Σημεία και τέρατα προκύπτουν από το αποκαλυπτικό ρεπορτάζ του Politico με πρωταγωνιστές την Εύα Καϊλή και τον -πρώην πλέον- σύντροφό της Φραντσέσκο Τζόρτζι. Σε εκτενές αφιέρωμα για τον βίο και την πολιτεία των δύο προσώπων, φαίνεται πως η σχέση τους είχε πολύπλευρες διαστάσεις, χωρίς να περιορίζεται αποκλειστικά στα αισθήματα του έρωτα και της αγάπης.
Το Politico μέσα από έγγραφα της αστυνομικής έρευνας φέρνει στο φως προμήθειες που φέρεται ότι λάμβανε ο Φραντσέσκο Τζόρτζι ως μεσάζοντας μεταξύ πολιτικών, κρατών και επιχειρήσεων, χρησιμοποιώντας τη βοήθεια της συντρόφου του και τότε αντιπροέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου. Η Εύα Καϊλή εικάζεται ότι ήταν εκείνη που επεδίωκε τη δημιουργία επαφών με ξένες εταιρίες, αλλά και με Ελληνες εφοπλιστές, ενώ φέρεται ότι προσπάθησε να εμπλακεί και σε συναλλαγές Ελλήνων εφοπλιστών με Ρώσους.
Εκρηκτικά υλικά
Συγκεκριμένα, όπως αποκαλύπτει το Politico, ο Φραντσέσκο Τζόρτζι, ένας από τους βασικούς υπόπτους για το σκάνδαλο διαφθοράς Κατάρ-gate, παρά τους σαφείς κανονισμούς της Ε.Ε. που απαγορεύουν «παράπλευρες» συμφωνίες υπαλλήλων της, έκανε προσπάθειες να προμηθευτεί εκρηκτικά υλικά για την εθνική εταιρία εξόρυξης της Μαυριτανίας.
Σύμφωνα με τις σημειώσεις του ίδιου του Τζόρτζι, ο πρεσβευτής της Μαυριτανίας στην Ε.Ε. του ζήτησε, τον Νοέμβριο του 2020, να βρει εταιρίες που θα μπορούσαν να παρέχουν στην Εθνική Βιομηχανική και Μεταλλευτική Εταιρία (SNIM) της χώρας νιτρικό αμμώνιο, ένα είδος εκρηκτικής ύλης. Από βάση τα στοιχεία του ρεπορτάζ προκύπτει ως αρκετά πιθανό σενάριο ο βασικός στόχος του Τζόρτζι μετά τη φυγή του από το Ευρωκοινοβούλιο το 2024 -σύμφωνα με τις σημειώσεις του στο διαμέρισμα, που βρέθηκαν από Βέλγους ερευνητές τον Απρίλιο-, να είναι η ειδίκευση «στο διεθνές εμπόριο και στη διαμεσολάβηση», βασιζόμενος σε δύο ατού του: τις διασυνδέσεις του στις Βρυξέλλες και την ευρεία γλωσσομάθειά του.
«Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι ένα εξαιρετικό πλεονέκτημα, ειδικά για όσους συναναστρέφονται άλλες χώρες» έγραφε όλο νόημα ο Τζόρτζι. «Υπάρχουν πάντα αιτήματα που αναζητούν προσφορά» συμπλήρωνε. Η παραδοχή στην αστυνομία του περιβόητου για το Κατάρ-Gate Πιερ Αντόνιο Παντσέρι, πρώην βουλευτή του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, ότι ο Τζόρτζι δωροδοκήθηκε από τη Μαυριτανία προστίθεται στην έρευνα του Politico.
Προμήθεια 100.000 ευρώ
Θυμίζουμε ότι ο Τζόρτζι είχε υπάρξει βοηθός του Παντσέρι. Ο Παντσέρι λοιπόν δήλωσε στην αστυνομία ότι εκείνος και ο Τζόρτζι πήραν 100.000 ευρώ o καθένας το 2019. Ο Τζόρτζι βέβαια αρνήθηκε αυτή την κατηγορία, παραδεχόμενος ότι λάμβανε μόνο 1.800 ευρώ τον μήνα από την ενοικίαση ενός διαμερίσματος στον πρέσβη της Μαυριτανίας, ενώ πρόσθεσε στη δήλωσή του ότι υπήρξαν μερικοί μήνες που είχε υπενοικιάσει το μέρος σε δύο άλλα άτομα κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου.
Πάντως, ο πρώην σύντροφος της Εύας Καϊλή, σύμφωνα πάντα με όσα γράφει στις σημειώσεις του, είχε εντοπίσει έναν πιθανό προμηθευτή νιτρικών στη Γεωργία, ζητώντας μάλιστα τη συνδρομή της Εύας Καϊλή. Η τότε σύντροφός του δημιούργησε μια συνομιλία WhatsApp με την ονομασία «Int Exports» και πρόσθεσε τον Τζόρτζι κι έναν Ελληνα επιχειρηματία και εξαγωγέα ζυμαρικών με έδρα τη Γεωργία, σύμφωνα με αστυνομικό έγγραφο που επισυνάπτει όσα γράφτηκαν.
