Αυτή είναι η πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τον Τριαντόπουλο: Στο «σκαμνί» της Προανακριτικής για παράβαση καθήκοντος

Ολόκληρη η πρόταση της Χαριλάου Τρικούπη για τη σύσταση προανακριτικής επιτροπής 

Must Read

Η πρόταση του ΠΑΣΟΚ προς τη Βουλή είναι να συσταθεί Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη Διενέργεια Προκαταρκτικής Εξέτασης κατά του Χρήστου Τριαντόπουλου, για τη διερεύνηση τυχόν αδικημάτων που έχουν τελεστεί κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

Συγκεκριμένα, η Χαριλάου Τρικούπη ζητά την Προανακριτική κατά του πρώην Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ, για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος στο διάστημα 3-6 Μαρτίου 2023, τα πρώτα κρίσιμα 24ωρα δηλαδή μετά τη σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών, η οποία αποδεικνύεται ότι ήταν έγκλημα που θέλουν να συγκαλύψουν οι κυβερνώντες.

Γι’ αυτό ακριβώς το λόγο η πρόταση του ΠΑΣΟΚ περιγράφει αναλυτικά το χρονικό της εντολής του μπαζώματος του σημείου του δυστυχήματος που αλλοίωσε κρίσιμα στοιχεία και δείχνει τον Χρήστο Τριαντόπουλο ως τον άνθρωπο που έδωσε την εντολή.

«Προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις, άξιες προκαταρκτικής διερεύνησης, ότι ο καθ’ ου η παρούσα πρόταση κ. Χρήστος Τριαντόπουλος τέλεσε κατά τα προεκτεθέντα το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 3.3.2023 και 6.3.2023 με την ιδιότητα του μέλους της Κυβέρνησης και ειδικότερα του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ», αναφέρει χαρακτηριστικά η πρόταση του ΠΑΣΟΚ.



Σε άλλα σημεία της πρότασης του ΠΑΣΟΚ επισημαίνονται τα εξής:

Σε κάθε περίπτωση, από τα ως άνω δεδομένα της δικογραφίας προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ότι η ως άνω «άτυπη συνάντηση» ή «σύσκεψη» της 3ης Μαρτίου 2023, με παρουσία του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ Χρ. Τριαντόπουλου, όσο και κλιμακίου κυβερνητικών παραγόντων, δύο μέρες μετά την τραγωδία, αποτελεί το εναρκτήριο γεγονός της αθέμιτης επέμβασης στον χώρο του δυστυχήματος και αλλοίωσής του. Ως πρόσχημα και μόνο για την παράνομη αυτή επέμβαση χρησιμοποιήθηκε η ανάγκη αποκατάστασης της κυκλοφορίας των τρένων, η οποία όμως δεν πραγματοποιήθηκε για περίπου ένα μήνα ακόμα (στις 29.3.2023) και ανεξάρτητα από την αλλοίωση του χώρου, η οποία είχε ολοκληρωθεί εντός ολίγων ωρών, την 4.3.2023, με αποτέλεσμα την εξαφάνιση κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων.

[…]

Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ανωτέρω ειδικότερα παρατεθέντα πραγματικά περιστατικά, προκύπτουν (τουλάχιστον) σοβαρές ενδείξεις, ότι ο τότε Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Χρήστος Τριαντόπουλος, δια της συμμετοχής του στην «άτυπη σύσκεψη» ή «συνάντηση» της 3.3.2023, όπου φέρεται ότι αποφασίστηκε η αλλοίωση του χώρου του δυστυχήματος, χωρίς την απαιτούμενη κατά νόμο ενημέρωση και την άδεια της αρμόδιας δικαστικής Αρχής και παρά τις ρητά εκπεφρασμένες αντιρρήσεις του Διοικητή Τροχαίας και μέχρι προ ολίγων ωρών αρμόδιου για την διασφάλιση του χώρου ως διενεργούντος την προανάκριση Βασιλείου Βλαχογιάννη, ο οποίος άνευ περιστροφών επεσήμανε τον παράνομο χαρακτήρα τυχόν τέτοιας επέμβασης και αποχώρησε, προκάλεσε την απόφαση στους αρμόδιους υπαλλήλους να παραβούν το καθήκον της υπηρεσίας τους επιτρέποντας την αλλοίωση του χώρου και δίνοντας την σχετική εντολή στους υπευθύνους της επιχείρησης χωματουργικών εργασιών με την επωνυμία «ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΝΔΡΕΜΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.» να μεταφέρουν τα προεκτεθέντα και σε κάθε περίπτωση συναίνεσε και συνέβαλε σε αυτήν την έκνομη απόφαση, προσφέροντάς τους την απαραίτητη ψυχική συνδρομή δια της εμφανούς «πολιτικής κάλυψης» της πράξεως τους και σε κάθε, επιπλέον, περίπτωση, παρέλειψε να τους αποτρέψει, αν και είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς τούτο, από την ολοκλήρωση της κατά τα προεκτεθέντα αλλοίωσης του χώρου και εξαφάνισης κρίσιμων αποδεικτικών μέσων για την διαλεύκανση των διερευνώμενων από την ανάκριση αξιόποινων πράξεων.

  • Αναλυτικά:

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ

ΠΡΟΤΑΣΗ

Σύστασης Ειδικής Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης κατά το άρθρο 86 παρ. 3 του Συντάγματος, τα άρθρα 153 επ. του Κανονισμού της Βουλής και το άρθρο 5 του Ν. 3126/2003 περί της «Ποινικής Ευθύνης Υπουργών».

Α. Εισαγωγικά
Καθώς συμπληρώνονται δύο χρόνια από το τραγικό δυστύχημα των Τεμπών, παραμένει βαθύ το συλλογικό τραύμα στην ελληνική κοινωνία και αναδεικνύεται καθημερινά το πάνδημο αίτημα για πλήρη διαλεύκανση τόσο των περιστατικών του δυστυχήματος και της πυρκαγιάς, όσο και των δυσεξήγητων υπηρεσιακών ενεργειών, που ακολούθησαν τις αμέσως επόμενες ώρες και ημέρες και οι οποίες είχαν ως αντικειμενικό αποτέλεσμα την ουσιώδη δυσχέρανση της δικαστικής έρευνας. Στο πλαίσιο αυτό δεν θα ήταν υπερβολή να σημειωθεί ότι τόσο το ίδιο το δυστύχημα, όσο και οι ολοένα αυξανόμενες ενδείξεις περί συγκάλυψής του, αποτελούν πλέον για την ελληνική κοινωνία προβλήματα που άπτονται της υγείας των θεσμών μας, της ποιότητας της Δημοκρατίας μας και της λειτουργίας του Κράτους Δικαίου.

Από τη μία μεριά υπάρχουν τα αίτια και οι συνθήκες που οδήγησαν στο ίδιο το δυστύχημα και στην πυρκαγιά που προκλήθηκε αμέσως μετά την σύγκρουση των δύο συρμών, θέματα για τα οποία βρίσκεται ακόμα σε εξέλιξη η ανακριτική διαδικασία και για τα οποία έχουμε δεσμευθεί να τοποθετηθούμε όταν αυτή θα ολοκληρωθεί και ανάλογα με τα πορίσματά της.
Από την άλλη μεριά, όμως, υπάρχει το δεδομένο της αλλοίωσης του ίδιου του χώρου του τραγικού δυστυχήματος, ενός τόπου δηλαδή στον οποίο φέρονται ότι τελέστηκαν αξιόποινες πράξεις ερευνώμενες από την ανάκριση. Η αλλοίωση αυτή έλαβε χώρα τις αμέσως επόμενες ημέρες και ήρθε στο φως μετά από μηνύσεις συγγενών θυμάτων της τραγωδίας, οι οποίες εκκρεμούν ενώπιον των δικαστικών Αρχών της Λάρισας.

