Αν το 2022 έκλεισε με το βάρος των υποκλοπών για την κυβέρνηση, το 2023 «έφυγε» με τα μαύρα στίγματα από το δυστύχημα των Τεμπών, την καταστροφή της Θεσσαλίας και την αποστράγγιση των εισοδημάτων λόγω ακρίβειας. Το κακό για το Μαξίμου είναι πως αυτές οι ανοιχτές πληγές ακολουθούν και το 2024 τη διακυβέρνηση Μητσοτάκη.
- εφημερίδα «δημοκρατία»
Η απροθυμία κυβέρνησης – Δικαιοσύνης να δώσουν μια πειστική εξήγηση για το σκάνδαλο των υποκλοπών, για τους ενόχους των Τεμπών, για τα σάπια αντιπλημμυρικά έργα στη Θεσσαλία, όπως και για την αισχροκέρδεια, θα ακυρώνει κάθε απόπειρα αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης με αντεπιχειρήματα περί… ανάπτυξης ή με χάδια από κάθε λογής επιδόματα.
Ο πρωθυπουργός «κάθεται» αναπαυτικά πάνω στο 41% των εκλογών, όπως και στις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών που εξακολουθούν να τον δείχνουν «απόλυτο κυρίαρχο». Ουδείς αμφισβητεί ότι για τον Κυριάκο Μητσοτάκη προσωπικά το 2023 ήταν μια πολύ καλή χρονιά.
Όμως, ο βασικός κανόνας της πολιτικής είναι ότι οι κάλπες αδειάζουν πριν από κάθε εκλογική δοκιμασία. Το ίδιο θα συμβεί και στις ευρωεκλογές του προσεχούς Ιουνίου, σε μια διαδικασία που είθισται να επικρατεί η «χαλαρή» ψήφος. Το μάθημα των πρόσφατων αυτοδιοκητικών εκλογών, εξάλλου, είναι ότι ακόμα κι αν δεν υπάρχει ισχυρή αντιπολίτευση, οι ίδιοι οι ψηφοφόροι μπορούν να την «εφεύρουν» αν θεωρήσουν ότι έφτασε η ώρα για αλλαγή προσώπων. Όπως συνέβη με την αναπάντεχη ανατροπή στον Δήμο Αθηναίων.
Τα άτσαλα «ανοίγματα» προς την Τουρκία αναμένεται να περάσουν στην επόμενη φάση με το νέο έτος. Οι μέχρι τώρα χειρισμοί της κυβέρνησης προκαλούν φόβο και ανασφάλεια στο σύνολο του πληθυσμού. Η παταγώδης αποτυχία στο διπλωματικό σκηνικό επαναβεβαιώθηκε και αυτές τις μέρες. Μέχρι και το failed state της Λιβύης απέκτησε ΑΟΖ 12 μιλίων. Το Μαξίμου συνεχίζει πεισματικά να μην εξασκεί τα νόμιμα δικαιώματα της Ελλάδας, θεωρώντας προφανώς ότι λίγο ακόμα και θα επιτύχει να τα… εξαφανίσει οριστικά.
Η κυβέρνηση σπαταλάει δυσανάλογα πολλή από την ενέργειά της δοκιμάζοντας τα αντανακλαστικά των πολιτών με διχαστικές προαναγγελίες νομοσχεδίων, όπως για παράδειγμα του γάμου και κυρίως της τεκνοθεσίας ομόφυλων ζευγαριών, κάτι που δεν αφορά τα καθημερινά προβλήματα της ευρείας πλειοψηφίας του λαού.
Αντίθετα, ο Μητσοτάκης έχει πετάξει λευκή πετσέτα και δεν ενδιαφέρεται να αναλάβει καμία σοβαρή πρωτοβουλία για την ακρίβεια που πνίγει κάθε μήνα τα «800άρια» των εκατομμυρίων χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων, ενώ το Μαξίμου παρακολουθεί με απάθεια και την οργιώδη εγκληματικότητα με πυροβολισμούς μέρα μεσημέρι σε πλατείες και γειτονιές.
Όσο ο πρωθυπουργός απολαμβάνει τη δόξα του «41%», δυσκολεύεται να διακρίνει ότι τα απτά αποτελέσματα της διακυβέρνησής του είναι δυσανάλογα με την αριθμητική του κυριαρχία στο πολιτικό σκηνικό. Επειδή τον ευνοεί η συγκυρία, λόγω μιας νεκροζώντανης αντιπολίτευσης, μπαίνει στον πειρασμό να ξεχνάει ότι η τύχη κάποτε τελειώνει.
Η πολιτική ιστορία βρίθει από παραδείγματα ηγετών που κοιμήθηκαν με το ίδιο πλευρό.