Ρόλο στα κυβερνητικά πράγματα αναζητεί μονίμως ο «γαλάζιος» βουλευτής Δημήτρης Μαρκόπουλος, γνωστός και ως «ο άνθρωπος για τη βρόμικη δουλειά», αλλά δεν του δίνουν σημασία. Αφού πρώτα σήκωσε όλο το βάρος της εξεταστικής επιτροπής για το έγκλημα των Τεμπών, πρωτοστατώντας στο να «βγει λάδι» το Μέγαρο Μαξίμου και όλοι οι εμπλεκόμενοι στο δυστύχημα, ο βουλευτής της Νέας Δημοκρατίας πέρασε στην αφάνεια για ένα διάστημα, καθώς όχι μόνο δεν υπουργοποιήθηκε ούτε αξιοποιήθηκε με κάποιον τρόπο, αλλά η Ηρώδου Αττικού τον έβαλε «στον πάγο», λόγω του υπερβάλλοντα ζήλου του και της τραμπούκικης συμπεριφοράς του.
Τις τελευταίες ημέρες, ωστόσο, φαίνεται πως ο ίδιος άρχισε να ψάχνει ξανά τη θέση του, επιλέγοντας να περάσει στην αντεπίθεση, προκειμένου να κάνει ντόρο και να γίνει αντιληπτός, αφήνοντας αιχμές κατά υπουργών που έχουν «κλειστές πόρτες», λέγοντας παράλληλα ότι «δεν πρέπει να φοβόμαστε τα ανοιχτά γεύματα μαζί τους», με φόντο τα καλέσματα των υπουργών.
Οπως ανέφερε δηκτικά: «Οι πόρτες των υπουργών οφείλουν πάντοτε να είναι ανοιχτές και όποιος τις κρατάει κλειστές, μάλλον δεν παρέχει καλή υπηρεσία ούτε στο κόμμα αλλά ούτε και στον εαυτό του. Μη νομίζετε ότι εμείς δεν επικοινωνούμε ως βουλευτές με το Μέγαρο Μαξίμου, με τους αρμοδίους για τον έλεγχο των υπουργών· όποιος δεν έχει ανοιχτή πόρτα, μάλλον δεν παρέχει καλή υπηρεσία ούτε στην κυβέρνηση ούτε και στον ίδιο του τον εαυτό. Νομίζετε ότι οι βουλευτές δεν μιλάμε για το ποιοι υπουργοί δεν δέχονται τους βουλευτές; Στο κάτω κάτω της γραφής, έχουμε και δημόσιο λόγο, αν κάποιος υπουργός είναι λίγο πιο διστακτικός στο να δεχθεί βουλευτές, εδώ είμαστε» σχολίασε αιχμηρά ο βουλευτής, ο οποίος ανέκαθεν παρήχε τις καλύτερες υπηρεσίες στα κεντρικά της κυβέρνησης.
Πάντως, ερωτηθείς για την καυτή ερώτηση των 11 για τα «κόκκινα» δάνεια, ο Δημήτρης Μαρκόπουλος ανέφερε πως «προφανώς, το να γίνονται κοινοβουλευτικές ερωτήσεις ή παρεμβάσεις βρίσκεται σε μια θετική κατεύθυνση. Χαίρομαι που βλέπω ότι οι υπουργοί της κυβέρνησης λαμβάνουν υπόψη τους βουλευτές».
Πηγή: Εφημερίδα Δημοκρατία
πολλοί τα αγάπησαν, τον χυδαίο και αδίστακτο ουδείς.