Για το εν λόγω θέμα η ανακριτική διαδικασία έχει ολοκληρωθεί, σε ό,τι αφορά τα πολιτικά πρόσωπα, με την διαβίβαση προς την Βουλή κατά το άρθρο 86 Σ, τα άρθρα 153 επ. του Κανονισμού της Βουλής και το άρθρο 5 του Ν. 3126/2003 περί της «Ποινικής Ευθύνης Υπουργών» από την Εισαγγελία Εφετών Λάρισας δια της Εισαγγελίας του Αρείου Πάγου της σχετικής δικογραφίας, συνοδευόμενης από μία πλήρως και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη Διάταξη της Εισαγγελέως Εφετών Λάρισας.

Ειδικότερα:

Β. Διαδικαστικό Ιστορικό
Μετά από εγκλήσεις, τις οποίες κατέθεσαν συγγενείς θυμάτων της τραγωδίας των Τεμπών σε βάρος του συνόλου των μελών του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας που συγκροτήθηκε για το δυστύχημα την 1.3.2023 και σε βάρος μελών της Κυβέρνησης (και συγκεκριμένα τους Υπουργό Υγείας Αθανάσιο Πλεύρη, Υφυπουργό Υγείας Ζωή Ράπτη, Υφυπουργό Μεταφορών Μιχάλη Παπαδόπουλο και Υφυπουργό παρά τω Πρωθυπουργό Χρήστο Τριαντόπουλο), εκδόθηκε η από 26.3.2024 Διάταξη της Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Λάρισας, με την οποία αυτές τέθηκαν στο αρχείο. Επί της Διάταξης αυτής ο εκ των εγκαλούντων Παύλος Ασλανίδης άσκησε την από 17.4.2024 Προσφυγή ενώπιον της Εισαγγελέως Εφετών Λάρισας και ακολούθως εκδόθηκε η από 22.4.2024 και με αριθμό 43/2024 Διάταξη της τελευταίας, με την οποία η Προσφυγή έγινε δεκτή και διατάχθηκε περαιτέρω προκαταρκτική εξέταση από την Αντεισαγγελέα Πλημμελειοδικών Λάρισας προς διερεύνηση ενδεχόμενης τέλεσης των εγκλημάτων της παράβασης καθήκοντος και της υπόθαλψης εγκληματία.

Όπως αναφέρεται στην ως άνω Διάταξη της Εισαγγελέως Εφετών Λάρισας, η συνέχιση της προκαταρκτικής εξέτασης κρίθηκε αναγκαία, καθώς διαπιστώθηκε ότι τις επόμενες ημέρες του δυστυχήματος, που έλαβε χώρα στις 28.2.2023 και περί ώρα 23.23 στην περιοχή του Ευαγγελισμού του δήμου Τεμπών και στη σιδηροδρομική – χιλιομετρική θέση 372 της σιδηροδρομικής γραμμής Πλατέως – Πειραιώς, απομακρύνθηκαν από τον χώρο σημαντικά αποδεικτικά στοιχεία, ώστε να καθίσταται «δυσχερής αν όχι αδύνατη» η πλήρης συγκέντρωση και αξιοποίηση όλων των ευρημάτων προκειμένου να εντοπιστούν οι αιτίες του δυστυχήματος και συνακόλουθα οι πράξεις και παραλείψεις των υπαιτίων που αιτιακά οδήγησαν σε αυτό. Ακολούθως ζητήθηκε να διευκρινιστεί κατά την προκαταρκτική εξέταση ποια συγκεκριμένα πρόσωπα παρευρίσκονταν στον χώρο τις πρώτες ημέρες και μέχρι και την επίστρωσή του με πίσσα και χαλίκια, ποιος ή ποια πρόσωπα έδωσαν εντολή απομάκρυνσης των χωμάτων και των λοιπών υλικών που στη συνέχεια μεταφέρθηκαν σε ιδιόκτητο οικόπεδο χωρίς να τεθεί το υλικό αυτό στη διάθεση των δικαστικών αρχών, αν συντάχθηκε έκθεση για την απομάκρυνση των υλικών ή καταγράφηκε αυτή η ενέργεια σε οποιοδήποτε άλλο έγγραφο, την επισύναψη στη δικογραφία όλων των σχετικών εγγράφων και απαντήσεων και τελικώς την λήψη ανωμοτί καταθέσεων των εμπλεκόμενων προσώπων.

Μετά την διενέργεια και ολοκλήρωση της εισαγγελικής προκαταρκτικής εξέτασης, η Εισαγγελέας Εφετών Λάρισας εξέδωσε την με αριθμό 69/15.7.2024 Διάταξή της, με την οποία δέχθηκε εν μέρει την Προσφυγή του εγκαλούντος Παύλου Ασλανίδη, παρήγγειλε την άσκηση ποινικής δίωξης σε βάρος των 1. Βασιλείου Παπαγεωργίου του Παναγιώτη, 2) Κωνσταντίνου Αγοραστού του Αναστασίου, 3) Αγάπιου Χαρακόπουλου του Παντελή και 4) Ευάγγελου Φαλάρα του Άγγελου για την πράξη της παράβασης καθήκοντος από κοινού με ενέργεια και δια παραλείψεως, ενώ την απέρριψε ως προς το σκέλος της έγκλησης που στρεφόταν σε βάρος των μελών του Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας που συνεδρίασε την 1.3.2023 και ώρα 02.30 και 04.30.

Η ως άνω Διάταξη, μετά της συγκεντρωθείσας δικογραφίας από την συμπληρωματική Προκαταρκτική Εξέταση, διαβιβάστηκε στην Βουλή καθώς η Εισαγγελέας Εφετών Λάρισας, ως όφειλε βάσει της διάταξης του άρθρου 86 Σ και του άρθρου 4 Ν.3126/2003, απείχε από την διερεύνηση ευθυνών μελών της Κυβέρνησης και είχε ήδη με την αρχική υπ’ αριθ. 43/2024 Διάταξή της παραγγείλει την αποστολή της δικογραφίας στην Εισαγγελία του Αρείου Πάγου προς τούτο.

Γ. Πραγματικά περιστατικά
Από την διενεργηθείσα προκαταρκτική εξέταση προέκυψαν, βάσει του συνόλου των μέχρι σήμερα αποδεικτικών στοιχείων και των παραδοχών της Εισαγγελέως Εφετών Λάρισας, καταρχήν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά, τα οποία φρονούμε ότι οφείλει να διερευνήσει περαιτέρω στο πλαίσιο της προκαταρκτικής της εξέτασης η αρμόδια Επιτροπή της Βουλής βάσει της αποκλειστικής αρμοδιότητάς της κατ’ άρθρα 86 Σ. και 153 επ. του ΚτΒ:
Λίγες ώρες μετά το τραγικό σιδηροδρομικό δυστύχημα, που συνέβη την 28.2.2023 και περί ώρα 23.23 στην περιοχή Ευαγγελισμού του Δήμου Τεμπών και το οποίο στοίχισε τη ζωή σε 57 ανθρώπους, περί ώρα 2.30 π.μ. της 1.3.2023 έλαβε χώρα συνεδρίαση των μελών του συγκροτηθέντος Συντονιστικού Οργάνου Πολιτικής Προστασίας (ΣΟΠΠ) με θέμα τη διαχείριση του δυστυχήματος. Κατά τη συνεδρίαση, για την οποία τηρήθηκαν πρακτικά, ο Συντονιστής Πυροσβεστικών Υπηρεσιών Θεσσαλίας και Στερεάς Ελλάδας Ευάγγελος Φαλάρας εισηγήθηκε την ενεργοποίηση του ειδικού σχεδίου διαχείρισης ανθρώπινων απωλειών (ΣΔΑΑ). Ζητήθηκε αυξημένη ενεργοποίηση του Στρατού και της Αστυνομίας, ετοιμότητα των νοσοκομείων της Λάρισας, ενεργοποίηση των εθελοντικών οργανώσεων. Αποφασίστηκε περαιτέρω η ενεργοποίηση επιπλέον νεκροθαλάμων εφόσον χρειαστεί, η ενίσχυση του επιχειρησιακού έργου με μηχανήματα βαρέως τύπου σε συνέχεια τηλεφωνικών επικοινωνιών με τους ιδιοκτήτες αυτών, η διάθεση σκαπτικών μηχανημάτων για διαμόρφωση του χώρου επιχειρησιακής δράσης, η διοικητική μέριμνα για όσο διάστημα απαιτηθεί, η ψυχολογική υποστήριξη συγγενών των επιβατών της επιβατικής αμαξοστοιχίας, η μέριμνα για την διαμονή τους, και τέλος ο έλεγχος του δικτύου φυσικού αερίου από προσωπικό της ΔΕΣΦΑ. Το σχετικό συνταχθέν έγγραφο της συνεδρίασης έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου 80174/1-3-2023.