Σε αυτή τη συνομιλία, η πρώην αντιπρόεδρος της Ευρωβουλής παρουσίαζε τον Τζόρτζι ως «έναν έμπιστο σύμβουλο που εργάζεται για πολλές κυβερνήσεις», παροτρύνοντας εμμέσως τον επιχειρηματία να συνεργαστεί μαζί του, με το επιχείρημα ότι και οι δύο έχουν εξαιρετικές επαφές και εμπειρία στα ζυμαρικά, αλλά κυρίως σε ξένες κυβερνήσεις για εξαγωγές.
Ο Τζόρτζι ανέφερε στον επιχειρηματία ότι η συμφωνία ήταν συνολικής αξίας περίπου 17.000.000 δολαρίων, με «περιθώρια κερδών για τους μεσάζοντες», όπως τονίζει χαρακτηριστικά. Πάντως, στις σημειώσεις του ο Τζόρτζι εξηγεί πως η συμφωνία δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, καθώς η Μαυριτανία δεν άνοιξε τον διαγωνισμό, με την κατάσταση να γίνεται πολύπλοκη και χρονοβόρα για εκείνον.
Οι σχέσεις με Ελληνες εφοπλιστές για την αγορά ρωσικών πλοίων
Αυτή όμως δεν ήταν η μοναδική προσπάθεια διεθνούς δικτύωσης του Τζόρτζι, συνεχίζει το Politico. Σύμφωνα με τις σημειώσεις του, η Εύα Καϊλή τού είχε αναφέρει τον Απρίλιο του 2022 ότι μια ελληνική ναυτιλιακή εταιρία χρειαζόταν συμβούλους για να βοηθήσουν στην αγορά τεσσάρων ρωσικών πετρελαιοφόρων που κινδύνευαν να παγιδευτούν στις δυτικές κυρώσεις, στη σκιά του πολέμου στην Ουκρανία.
Σύμφωνα με τις σημειώσεις του από έναν ηλεκτρονικό φάκελο, με το όνομα «Business», ο Τζόρτζι αναφέρει ότι βρήκε δύο άλλους πιθανούς εταίρους: Τον Μάριο Μάουρο, πρώην υπουργό Αμυνας της Ιταλίας, και τον Σπύρο Παππά, δικηγόρο με έδρα τις Βρυξέλλες και πρώην στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, προσθέτοντας ότι έκανε τη σύνδεση «χωρίς να εμπλακεί» στη συμφωνία. Στον περίφημο φάκελο «Business» του Τζόρτζι βρέθηκε κι ένα προσχέδιο σύμβασης, που περιέγραφε την πιθανή διευθέτηση.
Ρωσικά δεξαμενόπλοια
Η εταιρία του Παππά θα παρείχε «νομικές συμβουλές» σε μια ελληνική ναυτιλιακή εταιρία για «την απόκτηση τεσσάρων δεξαμενόπλοιων αργού» από τη Sovcomflot, τη μεγαλύτερη ναυτιλιακή εταιρία της Ρωσίας, για περίπου 200.000.000 δολάρια. Ο Μάουρο, ο πρώην υπουργός, θα ενεργούσε ως «εξωτερικός σύμβουλος». Η συμφωνία, όμως, δεν κατέστη δυνατή μετά τον αποκλεισμό των πλοίων από μια δυτική τράπεζα.
Σε μια ξεχωριστή συνομιλία, ο Τζόρτζι συνέδεσε τον Παππά και τον Μάουρο τον Αύγουστο του 2022 με την Ιωάννα Προκοπίου, μέλος μιας επιφανούς ελληνικής οικογένειας εφοπλιστών. Μέσω e-mail ο Τζόρτζι φρόντισε ώστε να προγραμματίσει κλήση με αυτούς τους τρεις, για να συζητήσουν το εμπόριο ρωσικού υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG).
Παρά τις κυρώσεις στη Ρωσία, έγραψε, «είναι ευρέως αποδεκτό ότι η αλληλεξάρτησή μας παγκοσμίως υποχρεώνει την Ε.Ε. να τηρεί εξαιρέσεις, ειδικά όσον αφορά το LNG». Ο Μάουρο είπε ότι τελικά δεν συμμετείχε στη συμφωνία με το δεξαμενόπλοιο και δεν έλαβε καμία πληρωμή για τη συμμετοχή του σε προκαταρκτικές συνομιλίες. Είπε ότι δεν συμμετείχε στη διαβούλευση για το LNG.
Ο,τι κι αν συμβεί με τη δικαστική τύχη του Φραντσέσκο Τζόρτζι και την εμπλοκή του στο Κατάρ-gate, γίνεται αντιληπτό πως πρόκειται για έναν άνθρωπο που με τον μανδύα του κοινοβουλευτικού υπαλλήλου διείσδυε και αναζητούσε ευκαιρίες παράπλευρων δραστηριοτήτων, παρά τις κατευθυντήριες γραμμές του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου.