«Σιωπητήριο» έχει κηρύξει ο υπουργός Δικαιοσύνης Γιώργος Φλωρίδης από τη νύχτα της (προηγούμενης) Παρασκευής 7 Ιουλίου, αλλά το θέμα που προέκυψε με τις δηλώσεις του για το ακαταδίωκτο των τραπεζιτών έχει μετατραπεί στην πρώτη βραδυφλεγή βόμβα για τη νέα κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη…
- Του Ανδρέα Καψαμπέλη
Στο διάστημα των δέκα ημερών που έχουν μεσολαβήσει ο κ. Φλωρίδης είχε σειρά εθιμοτυπικών επισκέψεων, μεταξύ των οποίων στο Πρωτοδικείο και Εφετείο Αθηνών, ή και συναντήσεων, όπως με την ΕΣΗΕΑ και την ΠΟΕΣΥ, καθώς και τον Λιβανέζο ομόλογό του, χωρίς ωστόσο να αναφερθεί καθόλου ή να ερωτηθεί γι’ αυτό. Το ζήτημα όμως θεωρείται λήξαν, επειδή επικοινωνιακά συγκαλύφθηκε (όπως και τόσα άλλα), ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος το προσπέρασε δηλώνοντας ότι «ο κ. Φλωρίδης εξέφρασε πάγιες δικές του απόψεις, οι οποίες δεν έχουν συζητηθεί στο υπουργικό συμβούλιο»; Οχι ασφαλώς…
Σύμφωνα με πληροφορίες της «κυριακάτικης δημοκρατίας», το μέτωπο αυτό όχι μόνο παραμένει ανοιχτό στο εσωτερικό της κυβέρνησης, αλλά οδηγεί και σε αδιέξοδο. Ολοι γνωρίζουν ότι η σιωπή δεν λύνει το πρόβλημα και ότι αργά ή γρήγορα θα το βρουν μπροστά τους και κατά τρόπο ίσως εκκωφαντικό. Μάλιστα ξεπερνά τα όρια μιας δημόσιας διαφοροποίησης υπουργού -ακόμη και στην αρχή της κυβερνητικής θητείας- καθώς το μείζον θέμα, που υπάρχει από πίσω, συνδέεται με τα «δανεικά και αγύριστα» της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ, τα οποία υπολογίζεται ότι με τις προσαυξήσεις έχουν ξεπεράσει αθροιστικώς ήδη τα 800.000.000 ευρώ!
Μετά το αρχικό σοκ στη Βουλή ο κ. Φλωρίδης απέφυγε να ανασκευάσει ή έστω να «διευκρινίσει» όσα είχε πει. Κατά τις ίδιες πληροφορίες, αρνήθηκε να το κάνει ακόμη και όταν του ζητήθηκε από το Μέγαρο Μαξίμου να τοποθετηθεί σχετικά και ο ίδιος, προκειμένου να μην παραμείνει ως εκκρεμότητα το θέμα. Αμετάπειστος ωστόσο, ο υπουργός φέρεται ότι απάντησε πως εμμένει στις απόψεις του και ότι δεν σκοπεύει να τις μεταβάλει, προκαλώντας έτσι ένα (μικρό;) «έμφραγμα» στο πρωθυπουργικό επιτελείο. Η έκπληξη που δημιουργήθηκε αποτέλεσε αντικείμενο ευρύτερων παρασκηνιακών συζητήσεων, επιτρέποντας μάλιστα σε συνομιλητές του κ. Μητσοτάκη -που είχαν εκφράσει επιφυλάξεις για το «αγύριστο κεφάλι» του κ. Φλωρίδη- να δηλώνουν «δικαιωμένοι»…
Με δεδομένα όλα αυτά, η διαχείριση του «θέματος Φλωρίδη» συνιστά πλέον έναν από τους πιο σοβαρούς πονοκεφάλους για τον κ. Μητσοτάκη. Αλλωστε στον πρώην υπουργό των κυβερνήσεων Σημίτη είχε βρει και μία από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις εκπροσώπησης του «πολυδύναμου εκσυγχρονισμού» για τον οποίο μίλησε με περηφάνια στις προγραμματικές δηλώσεις.
Αν δεν επιλυθεί με άλλο τρόπο το πρόβλημα, όπως με το να πειθαναγκαστεί σε αναδίπλωση τελικά ο κ. Φλωρίδης, η βόμβα μπορεί να σκάσει ανά πάσα στιγμή, όπως άλλωστε υπάρχει η απειλή και με αυτό καθαυτό το θέμα των χρεών της Ν.Δ. και του ΠΑΣΟΚ που έως τώρα έχει τεθεί σε βαθιά «ύπνωση». Προς το παρόν ακολουθείται η τακτική της στρουθοκαμήλου και -όπως έχει αποκαλύψει η «δημοκρατία»- μεθοδεύτηκε λόγω των εκλογών η δίμηνη παράταση για τη δημοσίευση των ισολογισμών των κομμάτων. Ενώ η καταληκτική προθεσμία ήταν η 31η Μαΐου 2023, μόλις δύο ημέρες νωρίτερα κι ενώ είχαν δρομολογηθεί οι δεύτερες κάλπες ανακοινώθηκε η μετάθεση της ημερομηνίας για τις 31 Ιουλίου, δίχως μάλιστα να έχει υπάρξει κάποια διακομματική συνεννόηση ή να έχει υποβληθεί από κόμματα σχετικό αίτημα.