Ακολούθησε δεύτερη έκτακτη συνεδρίαση του ίδιου ως άνω οργάνου, δύο ώρες αργότερα και περί ώρα 04.30, κατά την οποία επικαιροποιήθηκαν οι αποφάσεις του προηγούμενου ΣΟΠΠ και ζητήθηκαν επιπλέον ασθενοφόρα και παραμονή τους στον τόπο του συμβάντος μέχρι να ολοκληρωθούν οι επιχειρήσεις, ζητήθηκε να αυξηθεί ο αριθμός των νεκροθαλάμων, και ο,τιδήποτε άλλο απαιτηθεί στο πλαίσιο των ενεργειών επί του πεδίου. Και για αυτή τη συνεδρίαση τηρήθηκαν πρακτικά και το σχετικό συνταχθέν έγγραφο έλαβε αριθμό πρωτοκόλλου 80175/1-3-2023.

Κατόπιν αυτού, απεστάλη το με αριθμό πρωτοκόλλου 80190/1-3-2023 έγγραφο του προϊσταμένου του τμήματος πολιτικής προστασίας προς τη διεύθυνση τεχνικών έργων ΠΕ Λάρισας και τον Αντιπεριφερειάρχη ΠΕ Λάρισας, δυνάμει του οποίου ζητείτο από την περιφέρεια η διάθεση βαρέων οχημάτων προς υλοποίηση της ανωτέρω απόφασης του ΣΟΠΠ. Ο Αντιπεριφερειάρχης Λάρισας έδωσε άμεσα εντολή στον διαχειριστή της επιχείρησης χωματουργικών εργασιών «ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΝΔΡΕΜΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.» να διαθέσει τα μηχανήματα του με ισάριθμους οδηγούς, προκειμένου να συνδράμει σύμφωνα με τα ανωτέρω, το έργο της πυροσβεστικής υπηρεσίας στον τόπο του ατυχήματος. Ο δικαιολογητικός λόγος αυτής της απόφασης και της συνακόλουθης υλοποίησης της, εδράζονταν στο γεγονός ότι λόγω του μεγάλου όγκου και του πάχους των βαγονιών των αμαξοστοιχιών που συγκρούστηκαν, ήταν εξαιρετικά δυσχερής η κοπή των μεταλλικών ελασμάτων, προκειμένου να επιτευχθεί από τους πυροσβέστες ο απεγκλωβισμός των επιβατών και η απομάκρυνση των σορών, ενώ επιπροσθέτως ήταν απολύτως αναγκαίος ο καθαρισμός του εδάφους με γερανούς και μηχανήματα βαρέως τύπου από χόρτα, θάμνους και λάσπες που είχαν συγκεντρωθεί πέριξ των βαγονιών, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα προσέγγισης και απεγκλωβισμού των θυμάτων.

Τα ανωτέρω, σύμφωνα με τις παραδοχές της εισαγγελικής Διάταξης, έγιναν στο πλαίσιο του νόμου και δεν υφίστανται ενδείξεις ότι, πέραν όσων ανεγράφησαν στα οικεία πρακτικά, υπήρξε κατά τις συνεδριάσεις αυτές απόφαση ή εντολή επέμβασης στον τόπο του δυστυχήματος προς τον σκοπό αλλοίωσής του και δυσχέρανσης ή ματαίωσης της συλλογής κρίσιμου αποδεικτικού υλικού, ή ότι η μεταγενέστερη έκνομη επέμβαση στο χώρο του δυστυχήματος έγινε σε εκτέλεση απόφασης που ελήφθη κατά τις συγκεκριμένες συνεδριάσεις και αυτός είναι ο λόγος που η παρούσα πρότασή μας δεν στρέφεται και σε βάρος των λοιπών εγκαλούμενων κατά τα προεκτεθέντα μελών της κυβέρνησης.

Ωστόσο, τις αμέσως επόμενες ημέρες μετά το δυστύχημα έλαβαν χώρα ενέργειες επέμβασης και αλλοίωσης του χώρου του δυστυχήματος, καθώς και εξαφάνισης αποδεικτικών στοιχείων, οι οποίες έγιναν άτυπα, χωρίς φυσικά τήρηση πρακτικών, χωρίς βάσιμο λόγο και χωρίς επίσημη έγκριση από την αρμόδια Αρχή, που εν προκειμένω ήταν ήδη η Εισαγγελία Πρωτοδικών Λάρισας και η αρμόδια τακτική Ανακρίτρια που είχαν μετά την άσκηση ποινικής δίωξης από 2.3.2023 την ευθύνη της ανάκρισης. Με τις ενέργειες αυτές, οι οποίες συνίσταντο στην απομάκρυνση σημαντικών αποδεικτικών στοιχείων από τον τόπο του εγκλήματος, κατέστη δυσχερής αν όχι αδύνατη η πλήρης συγκέντρωση και αξιοποίηση όλων των ευρημάτων, προκειμένου να εντοπιστούν οι αιτίες του δυστυχήματος και συνακόλουθα οι πράξεις και παραλείψεις των υπαιτίων που αιτιακά οδήγησαν σε αυτό, σύμφωνα και με τις παραδοχές της Διάταξης.

Σύμφωνα με τις από 18.1.2024 καταθέσεις του διαχειριστή Αθανάσιου Πανδρεμμένου και των ομόρρυθμων εταιρειών Μάριου και Κωνσταντίνου Πανδρεμμένου της εταιρείας με την επωνυμία «ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΝΔΡΕΜΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.», οι οποίοι με μηχανήματα έργων που διαθέτει η ως άνω εταιρεία κλήθηκαν να συνδράμουν την επόμενη μέρα στον τόπο του ατυχήματος, προκύπτει ότι με εντολή της Π.Υ. ξερίζωσαν θάμνους, πουρνάρια και δέντρα, και έριξαν χαλίκια για να μην βουλιάζει το έδαφος και την δεύτερη και τρίτη ημέρα μετά το ατύχημα οι ίδιοι απομάκρυναν περίπου 300 κυβικά χώμα με ο, τι υλικά και αντικείμενα περιλάμβανε αυτό και τα εναπόθεσαν σε οικόπεδο ιδιοκτησίας τους με εντολή της Π.Υ. επειδή «δεν τα χρειαζόταν». Στη συνέχεια με εντολή της Περιφέρειας προέβησαν σε επίστρωση με πίσσα και χαλίκια και διαμόρφωσαν τον χώρο προκειμένου να «γίνει ένα εκκλησάκι για τα θύματα».

