Αποφασιστικός και συνάμα αισιόδοξος παρουσιάστηκε για το «καθάρισμα» των Εξαρχείων ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, σε συνέντευξή του χτες το βράδυ στον Σκάι, όπου δήλωσε ότι «μέχρι το τέλος Μαρτίου τα Εξάρχεια θα έχουν καθαρίσει»!
Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης, έστειλε μηνύματα στους αλλοδαπούς που παρανομούν και στον Ρουβίκωνα, ενώ μίλησε για τα γεγονότα που σημάδεψαν την πολιτική του πορεία, τον πρώην συνεργάτη του, Γιώργο Βασιλάκη, που σκοτώθηκε από την έκρηξη παγιδευμένου φακέλου στο υπουργείο το 2010, για το μεταναστευτικό, αλλά και την επιλογή του να συνεργαστεί με την κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον οποίο «έχει ίδιες απόψεις στο θέμα της ασφάλειας».
Ο κ. Χρυσοχοΐδης δήλωσε αμετακίνητος από την σοσιαλδημοκρατική ιδεολογία του, αφού, όπως είπε, ήταν στο ιστορικό ΠΑΣΟΚ από τότε που φορούσε κοντά παντελονάκια. Ωστόσο, το κόμμα του πλέον «αποχώρησε οριστικά από την πολιτική σκηνή και ανήκει στην ιστορία».
Ο υπουργός χαρακτήρισε την εποχή που ζούμε σαν την μεταπολίτευση και ως περίοδο «μετάβασης στην κανονικότητα», κατά την οποία «καλούμαστε να κλείσουμε ένα κεφάλαιο που πόνεσε την Ελλάδα, μια εποχή που κυριάρχησαν οι ακραίοι με τον θυμό και τον παραλογισμό, που διατάραξαν την κοινωνία…». «Σε αυτή την κανονικότητα δήλωσα παρών με τον Κυριάκο Μητσοτάκη», πρόσθεσε ο υπουργός.
Κατηγόρησε τον ΣΥΡΙΖΑ για «πολύ θράσος» σε ό,τι αφορά την κριτική που του ασκεί στο θέμα της χρήσης ναρκωτικών από τοξικομανείς σε κοινή θέα στην Αθήνα, ότι δίνει την εντύπωση ότι προέρχεται «από ακροδεξιό κόμμα» και υπερασπίστηκε την πολιτική της κυβέρνησης στο θέμα αυτό, λέγοντας ότι προωθεί την εφαρμογή των χώρων εποπτευόμενης χρήσης, ενώ ταυτόχρονα έχει καθαρίσει τις πιάτσες της Αθήνας.
Δήλωσε ότι αν γύριζε ο χρόνος πίσω θα δεχόταν ξανά να αναλάβει το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, καθώς αισθάνεται πως έχει την ωριμότητα, την εμπειρία και την δυνατότητα «να φέρει σε πέρας δύσκολες αποστολές, με μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα από πριν» και τόνισε ότι θα το κάνει «γιατί αισθάνεται ότι χρωστάει πάρα πολλά» στην κοινωνία.
«Διάλεξαν λάθος χώρα, για να εγκληματούν»
Για τους αλλοδαπούς που παρανομούν ο κ. Χρυσοχοΐδης ανέφερε ότι «διάλεξαν λάθος χώρα και τόπο, για να εγκληματούν» και συμπλήρωσε ότι «θα φύγουν από τη χώρα» και μέχρι τότε «δεν πρόκειται ποτέ να αφεθούν ελεύθεροι, για λόγους προστασίας της κοινωνίας».
Με αφορμή τη χτεσινή συμπλοκή με νεκρό και τραυματία στο κέντρο της Αθήνας, ο υπουργός ανέφερε ότι οι δράστες είναι γνωστοί και θα συλληφθούν και υπογράμμισε ότι «δέσμευση του και της κυβέρνησης, στους κατοίκους της Αθήνας και της Ελλάδας, είναι το έγκλημα αυτού του είδους θα εκλείψει από τη χώρα».
Επεσήμανε, επίσης, ότι για την εγκληματικότητα στη δυτική Αττική έχουν αυξηθεί οι περιπολίες και οι αστυνομική παρουσία και επιχειρήσεις ενώ ο ίδιος θα έχει συναντήσεις με εκπροσώπους του ΔΕΔΗΕ για κλοπές καλωδίων, από τις οποίες το κράτος ζημιώνεται 22 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο, καθώς και με τοπικούς παράγοντες, προσθέτοντας πως γίνεται καταγραφή των εγκληματικών ομάδων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή.
Για την περίπτωση του Ρουβίκωνα είπε ότι «η νομοθεσία πρέπει να αλλάξει και θα αλλάξει» και συμπλήρωσε: «Πολύ σύντομα θα υπάρξουν απαντήσεις. Ο Ρουβίκωνας θα τιμωρηθεί αυστηρά αν δεν αλλάξει τακτική».
Για τα Εξάρχεια ανέφερε ότι εδώ και 4-5 μήνες η αστυνομία είναι εκεί γι’ αυτό δεν υπάρχουν καψίματα από τους «μπαχαλάκηδες» και κάθε μέρα η κατάσταση γίνεται καλύτερη στο κέντρο της Αθήνας.
