη) έως 31 (η αρχαιότερη) έτη, δηλαδή στο όριο της σχεδιαστικής τους ηλικίας!
- Ούτε η προμήθεια όπλων αυξημένων επιδόσεων, που αυξάνει και παρατείνει, έναντι μικρού σχετικά τιμήματος, την επιχειρησιακή αποτελεσματικότητα ακόμη και πλατφορμών που ανήκουν σε παλαιότερες τεχνολογικές γενεές αποτελεί υψηλή προτεραιότητα. Ο νέος υπουργός Εθνικής Αμυνας ας εξετάσει σε βάθος όσα διαδραματίστηκαν με την προμήθεια τριών ισραηλινής προέλευσης όπλων, των κατευθυνόμενων βλημάτων πολλαπλού ρόλου SPIKE NLOS, των συλλογών κατεύθυνσης SPICE και των κατευθυνόμενων βλημάτων αέρος – εδάφους Rampage, και θα εξαγάγει ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
- Η ελλειμματική συντήρηση και υποστήριξη των διατιθέμενων συστημάτων και μέσων είναι τουλάχιστον ανεκτή. Κι όμως, όχι μόνο απαξιώνει την αξία της αρχικής επένδυσης, αλλά αποτελεί και σπατάλη πολύτιμων οικονομικών πόρων, δηλαδή πλήττει άμεσα την εθνική άμυνα και το συμφέρον του φορολογουμένου. Εάν, για παράδειγμα, πριν από περίπου 20 χρόνια έγινε η προμήθεια 100 αρμάτων μάχης και σήμερα η διαθεσιμότητά τους ανέρχεται σε 30%, διότι δεν λήφθηκε μέριμνα για την υποστήριξη – συντήρησή τους, τότε οι πόροι που εκόντες άκοντες διέθεσαν οι φορολογούμενοι για την αγορά των 70 που ακινητούν απλώς πετάχτηκαν από το… παράθυρο.
«Αγκάθια» στην προμήθεια αεροσκαφών C-130! «Σκάλωμα» και με τα Chinook
Το ίδιο ισχύει στην περίπτωση των αεροσκαφών τακτικών μεταφορών, καθώς ο νέος υπουργός Εθνικής Αμυνας ως ΕΟΕ (Εχων την Οικονομική Εξουσία) θα κληθεί να υπογράψει για την προμήθεια των δύο μεταχειρισμένων C-130H από τα αποθέματα της αεροπορίας των ΗΠΑ ή και την προμήθεια, μέσω διακρατικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, τεσσάρων C-130J νέας κατασκευής.
Θα ήταν όμως χρήσιμο να διερευνήσει γιατί, ύστερα από περίπου μία δεκαετία και την ανάλωση περίπου 80.000.000 ευρώ από τον προϋπολογισμό της Πολεμικής Αεροπορίας, ο στόλος των C-130 παραμένει σχεδόν ολοκληρωτικά καθηλωμένος. Όπως και τη διαδρομή του C-130B με αριθμό σειράς «296», που κείτεται εγκαταλειμμένο στην αεροπορική βάση Ελευσίνας, ενώ τον Δεκέμβριο του 2016 είχαν καταβληθεί στην Ελληνική Αεροπορική Βιομηχανία (ΕΑΒ) περί τα 7.000.000-8.000.000 ευρώ για την εργοστασιακή συντήρησή του.
Γιατί, αν δεν αντιμετωπιστεί η ουσία του προβλήματος, όσα C-130, νέας κατασκευής ή μεταχειρισμένα, και να προμηθευτούμε, μόλις φτάσουν το όριο ωρών πτήσης στις οποίες ο κατασκευαστής προβλέπει την εργοστασιακή συντήρηση τους θα καθηλωθούν.
Το ίδιο ισχύει και για τα μεταχειρισμένα ελικόπτερα τακτικών μεταφορών CH-47D Chinook, που αποκτήθηκαν από τις ΗΠΑ επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ με «μηδενισμένες» ώρες πτήσης, τα οποία πλέον απαιτούν την προβλεπόμενη συντήρηση. Αλλά και για τα ελικόπτερα τακτικών μεταφορών NH-90. Περίπου 20 χρόνια μετά την υπογραφή της σχετικής σύμβασης προμήθειας, ούτε οι παραδόσεις τους έχουν ολοκληρωθεί ούτε η διαθεσιμότητά τους έχει αποκατασταθεί.
Γιατί σήμερα μπορεί μεν να προωθούνται ως ριζική λύση του προβλήματος οι πολύ σημαντικού κόστους προμήθειες νέων ελικοπτέρων γενικής χρήσης (UH-60M Blackhawk), νέας έκδοσης των Chinook (CH-47F), και ο εκσυγχρονισμός υφιστάμενων CH-47D σε αυτήν, αλλά τελικά ισχύει ό,τι για τα C-130.
Η «φυγή προς τα εμπρός» με υψηλού κόστους προμήθειες νέων συστημάτων, αν δεν αντιμετωπιστούν τα χρόνια δομικά προβλήματα και οι στρεβλώσεις, σε μερικά χρόνια θα έχει ως βέβαιη κατάληξη τις χαμηλές διαθεσιμότητες και την απαξίωση. Η μέθοδος έχει εφαρμοστεί πολλάκις τα τελευταία 50 χρόνια, και το μόνο που έχει διαπιστωθεί είναι η κατασπατάληση των χρημάτων των φορολογουμένων.
Αφού η νέα κυβέρνηση αξιολογεί την πρόσφατη λαϊκή ετυμηγορία ως έγκριση για την αποφασιστική εφαρμογή ενός ευρέος μεταρρυθμιστικού σχεδίου, η εθνική άμυνα αποτελεί «πεδίον δόξης λαμπρόν».
Πάντως, σε κάθε περίπτωση, βασικό προαπαιτούμενο είναι ο νέος υπουργός να αποκαταστήσει τον πολιτικό έλεγχο επί των ΥΠΕΘΑ – Ενόπλων Δυνάμεων, που ο προκάτοχός του, ο κατά δημόσια δήλωσή του «στρατιώτης» Νικόλαος Παναγιωτόπουλος, για λόγους που δεν είναι γνωστοί, είχε εκούσια απολέσει, με αποτέλεσμα τριβές και δυσλειτουργίες.
Η διαχείριση του μόνιμου και του στρατεύσιμου προσωπικού
Επίσης πολύ υψηλή προτεραιότητα θα πρέπει να δοθεί στο προσωπικό, μόνιμο και στρατεύσιμο.
Στην πρώτη περίπτωση, η κυβερνητική μέριμνα δεν πρέπει να εξαντληθεί στην υλοποίηση της προεκλογικής υπόσχεσης του νέου μισθολογίου, αλλά απαιτείται η υιοθέτηση ενός νέου, ολοκληρωμένου μοντέλου διαχείρισης, που μεταξύ άλλων θα περιλαμβάνει διαφανείς διαδικασίες αξιολόγησης – κρίσης και τοποθέτησης σε θέσεις ευθύνης, αλλά και υποβοηθούμενες διαδικασίες μετάβασης στον πολιτικό τομέα, ώστε να διασφαλίζεται η ομαλή, συνεχής ηλικιακή ανανέωση.
Στη δεύτερη περίπτωση, το «κατόρθωμα» της προηγούμενης πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΕΘΑ, η αύξηση της διάρκειας της θητείας αλλά χωρίς πρακτικό αποτέλεσμα στην οροφή (!), εκ των πραγμάτων επιβάλλει τη ριζική επανεξέταση τόσο της διάρκειας όσο και του περιεχόμενου της.