Πόλεμο έχει κηρύξει η κυβέρνηση Μητσοτάκη στην Γενική Ευρωπαία Εισαγγελέα, Λάουρα Κοβέτσι, με φόντο το πολύνεκρο έγκλημα στα Τέμπη και την δικαιολογημένη παρέμβασή της. Μετά τις δηλώσεις που έκανε η κ. Κοβέτσι κατά την επίσκεψη της στην χώρας μας για αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών και την επίθεσή που δέχθηκε από τον υπουργό Υγείας, Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος ζήτησε την τιμωρία(!) της, την σκυτάλη πήρε το υπουργείο Δικαιοσύνης επιχειρώντας να περάσει διάταξη μέσω νομοσχεδίου για «φρένο» στο έργο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας.
Η θεσμική αυτή εκτροπή του υπουργείου Δικαιοσύνης απετράπη την τελευταία στιγμή, αφού έγινε χειρόγραφη διόρθωση από τον Γιώργο Φλωρίδη στο… παρά 5′.
Η διάταξη προκάλεσε θύελλα στην Ολομέλεια της Βουλής όταν έγινε αντιληπτή η «λαθροχειρία» πως είχε ενσωματωθεί σε νομοσχέδιο για τον Δικαστικό Χάρτη.
Η δημοσιοποίηση του θέματος, ωστόσο, και από την εφημερίδα «Δημοκρατία» οδήγησε στην τροποποίηση της διάταξης την τελευταία στιγμή, διά χειρός του Υπουργού Δικαιοσύνης Γιώργου Φλωρίδη, ο οποίος λίγο πριν από την ψήφιση του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια της Βουλής, τη Μεγάλη Πέμπτη, έκανε χειρόγραφη διόρθωση.
Είχε προηγηθεί η απάντηση της Ευρωπαίας Εισαγγελέα κ. Κοβέτσι, σε σχετικό ερώτημα της εφημερίδας «Δημοκρατία», μέσω της οποίας αποφεύχθηκε η επιχειρούμενη λαθροχειρία.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε το Γραφείο της Ευρωπαικής Εισαγγελίας “τον Σεπτέμβριο του 2023 απέστειλε στον Υπουργό Δικαιοσύνης πρόταση νομοθετικής τροποποίησης, σχετικά με τον ελληνικό νόμο για την εφαρμογή του κανονισμού Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας (ν. 4786/2021)”.
Στόχος της πρότασης αυτής, όπως εξηγείται στην αιτιολογική έκθεση του σχεδίου νόμου, ήταν η διαγραφή στο άρθρο 16 Β, παράγραφος 2, της τέταρτης και πέμπτης πρότασης, του νόμου 4786/2021 – ώστε να εξαλειφθεί η ανάγκη για τους Ευρωπαίους εντεταλμένους εισαγγελείς, σε διαδικασίες που αφορούν πλημμελήματα, να καλούν για δεύτερη φορά τον ύποπτο και να ζητούν τη γραπτή του κατάθεση, πριν από την κίνηση της ποινικής διαδικασίας ενώπιον του δικαστηρίου. Με τον τρόπο αυτό θα αποφεύγονταν οι περιττές επικαλύψεις».
Ωστόσο, στη διάρκεια της συζήτησης του νομοσχεδίου στη Βουλή υπέπεσε στην αντίληψη της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας ότι «η προτεινόμενη τροποποίηση ενέχει κίνδυνο πιθανής παρερμηνείας, καθώς παρέμενε ασαφές εάν το υπόλοιπο άρθρο 16 Β, παράγραφος 2, θα εφαρμοζόταν όχι μόνο σε έρευνες που αφορούν κακουργήματα, αλλά και σε έρευνες που αφορούν μόνο πλημμελήματα. Εάν το άρθρο αυτό παρερμηνευόταν με αυτόν τον τρόπο, το αποτέλεσμα θα ήταν ότι, ακόμη κι όταν η διαδικασία αφορούσε μόνο πλημμελήματα, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία θα έπρεπε να εμπλέκει τον ανακριτή, όπως προβλέπεται στην παράγραφο 1 του ίδιου άρθρου. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε ένα αποτέλεσμα που θα ήταν αντίθετο με τον σκοπό της μεταρρύθμισης, ο οποίος ήταν να διευκολύνει τις έρευνες της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας σε πλημμελήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητά της, όταν δεν ερευνώνται μαζί με κακουργήματα.
Ως εκ τούτου, κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής διαδικασίας, η Ευρωπαϊκή Εισαγγελία πρότεινε μια άλλη τροποποίηση, προκειμένου να αποσαφηνιστεί πέραν πάσης αμφιβολίας το επιδιωκόμενο πεδίο εφαρμογής της παραγράφου, με την προσθήκη της φράσης «για πλημμελήματα που διώκονται χωριστά η ποινική διαδικασία ασκείται από τον Ευρωπαίο εντεταλμένο εισαγγελέα, σύμφωνα με τους ισχύοντες κανόνες του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας».
Η συγκεκριμένη πρόταση προστέθηκε στην υπό τροποποίηση διάταξη και, όπως ισχύει, είναι πλέον σαφές ότι, οι έρευνες που αφορούν πλημμελήματα θα διεκπεραιώνονται από την Ευρωπαϊκή Εισαγγελία με τους ίδιους δικονομικούς κανόνες που ισχύουν στις εθνικές υποθέσεις εκτός Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας. Αυτό αναμένεται να διευκολύνει το καθημερινό έργο των Ευρωπαίων εντεταλμένων εισαγγελέων και να αυξήσει την αποτελεσματικότητα της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στην Ελλάδα».
Αυτό που απεφεύχθη ήταν η ερμηνευτική σύγχυση, καθώς όπως προσπάθησε να περάσει τη διάταξη το Υπουργείο Δικαιοσύνης φαινόταν ότι απαιτείται στην προδικασία και για τα πλημμελήματα που διώκονται αυτοτελώς η εμπλοκή του ανακριτή, δηλαδή η ανάγκη τακτικής ανάκρισης. Το γεγονός αυτό όχι μόνο θα περιέπλεκε τη διαδικασία, αλλά μπορεί και να την επιμήκυνε χρονικά σε τέτοιο βαθμό ώστε τα συγκεκριμένα αδικήματα να κινδύνευαν με παραγραφή.
Πηγή: dikografies