Περαιτέρω, όσον αφορά την διερεύνηση του δυστυχήματος και την ευθύνη διατήρησης του χώρου, αμέσως μετά το δυστύχημα επιλήφθηκε το Α.Τ. Τεμπών και περί ώρα 06.00 της 1.3.2023 η διενέργεια της προανάκρισης ανατέθηκε από τον Αστυνομικό Διευθυντή της Διεύθυνσης Αστυνομίας Λάρισας στον Διοικητή του Τμήματος Τροχαίας Λάρισας Βασίλειο Βλαχογιάννη. Ο τελευταίος επιλήφθηκε των πρώτων ανακριτικών πράξεων στο πλαίσιο της αυτεπάγγελτης αστυνομικής προανάκρισης και στις 2.3.2023 υπέβαλε τη σχετική δικογραφία με παράλληλη αποστολή συνοδείας ενός εκ των φερόμενων ως υπαιτίων του δυστυχήματος που είχε συλληφθεί στο πλαίσιο του αυτοφώρου προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Λάρισας. Ακολούθως κινήθηκε από τον Εισαγγελέα ποινική δίωξη και παραγγέλθηκε η διενέργεια Κύριας Ανάκρισης (βλ. το με αριθμό 1019/21/1-β/2.3.2023 έγγραφο του τμήματος τροχαίας Λάρισας). Κατά συνέπεια, από το χρονικό αυτό σημείο της 2.3.2023 οποιαδήποτε επέμβαση στο χώρο του δυστυχήματος έπρεπε να γίνει σε συντονισμό με την Εισαγγελική και Ανακριτική Αρχή.

Εξάλλου, σύμφωνα με το από 1.5.2024 έγγραφο της Α.Δ. Λάρισας ευθύς ως αυτή ενημερώθηκε για το σιδηροδρομικό δυστύχημα διέταξε να μεταβούν στο σημείο όλες οι διαθέσιμες δυνάμεις της με αποστολή του συνόλου των παρευρισκόμενων αστυνομικών δυνάμεων στο χώρο του δυστυχήματος αλλά και πέριξ αυτού, την αποτροπή πρόσβασης σε αυτόν από τρίτα μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα πλην προσώπων και οχημάτων των φορέων που επιχειρούσαν για τη διάσωση των επιβαινόντων στις αμαξοστοιχίες. Στο χώρο του δυστυχήματος επιχειρούσαν η Π.Υ., η ΕΜΑΚ, η πολιτική προστασία, η υπηρεσία φυσικού αερίου, οι ένοπλες δυνάμεις, το ΕΚΑΒ, ο δήμος Τεμπών και εθελοντικές ομάδες – διασώστες υπό την καθοδήγηση της πολιτικής προστασίας, ενώ υπηρεσία στο σημείο εκτελούσε αστυνομικό προσωπικό από την ώρα του δυστυχήματος έως και ώρα 14.00 της 9.3.2023. Σημειώνεται ότι η Α.Δ. Λάρισας δεν έγινε αποδέκτης ούτε έλαβε γνώση περί εντολής απομάκρυνσης υλικών από τον τόπο του ατυχήματος.

Σύμφωνα με τις απαντήσεις στα ίδια ερωτήματα εκ μέρους της Π.Υ. Λάρισας, στο σιδηροδρομικό δυστύχημα ενεπλάκησαν δυνάμεις οργανικών μονάδων τόσο της αρμοδιότητας της ΠΕ.ΠΥ.Δ. Θεσσαλίας, όσο και δυνάμεις άλλων ΠΕ.ΠΥ.Δ., κεντρικών υπηρεσιών και ειδικών περιφερειακών υπηρεσιών του πυροσβεστικού σώματος. Από τα αρχεία που διατηρεί η ΠΕ.Πυ.Δ. Θεσσαλίας δεν προκύπτει ότι δόθηκε εντολή απομάκρυνσης υλικών, ούτε ότι δόθηκε στις αρμόδιες πυροσβεστικές υπηρεσίες σχετική εντολή από την έχουσα είτε την προανάκριση είτε την κύρια ανάκριση του συμβάντος αρχή. Ως εκ τούτου δεν διαθέτει η υπηρεσία στοιχεία ότι συντάχθηκε έκθεση απομάκρυνσης υλικών, ενώ την προανάκριση στον τόπο του συμβάντος και τον σχηματισμό δικογραφίας και ως εκ τούτου τη σύνταξη σχετικών εκθέσεων στο πλαίσιο αυτής (της προανάκρισης) ανέλαβε η ΕΛ.ΑΣ που επελήφθη του συμβάντος αμέσως μετά την επέλευσή του.

Περαιτέρω, μετά τις προαναφερθείσες καταθέσεις των Αθανάσιου, Μάριου και Κωνσταντίνου Πανδρεμμένου, κρίθηκε αναγκαία η συμπληρωματική κατάθεσή τους προκειμένου να δώσουν περισσότερες διευκρινήσεις. Στις συμπληρωματικές από 6.6.2024 καταθέσεις τους επιβεβαίωσαν το περιεχόμενο της αρχικής τους κατάθεσης, αναφέροντας ότι την εντολή απομάκρυνσης των χωμάτων και των λοιπών υλικών που στη συνέχεια μετέφεραν στο ιδιόκτητο οικόπεδό τους έλαβαν «από πυροσβέστες» που επιχειρούσαν στον τόπο του ατυχήματος, γεγονός που αντιλήφθηκαν από την χαρακτηριστική στολή που φορούσαν και τα διακριτικά της. Το ακριβές περιεχόμενο της εντολής που τους δόθηκε ήταν ότι «δεν τα χρειάζονταν πλέον» και επειδή έπρεπε να δημιουργηθεί μία «πλατεία» για να έρθουν μεγάλες νταλίκες που θα φόρτωναν τα βαγόνια, τους είπαν να τα απομακρύνουν». Καθώς δε, μετέφεραν με τα οχήματά τους τα υλικά αυτά από το σημείο του δυστυχήματος, η είσοδος – έξοδος του χώρου ελεγχόταν από την αστυνομία και κανείς δεν τους σταμάτησε, ούτε ρωτήθηκαν σχετικά με τον προορισμό τους. Αναφέρουν ακόμη ότι η πρωτοβουλία για την μεταφορά αυτών των υλικών σε οικόπεδο ιδιοκτησίας τους ήταν δική τους, αφού προηγουμένως είχαν λάβει εντολή να τα πετάξουν, ενώ στην εύλογη ερώτηση για την αρχή που τους κατέβαλε αμοιβή για την εν λόγω μεταφορά, η απάντηση ήταν ότι δεν υπήρχε καμία ειδική συμφωνία, ούτε γνώριζαν εξαρχής από ποιον θα πληρωθούν, ωστόσο, δύο με τρεις μήνες μετά το ατύχημα, κλήθηκαν από την τεχνική υπηρεσία της περιφέρειας Θεσσαλίας, υπέγραψαν τις σχετικές συμβάσεις και εκδόθηκαν και τα αντίστοιχα τιμολόγια, χωρίς ωστόσο να εκδοθεί αντίστοιχο τιμολόγιο για την επίμαχη μεταφορά αφού υπεγράφησαν δύο συμβάσεις, όπου στην μεν πρώτη καταγράφονται οι ημέρες και οι ώρες που εργάστηκαν, στη δε δεύτερη περιγράφεται η ανακατασκευή του δρόμου από τον Ευαγγελισμό έως τα Τέμπη, καθώς και τα υλικά, που μετέφεραν στον τόπο του ατυχήματος (κροκάλες, τρίμμα τύπου 3Α κλπ). Τέλος, στην ερώτηση για το εάν έστω και εκ των υστέρων ενημέρωσαν οποιαδήποτε αρχή για το γεγονός της απομάκρυνσης και εναπόθεσης των χωμάτων στο οικόπεδό τους, απάντησαν πως ενόψει του ότι όλοι οι φορείς, που βρισκόταν στο σημείο του δυστυχήματος είδαν/γνώριζαν ότι συντελούνταν αυτή η μεταφορά και κανείς δεν τους σταμάτησε, ούτε απέτρεψε την απομάκρυνση αυτών των υλικών, σε συνδυασμό και με το γεγονός ότι είχαν λάβει εντολή να τα πετάξουν, θεώρησαν ότι κανείς από τους εμπλεκόμενους στο δυστύχημα δεν θα τα χρειαζόταν.

Κρίσιμη σχετικά με όσα διαμείφθηκαν στην επίμαχη άτυπη σύσκεψη της 3.3.2023 είναι η κατάθεση του τότε Διοικητή Τροχαίας Λάρισας Βασίλειου Βλαχογιάννη. Σύμφωνα με όσα κατέθεσε, κατά τις απογευματινές ώρες της ίδιας ημέρας κλήθηκε τηλεφωνικά από τον Περιφερειάρχη Θεσσαλίας Κωνσταντίνο Αγοραστό, να παρευρεθεί σε μία συνάντηση στον τόπο του ατυχήματος, στην οποία μετείχαν (πλην αυτών) και ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Χρήστος Τριαντόπουλος, ο Αστυνομικός Διευθυντής Λάρισας Αγάπιος Χαρακόπουλος, ο Αστυνομικός Υποδιευθυντής Αθανάσιος Μπαντής, από την Π.Υ. ο στρατηγός Ευάγγελος Φαλάρας και ο ταξίαρχος Νικόλαος Μητσογιάννης, ένας εκπρόσωπος της ΕΜΑΚ του οποίου τα στοιχεία δεν θυμάται, ο υπάλληλος της πολιτικής προστασίας Βασίλειος Καράλης, και ο προϊστάμενος της διεύθυνσης προγραμματισμού συντήρησης τροχαίου υλικού της Hellenic Train Αντώνιος Μοσχόπουλος. Ο Περιφερειάρχης τους ενημέρωσε ότι έπρεπε να εξετάσουν το ζήτημα των εργασιών αποκατάστασης της κυκλοφορίας των τρένων και ρώτησε όλους τους εκπροσώπους των εμπλεκόμενων φορέων εάν είχαν ολοκληρώσει τις εργασίες τους στο σημείο. Τότε ο Β. Βλαχογιάννης επισήμανε ότι κακώς ζητά τη συναίνεσή του για να προχωρήσει σε οποιαδήποτε αποκατάσταση. Του τόνισε κατηγορηματικά ότι είναι αναρμόδιος να δώσει οποιαδήποτε απάντηση (θετική ή αρνητική) και ότι θα πρέπει να απευθυνθεί στις δικαστικές αρχές που ήδη είχαν επιληφθεί της υπόθεσης, αφού ήδη η δικογραφία εκκρεμούσε στην Ανακρίτρια και οι οποίες είναι αποκλειστικά αρμόδιες σύμφωνα και με το ειδικό Σχέδιο Διαχείρισης Ανθρώπινων Απωλειών (ΣΔΑΑ). Στη συνέχεια αποχώρησε και κατά συνέπεια δεν γνωρίζει τι συζητήθηκε και εάν ελήφθησαν σχετικές αποφάσεις και από ποιους για τις εργασίες αποκατάστασης των γραμμών και επίστρωσης του σημείου με πίσσα, χαλίκια κ.α.

Η άτυπη αυτή σύσκεψη κατά την οποία φαίνεται πως τέθηκε το θέμα της επέμβασης στο χώρο του δυστυχήματος (η οποία άλλωστε έγινε αμέσως μετά) επιβεβαιώνεται και από την από 16.5.2024 κατάθεση του αστυνομικού του Α.Τ. Τεμπών Ιωάννη Μπαρμπούτη, ενώ διαψεύδεται από τους λοιπούς φερόμενους ως παρευρισκόμενους σε αυτήν, αν και όλοι αναγνωρίζουν ότι υπήρξε μία άτυπη συνάντηση. Σύμφωνα ειδικότερα με την κατάθεση του Αντωνίου Μοσχόπουλου γινόταν συνεχώς άτυπες συζητήσεις ως προς την πορεία των επιχειρήσεων και διαψεύδει ότι ήταν παρών στη συγκεκριμένη, ωστόσο αναφέρει ότι συμμετείχε σε επιμέρους συζητήσεις σε διαφορετικά χρονικά σημεία της ίδιας ημέρας, στις οποίες όμως συζητούνταν διάφορα θέματα, όπως η ανάγκη συνοδείας των φορτηγών που θα μετέφεραν τα συντρίμμια στη θέση «Κουλούρι», η ανάγκη επίσπευσης των εργασιών για την απελευθέρωση της εθνικής οδού κ.ο.κ.. Σύμφωνα με την κατάθεση του Νικολάου Μητσογιάννη συζητήσεις σε «πηγαδάκια» γίνονταν σε όλη τη διάρκεια της επιχείρησης, αλλά ο ίδιος δεν συμμετείχε στη συγκεκριμένη άτυπη συνάντηση, παρόλο που θυμάται την παρουσία των λοιπών, ενώ σύμφωνα με την κατάθεση του Αθανασίου Μπαντή, μετέβη στο σημείο για λήψη μέτρων φύλαξης διότι στο σημείο θα προσέρχονταν ο Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ, πλην όμως βρισκόταν σε απόσταση πλέον των 100 μέτρων από το σημείο όπου συγκεντρώθηκαν οι συμμετέχοντες στη συζήτηση και ως εκ τούτου δεν γνωρίζει το περιεχόμενό της. Ελήφθησαν επίσης καταθέσεις όλων των αξιωματικών της αστυνομίας και της πυροσβεστικής που εκτελούσαν βάρδια στον τόπο του ατυχήματος κατά το διάστημα 1.3.2023 έως 3.3.2023, πλην όμως κανείς εξ αυτών δεν αναφέρει κάτι για την απομάκρυνση των επίμαχων υλικών, ενώ στο σύνολό τους αναφέρουν ότι δεν υπέπεσε κάτι στην αντίληψή τους.

Αξίζει εν προκειμένω να σημειωθεί ότι σύμφωνα με νεότερα δημοσιεύματα των ιστοσελίδων tanea.gr και in.gr της 30.1.2025 και 1.2.2025, που αναφέρονται σε έτερες καταθέσεις της δικογραφίας βάσει της έρευνας του δημοσιογράφου Βασίλη Λαμπρόπουλου, αξιωματικός της ΕΛ.ΑΣ. κατέθεσε ότι «με έκπληξη είδα ότι είχαν εξαφανιστεί τα πάντα στις 4 του μηνός και μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση πώς συνέβη αυτό», ενώ σύμφωνα με άλλη κατάθεση οι αστυνομικοί ανέφεραν ότι είχαν συνάντηση με πολιτικούς παράγοντες, στην οποία τους είπαν ότι μέχρι την τότε Κυριακή «όλα θα πρέπει να είναι λαμπίκο στο χώρο της τραγωδίας».

Σε κάθε περίπτωση, από τα ως άνω δεδομένα της δικογραφίας προκύπτουν σοβαρές ενδείξεις ότι η ως άνω «άτυπη συνάντηση» ή «σύσκεψη» της 3ης Μαρτίου 2023, με παρουσία του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ Χρ. Τριαντόπουλου, όσο και κλιμακίου κυβερνητικών παραγόντων, δύο μέρες μετά την τραγωδία, αποτελεί το εναρκτήριο γεγονός της αθέμιτης επέμβασης στον χώρο του δυστυχήματος και αλλοίωσής του. Ως πρόσχημα και μόνο για την παράνομη αυτή επέμβαση χρησιμοποιήθηκε η ανάγκη αποκατάστασης της κυκλοφορίας των τρένων, η οποία όμως δεν πραγματοποιήθηκε για περίπου ένα μήνα ακόμα (στις 29.3.2023) και ανεξάρτητα από την αλλοίωση του χώρου, η οποία είχε ολοκληρωθεί εντός ολίγων ωρών, την 4.3.2023, με αποτέλεσμα την εξαφάνιση κρίσιμων αποδεικτικών στοιχείων.

Αξίζει δε να σημειωθεί ότι στις 6.3.2023 ο ίδιος ο καθ’ ου η παρούσα πρόταση Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργό Χρήστος Τριαντόπουλος ανακοίνωσε σε δελτίο Τύπου πως τα «έργα αποκατάστασης» ολοκληρώθηκαν «με απόλυτο σεβασμό στα θύματα του τραγικού δυστυχήματος που συγκλόνισε την πατρίδα μας και τις οικογένειές τους». Εξάλλου, ο κ. Τριαντόπουλος έχει παραδεχθεί δημοσίως ότι αυτός ο ίδιος ήταν υπεύθυνος για αυτά τα «έργα αποκατάστασης», καθώς όπως δήλωσε σε ραδιοφωνική του συνέντευξη «… εγώ έτυχε με εντολή του πρωθυπουργού να το διαχειριστώ να βρεθώ στο σημείο για πέντε μέρες…». Την ως άνω παραδοχή σχετικά με την άμεση εμπλοκή του στην «αποκατάσταση του χώρου» έχει επαναλάβει σε σειρά συνεντεύξεων του σε ΜΜΕ (ΣΚΑΙ, TRT).

Με αυτό το προσχηματικό σκεπτικό και παρά την επισήμανση τουλάχιστον εκ μέρους του ως άνω Διοικητή Τροχαίας ότι έπρεπε να ληφθεί η έγκριση των αρμοδίων δικαστικών Αρχών, δόθηκε από τους συμμετέχοντες στην σύσκεψη η σχετική εντολή χωρίς, για άγνωστο λόγο, να ενημερωθεί Εισαγγελέας και Ανακρίτρια, παρά το γεγονός ότι εκ της θέσεως και της ιδιότητάς τους γνώριζαν αυτή την υποχρέωση και σε κάθε περίπτωση είχαν μόλις ενημερωθεί σχετικά από τον ανωτέρω Β. Βλαχογιάννη, ο οποίος αξίζει να σημειωθεί μετά την άρνησή του να συναινέσει στην αλλοίωση λίγο αργότερα μετακινήθηκε από την Διεύθυνση Τροχαίας Λάρισας σε άλλη υπηρεσία.

Η δε ως άνω Διάταξη της Εισαγγελέως Εφετών Λάρισας κατόπιν όλων των ανωτέρω, καταλήγει ότι «…οι ανωτέρω ενέργειες, δηλαδή η απομάκρυνση σωρού αδρανών υλικών από τον τόπο του δυστυχήματος συνιστούν αυθαίρετη παρέμβαση στο τόπο πέριξ του δυστυχήματος που αυτονόητα είναι και τόπος εγκλήματος στο μέτρο που διερευνώνται ποινικά κολάσιμες πράξεις ή παραλείψεις που οδήγησαν στη πρόκληση του, κατά παράβαση της διάταξης του άρθρου 251 ΚΠΔ, στην οποία σκιαγραφείται το έργο του ανακριτή και των ανακριτικών υπαλλήλων ως αποκλειστικά αρμόδιων να ενεργούν τις αναγκαίες ανακριτικές πράξεις για την συλλογή και διατήρηση των αποδείξεων, αλλά και της υποχρέωσης των προανακριτικών υπαλλήλων και όσων παρευρίσκονται στο σημείο να διατηρούν το χώρο ανέπαφο για την απρόσκοπτη συλλογή των αποδεικτικών στοιχείων. Μάλιστα προς επίρρωση των ανωτέρω, σημειώνεται πως κατόπιν έρευνας που έγινε από τον ορισθέντα Εφέτη Ανακριτή στο πλαίσιο διερεύνησης των αιτιών πρόκλησης του πολύνεκρου δυστυχήματος στον ιδιωτικό χώρο όπου εναποτέθηκαν τα πιο πάνω υλικά χωρίς καμία έγκριση από τις δικαστικές αρχές που είχαν ήδη επιληφθεί του συμβάντος για την απομάκρυνση τους, περισυλλέχθηκαν δείγματα από τις σορούς αδρανών υλικών (στα οποία εντοπίστηκε πλήθος προσωπικών αντικειμένων που ανήκαν στους επιβάτες της αμαξοστοιχίας) και κατόπιν εργαστηριακού ελέγχου προέκυψε ότι ανευρεθέν βιολογικό υλικό ανήκει σε θύμα -επιβάτη της αμαξοστοιχίας (βλ. την από 22-5-2024 έκθεση εργαστηριακής πραγματογνωμοσύνης), ενώ εκκρεμεί η σύνταξη της έκθεσης του ορισθέντος πραγματογνώμονα κατόπιν διεξαγωγής έρευνας με ειδικά εκπαιδευμένους σκύλους.

Συνεπώς είναι βέβαιον ότι το υλικό που απομακρύνθηκε από τον τόπο του εγκλήματος ήταν εξαιρετικά σημαντικό για αποδεικτική αξιοποίηση, σε κάθε δε περίπτωση αποτελούσε τμήμα του αποδεικτικού υλικού, αφού περιείχε πειστήρια και ίχνη (προσωπικά αντικείμενα, γενετικό υλικό επιβατών που χάθηκαν κ.ο.κ). Περαιτέρω, είναι προφανές ότι καμία νόμιμη απόφαση δεν ελήφθη για την απομάκρυνση αυτού του αποδεικτικού υλικού, ούτε καταγράφηκε σε οποιοδήποτε έγγραφο αυτή η ενέργεια, και μάλιστα είναι άξιον απορίας πως μεταφέρθηκαν με φορτηγά τόνοι αδρανών υλικών από το σημείο, μολονότι ο χώρος φυλάσσονταν από αστυνομικές δυνάμεις σε 24ωρη βάση και οι αρμόδιοι στο σημείο φορείς, ήτοι ο αστυνομικός διευθυντής Λάρισας και ο συντονιστής πυροσβεστικών δυνάμεων Ευάγγελος Φαλάρας, δεν αντιλήφθηκαν την αυθαίρετη αυτή μεταφορά και συνακόλουθη αλλοίωση του τόπου του δυστυχήματος…».

Ειδικότερα δε ως προς τις ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες του μέλους της Κυβέρνησης που συμμετείχε στην επίμαχη «άτυπη σύσκεψη» της 3.3.2023 Χρ. Τριαντόπουλου, η εισαγγελική διάταξη αναφέρει τα ακόλουθα: «[…]Περαιτέρω πρέπει να σημειωθεί ότι ως προς τις αιτιάσεις του προσφεύγοντος για ποινική ευθύνη του τότε Υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργό Χρήστου Τριαντόπουλου, αλλά και άλλων κυβερνητικών στελεχών οι οποίοι φέρεται να συντόνιζαν άτυπα όλες τις επιχειρήσεις των αρμόδιων εμπλεκομένων υπηρεσιών, ενόψει και της συνεχούς ….. τους παρουσίας στο τόπο του δυστυχήματος (γεγονός το οποίο προκύπτει από πλήθος δημοσιευμάτων αλλά και δηλώσεις των ιδίων σε διάφορα μέσα μαζικής ενημέρωσης), ήδη δια της υπ’ αριθμ. 43/2024 διάταξής μας έχουμε παραγγείλει την υποβολή της δικογραφίας στον Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου […]».

Κατόπιν όλων αυτών:

Δ. Συμπεράσματα – Υπαγωγή
Δ1. Το άρθρο 86 του Συντάγματος ρυθμίζει, από κοινού με τον εκτελεστικό του νόμο 3126/2003 «περί ποινικής ευθύνης Υπουργών», όπως ισχύει, και τα άρθρα 153 επ. του Κανονισμού της Βουλής, το θεσμό της ποινικής ευθύνης των Υπουργών, καθιστώντας τη Βουλή αποκλειστικά αρμόδια για την άσκηση δίωξης κατά όσων διατελούν ή διετέλεσαν μέλη της Κυβέρνησης ή Υφυπουργοί για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Σύμφωνα με το άρθρο 86 παρ. 3 του Συντάγματος, «[Π]ρόταση άσκησης δίωξης υποβάλλεται από τριάντα τουλάχιστον βουλευτές. Η Βουλή, με απόφασή της που λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών συγκροτεί ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή για τη διενέργεια προκαταρκτικής εξέτασης, διαφορετικά η πρόταση απορρίπτεται ως προδήλως αβάσιμη. Το πόρισμα της επιτροπής του προηγούμενου εδαφίου εισάγεται στην Ολομέλεια της Βουλής, η οποία αποφασίζει για την άσκηση ή μη δίωξης. Η σχετική απόφαση λαμβάνεται με την απόλυτη πλειοψηφία του όλου αριθμού των βουλευτών. Με τη διαδικασία και την πλειοψηφία του πρώτου εδαφίου της παραγράφου αυτής η Βουλή μπορεί οποτεδήποτε να ανακαλεί την απόφασή της ή να αναστέλλει τη δίωξη, την προδικασία ή την κύρια διαδικασία».

Δ2. Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 259 ΠΚ, «υπάλληλος που με πρόθεση παραβαίνει τα καθήκοντα της υπηρεσίας του με σκοπό να προσπορίσει στον εαυτό του ή σε άλλον παράνομο όφελος ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλον τιμωρείται με φυλάκιση έως δύο έτη ή χρηματική ποινή, αν η πράξη αυτή δεν τιμωρείται με άλλη ποινική διάταξη». Από τη διάταξη αυτή, που σκοπό έχει την προστασία του γενικότερου συμφέροντος της ομαλής και απρόσκοπτης διεξαγωγής της υπηρεσίας, προκύπτει ότι, για τη στοιχειοθέτηση του εγκλήματος της παράβασης καθήκοντος, ενεργητικό υποκείμενο του οποίου μπορεί να είναι μόνον υπάλληλος, κατά την έννοια του άρθρου 13 στοιχ. α` του ίδιου Κώδικα, απαιτούνται: α) παράβαση όχι απλού υπαλληλικού καθήκοντος, αλλά καθήκοντος της υπηρεσίας του υπαλλήλου, το οποίο καθορίζεται και επιβάλλεται στον υπάλληλο από το νόμο ή από διοικητική πράξη ή απορρέει από τις ιδιαίτερες οδηγίες της προϊστάμενης αρχής ή ενυπάρχει στην ίδια τη φύση της υπηρεσίας και αναφέρεται στην έκφραση από αυτόν της θέλησης της πολιτείας, μέσα στον κύκλο των δημόσιων υποθέσεων και ενεργειών στις σχέσεις της απέναντι στους τρίτους, β) δόλος του δράστη, που περιέχει τη γνώση και τη θέληση της παράβασης του υπηρεσιακού καθήκοντος και γ) σκοπός του δράστη, ως πρόσθετο στοιχείο της υποκειμενικής υπόστασης του εγκλήματος αυτού, συνιστάμενος στην επιδίωξη του δράστη να προσπορίσει στον εαυτό του ή σ` άλλον παράνομο όφελος ή να βλάψει το κράτος ή κάποιον άλλο, χωρίς να είναι αναγκαίο να επιτευχθεί η επιδιωχθείσα ωφέλεια ή βλάβη, η οποία μπορεί να είναι είτε υλική είτε ηθική.

Μεταξύ δε της αξιόποινης πράξης της παράβασης καθήκοντος και του σκοπού οφέλους ή βλάβης πρέπει να υπάρχει αιτιώδης σχέση, ώστε η πράξη της παράβασης καθήκοντος, αν δεν είναι ο αποκλειστικός τρόπος, πάντως πρέπει να είναι πρόσφορος τρόπος περιποιήσεως του σκοπουμένου οφέλους ή βλάβης. Τέτοια προσφορότητα υπάρχει όταν η ωφέλεια ή η βλάβη που επιδιώκει ο δράστης μπορεί να πραγματωθεί μόνο με την παράβαση του συγκεκριμένου καθήκοντος ή και με την παράβαση αυτού. Η ιδιότητα του υπαλλήλου ενσωματώνει ειδικά καθήκοντα και υποχρεώσεις, δεδομένου ότι δι` αυτού εκφράζεται η βούληση της κρατικής εξουσίας ή του νομίμως συνεστημένου νομικού προσώπου δημόσιου δικαίου, από την ορθή δε άσκηση της εξουσίας εξαρτάται η απρόσκοπτη και εποικοδομητική λειτουργία των κρατικών οργάνων, των οποίων οι αποφάσεις επιλύουν ανακύπτοντα προβλήματα και διευθετούν ιδιωτικές διαφορές. Το υπαλληλικό καθήκον διαφοροποιείται εκάστοτε και η ειδικότερη μορφή εξαρτάται από το είδος και τη φύση του.

Ως πηγή του καθήκοντος θεωρείται διάταξη νόμου, διατάγματος ή ιδιαίτερες οδηγίες εντός των πλαισίων των νόμων. Ενίοτε το καθήκον ενυπάρχει στη φύση της υπηρεσίας και εμμέσως προσδιορίζεται κατά περιεχόμενο, το οποίο δεσμεύει τον υπάλληλο με συναφή υποχρέωση ενέργειας, εντός των προδιαγεγραμμένων ορίων, ή παράλειψης, όταν απαγορεύεται κάθε περαιτέρω ενέργεια, η υλοποίηση της οποίας αντιστρατεύεται τα σαφώς προσδιορισμένα καθήκοντα. Ως καθήκον, η παράβαση του οποίου καθιστά αξιόποινη τη συμπεριφορά του υπαλλήλου νοείται το καθήκον εκείνο, που συνδέεται με την άσκηση συγκεκριμένης υπηρεσιακής δραστηριότητας στο πλαίσιο της καθ` ύλην και κατά τόπο αρμοδιότητας του υπαλλήλου, εκείνο δηλαδή που ανάγεται στην εκτέλεση του ανατεθειμένου σ` αυτόν υπηρεσιακού έργου. Έτσι, αξιόποινη είναι η ελεγχόμενη πράξη (ενέργεια ή παράλειψη) του υπαλλήλου μόνον αν συνιστά (θετικά ή αποθετικά) έκφραση πολιτειακής βούλησης και άσκηση κρατικής εξουσίας μέσα στον κύκλο των δημόσιων υποθέσεων.