Όπως είπε στα Εξάρχεια τα προβλήματα ήταν δύο: Η ανομία με τις καταλήψεις και η εγκληματικότητα από τους αλλοδαπούς κυρίως με το εμπόριο ναρκωτικών, κλοπές κ.λ.π.
Δείτε επίσης: Μεγάλη αστυνομική επιχείρηση στην οδό Μενάνδρου
Από προχθές έφυγαν τα ΜΑΤ καθώς μπήκε σε εφαρμογή νέο σχέδιο με βάση το οποίο εκτιμάται ότι μέσα σε λίγες εβδομάδες η γειτονιά «θα αποδοθεί στους κατοίκους της και στον δήμο».
Για τις καταλήψεις ο κ. Χρυσοχοΐδης είπε ότι «το τελεσίγραφο που είχε στείλει λειτούργησε» καθώς πολλοί συνεννοούνται με ιδιοκτήτες των κτηρίων για κάποια μορφή μίσθωσης ενώ «πολλές καταλήψεις αυτοεγκαταλείπονται».
Για το Κουκάκι είπε ότι «δεν υπήρξε καμιά τραυματική εμπειρία εκτός από τους τραυματισμούς των αστυνομικών», ενώ, για την περίπτωση της οικογένειας Ινδαρέ και το σάλο που δημιουργήθηκε για αστυνομική βία, επανέλαβε ότι περιμένει τα αποτελέσματα της δικαστικής διερεύνησης.
Για την αστυνομική βία γενικώς είπε ότι «όποιος δεν μπορεί να συγκρατήσει τα νεύρα του δεν έχει θέση στην αστυνομία», ενώ από τον Δεκέμβριο ψηφίστηκε Προεδρικό Διάταγμα για το πειθαρχικό δίκαιο και διάταξη για ανεξάρτητη διερεύνηση από τον Συνήγορο του Πολίτη.
Μίλησε για «απογοητευτική εικόνα» που βρήκε στην αστυνομία, όταν ανέλαβε το υπουργείο και ανθρώπους απρόθυμους να δουλέψουν, αποδίδοντας την «ισοπέδωση» στην κρίση με τις οριζόντιες περικοπές δαπανών, αλλά και στους δισταγμούς των προκατόχων του επί ΣΥΡΙΖΑ, που τους φρέναραν να κάνουν κάτι για την διάλυση των υπηρεσιών, το αποτύπωμα της οποίας φάνηκε στην τραγωδία στο Μάτι. Σημείωσε ότι το επίπεδο διάλυσης έρχεται από παλιά, αλλά «δεν θα πάθουμε τα ίδια με το Μάτι», όμως η χώρα πρέπει να προετοιμαστεί για να αποφύγει καταστροφές λόγω της κλιματικής αλλαγής.
Για το μεταναστευτικό ο υπουργός ανέφερε ότι τα μεγάλα προβλήματα δημιουργήθηκαν επειδή πολλαπλασιάστηκαν ξαφνικά οι ροές, που ήταν πολύ δύσκολα διαχειρίσιμες, επεσήμανε όμως ότι η κυβέρνηση παρέλαβε 72.000 εκκρεμείς αιτήσεις ασύλου σε βάθος χρόνου 3-4 ετών.
Είπε πως θεωρεί σωστό που επανιδρύθηκε υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και ότι επισπεύδονται οι διαδικασίες ασύλου για να ξεκαθαριστεί ποιοι θα μείνουν και ποιοι θα φύγουν. Έδωσε μεγάλη σημασία στη φύλαξη των συνόρων και την εφαρμογή της συμφωνίας ΕΕ – Τουρκίας, ενώ αναφέρθηκε στα προγράμματα ενσωμάτωσης της ΕΕ.
Για την υπόθεση της δολοφονίας του υπασπιστή του, Γ. Βασιλάκη, το 2010, ο υπουργός δεν έκρυψε την δυσφορία του, διότι 10 χρόνια μετά δεν έχει κλείσει η υπόθεση, διαβεβαίωσε όμως ότι τώρα γίνεται προσπάθεια να δοθεί μια απάντηση.
Υπογράμμισε ότι για την υπόθεση υπάρχουν διασταυρωμένα στοιχεία για ένα άτομο (σ.σ. για την υπόθεση έχει κατηγορηθεί ο Βασίλης Παλαιοκώστας) και τόνισε: «Δεν μίλησα ούτε θα μιλήσω μέχρι να συλληφθεί αυτός που καταζητείται και οι διωκτικές και δικαστικές αρχές να κάνουν τη δουλειά τους. Χάθηκε ένας πολύ καλός άνθρωπος, ένας πατέρας δύο παιδιών, ικανότατος αξιωματικός, που ήταν στενός συνεργάτης και φίλος μου. Πέρασαν δέκα χρόνια και δεν ξέρω τι έχει γίνει. Όχι για μένα, γιατί εγώ δεν φέρω βάρη ψυχικά και αισθήματα εκδικητικά. Προσπαθώ να κάνω τη δουλειά μου έξω από συναισθήματα. Υπάρχει το καθήκον το πολιτικό και το κοινωνικό, κάνουμε τη δουλειά μας για το κοινωνικό σύνολο».