Σε ό,τι αφορά τη Ν.Δ., σύμφωνα με τον τελευταίο δημοσιευμένο ισολογισμό της, το 2021 χρωστούσε 391.570.979 ευρώ, ενώ υπολογίζεται ότι το χρέος για το 2022 θα έχει ανέβει περίπου στα 440.000.000 ευρώ. Ηδη λόγω των τόκων το χρέος αυξάνεται κάθε χρόνο κατά περίπου 40.000.000 ευρώ, παρά τις παλαιότερες δεσμεύσεις του κ. Μητσοτάκη για «νοικοκύρεμα» στα οικονομικά του κόμματος.
Στα ύψη οι οφειλές
Στην ίδια κατηγορία βρίσκεται και το ΠΑΣΟΚ, του οποίου το χρέος είχε φτάσει το 2021 στα 362.013.564,33 ευρώ. Σε σχέση με το 2020 οι οφειλές αυξήθηκαν κατά 38.008.939 από τους τόκους. Με το κόμμα του κ. Ανδρουλάκη μάλιστα έχει συμβεί και μια διπλή αλχημεία, αφού το σημερινό ΠΑΣΟΚ-Κίνημα Αλλαγής αποτελεί μια κατασκευή με άλλο ΑΦΜ, για να «τρέχουν» κανονικά οι κρατικές χρηματοδοτήσεις, ενώ την ίδια ώρα στο παλαιό ΠΑΣΟΚ οι συνεχείς προσαυξήσεις υπερκαλύπτουν τα όποια ψιχία καταβάλλονται από τα χρέη. Επιπλέον, είναι αξιοσημείωτο ότι στο πλαίσιο των ακροβασιών αυτών -που όμως πέρασαν κάτω από τα… ραντάρ του Αρείου Πάγου– το ΠΑΣΟΚ έλαβε μέρος στις διπλές εκλογές ως «συνασπισμός κομμάτων», αν και στο τελευταίο συνέδριό του είχε ενοποιηθεί, μαζί με την αλλαγή του ονόματος, ως κόμμα και στο καταστατικό του γίνεται λόγος για «πολυκομματικό πολιτικό φορέα» που όμως έχει… μία Κεντρική Επιτροπή.
Αν και κατά την ομιλία του στις προγραμματικές δηλώσεις ο κ. Φλωρίδης χρέωσε (σκοπίμως ή όχι) στον ΣΥΡΙΖΑ το ακαταδίωκτο των τραπεζιτών, η μεγαλύτερη βόμβα είναι ότι με τη διαφοροποίησή του αυτή έχει τινάξει στον αέρα όλη την πολυετή μεθόδευση για την «αμνήστευση» του σκανδάλου με τα υπερχρέη των δύο κομμάτων. Η διάταξη αυτή ψηφίστηκε από την κυβέρνηση της Ν.Δ. τον Νοέμβριο του 2019 προκειμένου να θαφτεί οριστικά κάθε προσπάθεια να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι τόσο από τα κόμματα όσο και από τις τράπεζες.
Το γαϊτανάκι με τις αμαρτωλές δανειοδοτήσεις των κομμάτων άρχισε το 2013
Το γαϊτανάκι έχει αρχίσει από το 2013, όταν επί κυβέρνησης Σαμαρά – Βενιζέλου ψηφίστηκε, εν μέσω Μνημονίων, ειδική τροπολογία που προστάτευε προνομιακά τις διοικήσεις των τραπεζών. Με βάση αυτήν τέθηκαν στο αρχείο όλες οι δικογραφίες για τις δανειοδοτήσεις των πολιτικών κομμάτων, με εγγύηση τα… μελλοντικά εκλογικά ποσοστά τους, από την τότε Αγροτική Τράπεζα. Η μεθόδευση ήρθε στο φως το 2015, όταν ο τότε αναπληρωτής υπουργός Δικαιοσύνης Δημήτρης Παπαγγελόπουλος ενημέρωσε τη Βουλή ότι η έρευνα για τα δάνεια προς τα κόμματα είχε μπει στο αρχείο, με βάση διάταξη του άρθρου 78 του ν.4146/2013 που παρείχε «ασυλία στους προέδρους, στα μέλη διοικητικών συμβουλίων και στα τραπεζικά στελέχη για μια κατηγορία δανείων».
Παρά την τροπολογία του 2013, η δικογραφία βγήκε από το αρχείο το 2017 με παραγγελία της τότε εισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ξ. Δημητρίου. Τελικά οι οικονομικοί εισαγγελείς με πολυσέλιδο πόρισμα ζήτησαν την άσκηση ποινικής δίωξης σε περισσότερα από 100 τραπεζικά στελέχη για το αδίκημα της απιστίας και στους «ταμίες» των κομμάτων για ηθική αυτουργία.
Την «εκκρεμότητα» αυτή βρήκε η Ν.Δ. αναλαμβάνοντας την κυβέρνηση τον Ιούλιο του 2019 και μερικούς μήνες αργότερα ως υπουργός Δικαιοσύνης ο Κ. Τσιάρας εισηγήθηκε ακόμη μία (φωτογραφική) αλλαγή στον Ποινικό Κώδικα, ώστε οι διώξεις αυτές για απιστία να ασκούνται όχι πια αυτεπάγγελτα αλλά μόνο ύστερα από μήνυση των ίδιων των τραπεζών εις βάρος του… εαυτού τους. Είναι μία από τις «περίεργες», όπως τις χαρακτήρισε, διατάξεις, για την οποία ο κ. Φλωρίδης είπε από το βήμα της Βουλής την (προηγούμενη) Παρασκευή ότι «η απιστία δεν πρέπει να διώκεται κατ’ έγκληση. Δηλαδή αυτοί που διαπράττουν απιστία πρέπει να κάνουν μήνυση στον εαυτό τους… Στα ζητήματα της απάτης πρέπει να έχουμε δίωξη αυτεπάγγελτα. Αυτά θα τα επαναφέρω». Εκτοτε πάντως ο νέος υπουργός Δικαιοσύνης… αγνοείται!