Αν κατά την άσκηση των καθηκόντων του υπαλλήλου υπάρχει πεδίο διακριτικής ευχέρειας αυτού, η παράβαση μπορεί να συντελεστεί και με κακή χρήση της διακριτικής εξουσίας, την υπέρβαση, δηλαδή, των ακραίων ορίων της διακριτικής εξουσίας, τα οποία επιβάλλουν οι αρχές της υπεροχής του δημόσιου συμφέροντος, της χρηστής διοίκησης, της καλής πίστεως, της αμεροληψίας της διοίκησης, της ισότητας και της εξυπηρέτησης του σκοπού του νόμου ή με την κατάχρηση εξουσίας, η οποία υπάρχει στην περίπτωση που, αν και δεν παραβιάζεται κάποια διάταξη νόμου, η πράξη ασκείται για την εξυπηρέτηση σκοπού καταδήλως ξένου προς το σκοπό, στον οποίο απέβλεψε ο νόμος, όταν, δηλαδή, είναι απόρροια ελατηρίων και κινήτρων που καταδήλως αποβλέπουν στην εξυπηρέτηση σκοπού άλλου από εκείνον του νόμου. Τα ακραία όρια της διακριτικής εξουσίας του υπαλλήλου δεν προκαθορίζονται γενικώς, αλλά κρίνονται σε κάθε περίπτωση από το δικαστήριο ανάλογα με τις ειδικές συνθήκες της συγκεκριμένης πράξης του υπαλλήλου (ΑΠ 443/2023, ΑΠ 445/2019, ΑΠ 122/2022, ΑΠ 1575/2013).

Δ3. Στην προκειμένη περίπτωση, από τα ανωτέρω ειδικότερα παρατεθέντα πραγματικά περιστατικά, προκύπτουν (τουλάχιστον) σοβαρές ενδείξεις, ότι ο τότε Υφυπουργός παρά τω Πρωθυπουργώ Χρήστος Τριαντόπουλος, δια της συμμετοχής του στην «άτυπη σύσκεψη» ή «συνάντηση» της 3.3.2023, όπου φέρεται ότι αποφασίστηκε η αλλοίωση του χώρου του δυστυχήματος, χωρίς την απαιτούμενη κατά νόμο ενημέρωση και την άδεια της αρμόδιας δικαστικής Αρχής και παρά τις ρητά εκπεφρασμένες αντιρρήσεις του Διοικητή Τροχαίας και μέχρι προ ολίγων ωρών αρμόδιου για την διασφάλιση του χώρου ως διενεργούντος την προανάκριση Βασιλείου Βλαχογιάννη, ο οποίος άνευ περιστροφών επεσήμανε τον παράνομο χαρακτήρα τυχόν τέτοιας επέμβασης και αποχώρησε, προκάλεσε την απόφαση στους αρμόδιους υπαλλήλους να παραβούν το καθήκον της υπηρεσίας τους επιτρέποντας την αλλοίωση του χώρου και δίνοντας την σχετική εντολή στους υπευθύνους της επιχείρησης χωματουργικών εργασιών με την επωνυμία «ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΠΑΝΔΡΕΜΜΕΝΟΣ ΚΑΙ ΣΙΑ Ο.Ε.» να μεταφέρουν τα προεκτεθέντα και σε κάθε περίπτωση συναίνεσε και συνέβαλε σε αυτήν την έκνομη απόφαση, προσφέροντάς τους την απαραίτητη ψυχική συνδρομή δια της εμφανούς «πολιτικής κάλυψης» της πράξεως τους και σε κάθε, επιπλέον, περίπτωση, παρέλειψε να τους αποτρέψει, αν και είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς τούτο, από την ολοκλήρωση της κατά τα προεκτεθέντα αλλοίωσης του χώρου και εξαφάνισης κρίσιμων αποδεικτικών μέσων για την διαλεύκανση των διερευνώμενων από την ανάκριση αξιόποινων πράξεων. Σε αντίθεση δε με τις προηγηθείσες συσκέψεις του Συντονιστικού Οργάνου για την εν λόγω σύσκεψη δεν τηρήθηκαν πρακτικά και έγγραφα, πράγμα που επιρρωνύει τις ενδείξεις, πέραν των ρητών προειδοποιήσεων του Β. Βλαχογιάννη, περί συνειδητής επιλογής των συμμετεχόντων.

Είναι δε χαρακτηριστικό εξάλλου ότι σε βάρος των λοιπών συμμετεχόντων στην εν λόγω κρίσιμη «σύσκεψη» ή «συνάντηση» παραγγέλθηκε η άσκηση ποινικής δίωξης από την Εισαγγελέα Εφετών Λάρισας, πλην του καθ’ ου η παρούσα, για τον οποίο η Εισαγγελέας στερούνταν σχετικής αρμοδιότητας ενόψει του άρθρου 86 Σ. και για το λόγο αυτό καλείται να επιληφθεί το Κοινοβούλιο. Παρέπεται, δε, ότι κατά τις παραδοχές και την αποδεικτική λογική της εισαγγελικής Διάταξης, αν ο κ. Χρήστος Τριαντόπουλος δεν ήταν μέλος της Κυβέρνησης και δεν υφίστατο το κώλυμα που θέτει το άρθρο 86 Σ. θα είχε ήδη παραγγελθεί και σε βάρος του η άσκηση σχετικής ποινικής δίωξης, από κοινού με τους λοιπούς.

Κατά συνέπεια, με την παρούσα συνεχίζουμε και επεκτείνουμε τον αποδεικτικό συλλογισμό της ως άνω εισαγγελικής Διάταξης, από τον οποίο προδήλως και κατ’ ελάχιστον επιβάλλεται τουλάχιστον η διενέργεια ποινικής προκαταρκτικής εξέτασης για την διερεύνηση ειδικά των ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών του ως άνω μέλους της Κυβέρνησης, τις οποίες δεν μπορούσε νομίμως να διερευνήσει η Εισαγγελική Αρχή κατά τα προεκτεθέντα και η οποία, άλλωστε, αποτελεί διαδικαστικό στάδιο ακόμα πρωθύστερο της άσκησης ποινικής δίωξης, επιφυλασσόμενοι προφανώς να επανέλθουμε εφόσον προκύψουν νεότερα στοιχεία και για έτερα μέλη της Κυβέρνησης.

Επειδή κατόπιν των ανωτέρω προκύπτουν επαρκείς ενδείξεις, άξιες προκαταρκτικής διερεύνησης, ότι ο καθ’ ου η παρούσα πρόταση κ. Χρήστος Τριαντόπουλος τέλεσε κατά τα προεκτεθέντα το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος κατά το χρονικό διάστημα μεταξύ 3.3.2023 και 6.3.2023 με την ιδιότητα του μέλους της Κυβέρνησης και ειδικότερα του Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ.

Για τους λόγους αυτούς

ΠΡΟΤΕΙΝΟΥΜΕ

Όπως, σύμφωνα με το άρθρο 86 παρ. 3 του Συντάγματος, τα άρθρα 153 επ. του Κανονισμού της Βουλής και το άρθρο 5 του Ν. 3126/2003 περί της «Ποινικής Ευθύνης Υπουργών», ως ισχύουν, συσταθεί Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή για τη Διενέργεια Προκαταρκτικής Εξέτασης κατά του πρώην Υφυπουργού παρά τω Πρωθυπουργώ κ. Χρήστου Τριαντόπουλου για τη διερεύνηση τυχόν αδικημάτων που έχουν τελεστεί κατά την άσκηση των καθηκόντων του.

Οι προτείνοντες Βουλευτές

Δείτε επίσης:

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο YouTube για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο Viber για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο newsbreak.gr

Κάθε σχόλιο δημοσιεύεται αυτόματα. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το newsbreak.gr ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

εισάγετε το σχόλιό σας!
Πληκτρολογήστε το όνομα σας

Περισσότερα Βίντεο

Διαβάζονται τώρα

More Articles Like This