Έβλεπα τις προάλλες την πρωθυπουργική επίσκεψη στη Λέσβο που συγκέντρωσε τα φώτα της δημοσιότητας όχι τόσο για την άξια λόγου παράδοση του οδικού άξονα Καλλονή-Σίγρι, όσο για τους “τεμενάδες” του Κυριάκου Μητσοτάκη στους Τούρκους τουρίστες εξ αφορμής της βίζας εξπρές.
Ήταν μια εικόνα ευχάριστη, εκ πρώτης όψεως, ταιριαστή με τα χαμόγελα ικανοποίησης των νησιωτών μας, οι οποίοι περίμεναν πώς και πώς να δουν “Θεού πρόσωπο” από τον τουρισμό μετά την καταβύθισή του απ’ τη στιγμή της “βάφτισης” του νησιού τους ως Κέντρου Υποδοχής προσφύγων και μεταναστών προ ετών.
Όμως, σε δεύτερη ανάγνωση, η όλη εικόνα γεννούσε προβληματισμό γιατί συμπλήρωνε το παζλ της υστέρησης στην Εξωτερική πολιτική μας, η οποία ήταν ανέκαθεν η αχίλλειος πτέρνα μας δεδομένου ότι δεν είχε ποτέ χαρακτηριστικά μακρόπνοης εθνικής στρατηγικής, αλλά “γονατογραφήματος” που αναπροσαρμόζεται συγκυριακά ανάλογα με τις περιστάσεις.
Και οι περιστάσεις, τουλάχιστον απ’ το ’96 και εντεύθεν, απαιτούσαν μικρότερο ή μεγαλύτερο συμβιβασμό με τα “θέλω” των ξένων (ΗΠΑ και Γερμανίας, προπάντων), ανάλογα με τον βαθμό εξάρτησης του εκάστοτε ΥΠΕΞ και του πρωθυπουργού από αυτούς.
“Στην πολιτική υπάρχουν πράγματα που γίνονται και δεν λέγονται και άλλα που λέγονται και δεν γίνονται“, έλεγε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής. Κι αυτό ισχύει κατ’ εξοχήν για την Εξωτερική πολιτική μας, ειδικά αν αυτή είναι μυστικοπαθής και έχει προκάλυμμα γεωπολιτικό υψηλού επιπέδου…
Έτσι πορευόμαστε καλύπτοντας με επικοινωνιακά τεχνάσματα βαθύτερες αδυναμίες μας δίνοντας ψευδή εντύπωση στον λαό περί “εθνικά ανεξάρτητης” πολιτικής. Πολιτικής που, στην πραγματικότητα, δεν είναι ούτε ενεργητική ούτε ανεξάρτητη, όσο (σε διακυβερνητικό επίπεδο) ασκείται με βάση τον κατευνασμό και τις διαπροσωπικές σχέσεις αυτών που την ασκούν.
Πολιτικής που είναι επικίνδυνη για τα συμφέροντα του Ελληνισμού, γιατί επηρεάζεται από έξωθεν παρεμβάσεις και συγκλίνουν σ’ αυτήν και τα τρία “κόμματα εξουσίας” (ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΣΥΡΙΖΑ) δίνοντας την εντύπωση του κοινού μετώπου για την αντιμετώπιση της τουρκικής προκλητικότητας στο όνομα (υποτίθεται) της εθνικής σύμπνοιας.
Υποτίθεται, γιατί στην πραγματικότητα συναινούν στο ψαλίδισμα της αποτρεπτικής ισχύος της Ελλάδας (εξ ου και η χλιαρή αντίδραση στον σταδιακό αφοπλισμό των νησιών μας), προκειμένου να ικανοποιήσουμε τα γεωπολιτικά συμφέροντα των “Μεγάλων” του ΝΑΤΟ (ΗΠΑ-Γερμανία) τα οποία είναι αλληλένδετα με τα συμφέροντα της Τουρκίας.
Με δεδομένα αυτά, ευνόητα είναι τα ήξεις-αφήξεις και οι καιροσκοπικές κινήσεις, αφού – κατά πώς παίζουν το “νταούλι” οι ξένοι – “χορεύουμε”. Έτσι ακούσαμε τον ΥΠΕΞ μας να δηλώνει προ ημερών τη σταθερή προσήλωση της Ελλάδας στην προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος (βλ. Διάσκεψη “Our Ocean Conference”), αλλά τον είδαμε να σιωπά όταν ο Ερντογάν “γκρίζαρε” ακόμα και τις Κυκλάδες με αφορμή τα θαλάσσια πάρκα που εξήγγειλε ο Έλληνας πρωθυπουργός…
Ακούσαμε τον Γιώργο Γεραπετρίτη να δηλώνει (με αφορμή την έκτακτη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες στις 17 Απριλίου) ότι “Η Ελλάδα δε συζητά θέματα εθνικής κυριαρχίας“, αλλά δεν τον είδαμε να “σηκώνει το γάντι” και να απαντά στην εμπρηστική ρητορική Ερντογάν, ο οποίος θεωρεί διεκδικούμενη ουσιαστικά – ως… “κείμενη σε διεθνή ύδατα” – όλη την νησιωτική ελληνική επικράτεια πέραν των 6 ναυτικών μιλίων απ’ τα παράλια της ηπειρωτικής Ελλάδας.
Τα παράλια που ανοίγονται στο Αιγαίο και όχι μόνο, γιατί η Άγκυρα έχει αμφισβητήσει και την επέκτασή μας στα 12 νμ στο Ιόνιο, την οποία εξήγγειλε ο πρωθυπουργός και ενέκρινε η Ελληνική Βουλή με ισχυρή πλειοψηφία τον Ιανουάριο του 2021.
Ακούσαμε τον υπουργό Εξωτερικών να δηλώνει ότι “Πρόοδος στα ευρωτουρκικά σημαίνει σεβασμός στην κυριαρχία της Κύπρου“, αλλά δεν τον ακούσαμε να βγάζει “κιχ” μετά την θετική εισήγηση της Ντόρας Μπακογιάννη προς το Συμβούλιο της Ευρώπης για αποδοχή του αιτήματος ένταξης του ψευδοκράτους του Κοσόβου στον ευρωπαϊκό Οργανισμό.
Εισήγηση-“μαχαιριά” (καθ’ υπόδειξη τρίτων…) όχι μόνο στην ιστορική σύμμαχο και ομόδοξή μας Σερβία (η οποία θεωρεί “ιερή γη” της το Κοσσυφοπέδιο και βλέπει τους ομογενείς της σ’ αυτό να βρίσκονται υπό διωγμό από τους μουσουλμάνους Κοσοβάρους), αλλά και την Κύπρο δεδομένου ότι άνοιξε το δρόμο η ανεύθυνη πράξη της πρώην ΥΠΕΞ μας για αναγνώριση του τουρκικού ψευδοκράτους στα Κατεχόμενα δια της πλαγίας (ευρωπαϊκής) οδού…
Κι ας μην πάει ο κ. Γεραπετρίτης, εκ των υστέρων, να διορθώσει τα αδιόρθωτα της… “αντ’ αυτού” δηλώνοντας ότι η Ελλάδα “θα απέχει” από την ένταξη του Κοσόβου, γιατί ‘δεν έχουν εκπληρωθεί θεμελιώδη ζητήματα“.
Δήλωση που δεν πρέπει να μας ξεγελάει, γιατί είναι άκρως υποκριτική. Υποκριτική γιατί δεν είναι διορθωτική, πολύ περισσότερο καταδικαστική της εισηγητικής πρότασης της Ντόρας στο Στρασβούργο.
Δεν προτίθεται, μ’ άλλα λόγια, η ελληνική πλευρά να καταψηφίσει ανοιχτά και ξάστερα την αναγνώριση του ψευδοκράτους του Κοσόβου την οποία εισηγήθηκε η επικεφαλής της ελληνικής αντιπροσωπείας.
Απλά θα κρυφτεί πίσω απ’ την αποχή για λόγους επικοινωνιακούς, μετά την κατακραυγή που ξεσήκωσε η πράξη της πρωθυπουργικής αδελφής σε Ελλάδα και Κύπρο, όπου ηχεί ήδη εφιαλτικά η πιθανότητα… “απτών αποτελεσμάτων” της ελληνοτουρκικής προσέγγισης στο Κυπριακό με βάση την αισιόδοξη διαπίστωση Μητσοτάκη στη Λέσβο.
Πέρα από τη ζημιά όμως στην Κύπρο, η εισήγηση της Ντόρας Μπακογιάννη υπέρ της εισόδου του Κοσόβου στο Συμβούλιο της Ευρώπης και η πρόθεση της Ελλάδας να κρατήσει ποντιοπιλατική στάση (βλ. αποχή απ’ την ψηφοφορία ένταξης του Κοσόβου) στο θέμα αυτό, θα ρίξουν νερό στο μύλο του “τουρκικού” (κατά δήλωσή του) ΚΙΕΦ (Κόμματος Φιλίας Ισότητας και Ειρήνης, DEB τουρκιστί) στη Θράκη.
Στον μύλο του αυτονομιστικού κόμματος της Μουσουλμανικής Μειονότητας Θράκης, δηλαδή, το οποίο ψάχνει αφορμή για την “κοσοβοποίησή” της, πράγμα που θα επιχειρήσει να εφαρμόσει ο Ερντογάν και στα Κατεχόμενα (37%) της Κύπρου.
Το ίδιο δυσοίωνη είναι η προοπτική και για τα κυριαρχικά δικαιώματά μας στο Αιγαίο, παρά τα περί αντιθέτου λεγόμενα. Κι αυτό γιατί δεν έπαψε να ισχύει το “Ο Τούρκος δεν έχει μπέσα” (βλ. ελληνοτουρκικές συνυπογραφές και διακηρύξεις φιλίας), όπως ψέλλιζαν αλαλιασμένοι το 1922 οι παππούδες μας στα Βουρλά της Μικράς Ασίας.
Τότε που – παρά την υπόσχεση-όρκο του μουφτή στο Κοράνι ότι οι Τούρκοι δεν θα πείραζαν τους Έλληνες αν κλείνονταν στα σπίτια τους – αυτοί έσφαξαν τους περισσότερους και ρήμαξαν ό,τι ελληνικό υπήρχε (βλ. σχετικό κείμενο-ανταπόκριση του Γάλλου δημοσιογράφου Rene Puaux).
Δεδομένων αυτών, η αγωνία για τα νησιά του Βόρειου και Ανατολικού Αιγαίου (με επίκεντρο, κυρίως, το Καστελόριζο) περισσεύει σε όσους κοιτούν την αλήθεια κατάματα και δεν στρουθοκαμηλίζουν για κομματικούς λόγους.
Και περισσεύει, γιατί το Καστελόριζο – πέραν του ότι είναι ο ομφαλός των ενεργειακών κοιτασμάτων της χώρας μας – αποτελεί κομβικό σημείο συνάντησης των ΑΟΖ Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου. Έχει όμως διπλή ατυχία, γιατί:
- Δεν το καλύπτει κυριαρχικά η ημιτελής ελληνοαιγυπτιακή συμφωνία, την οποία πανηγυρίσαμε ως “μωρές παρθένες” το ’20 και αποτελεί ολέθριο λάθος του τότε ΥΠΕΞ Νίκου Δένδια. Κι αυτό γιατί – ναι μεν ακυρώνει τύποις το τουρκολιβυκό μνημόνιο, αλλά – αφήνει εκτός ελληνικής επήρειας (κυριαρχίας) τη μοιραία για τα εθνικά μας συμφέροντα θαλάσσια ζώνη μεταξύ 28ου-32ου μεσημβρινού (όπου ανήκουν η Ν. Ρόδος, η Κάρπαθος, η Κρήτη και το Καστελόριζο), με αποτέλεσμα το “ποθούμενο” τελευταίο να είναι έρμαιο των βουλιμικών διαθέσεων της Τουρκίας όντας “ακάλυπτο”. Και…
- Με την ηθελημένη “αμεριμνησία” μας – που έχει την αιτία της στο casus belli και το φοβικό σύνδρομο που “μπλοκάρει” κάθε εθνικά επωφελή κίνηση στην Εξωτερική πολιτική μας – αποφύγαμε την οριοθέτηση της ελληνικής με την κυπριακή ΑΟΖ, με αποτέλεσμα να αφήσουμε το πεδίο ελεύθερο στους Τούρκους.
Ελεύθερο για να δημιουργήσουν τετελεσμένα στην νησιωτική επικράτειά μας προβαίνοντας επιχειρησιακά, κατά το δοκούν, στην αναθεώρηση των Συνθηκών οι οποίες χάραξαν τα ελληνοτουρκικά σύνορα (Λωζάνη, 1923 & Παρισίων, 1947).
Και το “επιχειρησιακά” βάζει στον στόχο δεκάδες ελληνικά νησιά του Αιγαίου (απ’ τα 152 της λίστας “EGAYDAAK”, που έχουν γκριζάρει οι Τούρκοι προ ετών) με αιχμή των διεκδικούμενων το σύμπλεγμα της Μεγίστης /Καστελόριζου, το οποίο περιλαμβάνει επίσης τη Ρω και την γεωπολιτικής σημασίας Στρογγύλη.
Τη νησίδα-κλειδί που παίζει στρατηγικό ρόλο, ρόλο-κλειδί απ’ το 1982 (υπογραφή Σύμβασης Διεθνούς Δικαίου για το Δίκαιο της Θάλασσας, Μοντέγκο Μπέι – Τζαμάικα), αφού – αν την αποκτήσει η Τουρκία – θα έχει αυτόματα θαλάσσια σύνορα με την Αίγυπτο και θα μας χωρίσει γεωπολιτικά από την Κύπρο ακυρώνοντας την ένωση της ελληνικής ΑΟΖ με την κυπριακή…
Συνελόντι ειπείν, για να καταλήξουμε συνοψίζοντας, οδηγούμαστε αβίαστα στα εξής δύο συμπεράσματα:
- Είναι πολυεστιακά τα κατευθυντήρια κέντρα χάραξης της Εξωτερικής πολιτική μας μέσα και έξω απ’ τα σύνορά μας και γι’ αυτό εθνικά επικίνδυνα.
- Ανοίγουμε με ασυγχώρητα επικίνδυνη “αμεριμνησία” Κερκόπορτες σε Θράκη-Αιγαίο και Κύπρο και θα τα βρούμε μπροστά μας, γιατί τα αρπακτικά της απέναντι όχθης εννοούν όσα λένε και δεν είναι ετερόφωτα όπως εμείς…
Κρινιώ Καλογερίδου
*από himara.gr