«Ο δρόμος προς την Κόλαση είναι στρωμένος από αγαθές προθέσεις». Μπορεί σε αυτήν τη φάση στην Ευρώπη, της Ελλάδας συμπεριλαμβανομένης, να επικρατεί η αντίληψη ότι ανοίγει ο δρόμος για την απόκτηση κρίσιμων στρατιωτικών δυνατοτήτων, όμως αυτό προς το παρόν θα υλοποιηθεί με νέο δανεισμό. Πιθανή δυσχέρεια στην εξυπηρέτηση του νέου χρέους που θα συσσωρευθεί, λόγω αύξησης του κόστους δανεισμού, μπορεί να οδηγήσει σε περιπέτειες.
- Του Περικλή Ζορζοβίλη
Εάν η ανάγκη σύνεσης στις τελικές αποφάσεις και στην εφαρμογή τους είναι εκ των ων ουκ άνευ προϋπόθεση για την επίτευξη του επιθυμητού τελικού αποτελέσματος, αυτό δεν μπορεί παρά να ισχύει ακόμη περισσότερο για χώρες με υπαρκτό πρόβλημα υπερχρέωσης. Οι πολιτικές ηγεσίες καλούνται να ανακαλύψουν την ιδανική ισορροπία, που θα οδηγήσει σε βιώσιμη αμυντική ενίσχυση.
Αμέσως μετά τη λήξη του έκτακτου Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Πέμπτης 6 Μαρτίου 2025, στο οποίο οι ηγέτες των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης συζήτησαν για την ευρωπαϊκή άμυνα, η «κυριακάτικη δημοκρατία» συζητά με τον Μπάμπη Γιαννακόπουλο το σχέδιο «ReArm Europe» (Επανεξοπλισμός Ευρώπης) και τη σημασία των εξελίξεων για την Ελλάδα.
«Για την Ελλάδα το “ReArm Europe” παρουσιάζει ευκαιρίες προς εκμετάλλευση, αλλά μπορεί να κρύβει και κινδύνους» εκτιμά στην εισαγωγική του τοποθέτηση ο συνομιλητής μας. «Ενώ καταρχήν δύναται να δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο για την κάλυψη κρίσιμων, χρονιζόντων κενών στην άμυνά της, αυτή η ενίσχυση φαίνεται να γίνεται μόνο μέσω της συσσώρευσης εθνικού χρέους, το οποίο στις αναμενόμενες συνθήκες αυξημένης ζήτησης δανεισμού μπορεί να οδηγήσει σε δυσβάσταχτο κόστος για την εξυπηρέτηση όχι μόνο του νέου χρέους, αλλά και του προϋπάρχοντος» επισημαίνει.
«Από την άλλη, η διευκόλυνση χρησιμοποίησης υπαρχόντων ευρωπαϊκών πόρων για την ενίσχυση της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, σε συνδυασμό με τη μεγάλη ζήτηση για τη δημιουργία παραγωγικών δομών, αποτελεί μοναδική ευκαιρία για δημιουργία υγιούς και εξωστρεφούς αμυντικής βιομηχανίας».
Συμπληρώνει όμως ότι «αυτό, βέβαια, απαιτεί τη δέσμευση και των ιδιωτών επενδυτών, αλλά κυρίως συγκροτημένη προσέγγιση της χώρας σε σχέση με τις αμυντικές της επενδύσεις, με γνώμονα την ενίσχυση της αμυντικής της ικανότητας αλλά και της αμυντικής βιομηχανικής παραγωγής».

Στόχευση
Κατά την άποψή του, «η στρατηγική επιδίωξη της Ελλάδας πρέπει να στοχεύει πάντοτε στην ανάπτυξη κοινών ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνατοτήτων, που δύνανται να αντισταθμίσουν τη διαφορά οικονομικών και στρατιωτικών δυνατοτήτων που έχει σε σχέση με την κύρια απειλή».
Ως παράδειγμα φέρει τη δημιουργία δορυφορικού συστήματος παρακολούθησης και έγκαιρης προειδοποίησης για πυραυλικές απειλές. «Η Ελλάδα δεν μπορεί να το δημιουργήσει από μόνη της, ωστόσο γίνεται όλο και πιο κρίσιμο, δεδομένου του συνεχώς αυξανόμενου σε μέγεθος και δυνατότητες πυραυλικού οπλοστασίου της Τουρκίας» σημειώνει. «Η δημιουργία ενός τέτοιου ευρωπαϊκού συστήματος και η πρόσβαση της Ελλάδας σε αυτό θα έδινε στη χώρα μια κρίσιμη δυνατότητα, που αλλιώς δεν θα μπορούσε να διαθέτει».
«Συνεπώς, η Ελλάδα θα πρέπει να υποστηρίζει όλες τις σχετικές δράσεις, να προσπαθεί να τις επηρεάζει προς αυτήν την κατεύθυνση και να τις λαμβάνει υπόψη στον εθνικό αμυντικό σχεδιασμό» εξηγεί. «Ως εκ τούτου, εντός του συγκεκριμένου πλαισίου τα συμφέροντα της χώρας ευθυγραμμίζονται με την οπτική των νότιων χωρών και της Γαλλίας, οι οποίες επιθυμούν σημαντική αύξηση της προβλεπόμενης χρηματοδότησης των κοινών αμυντικών δυνατοτήτων και μάλιστα μέσω ενισχύσεων, χωρίς ανάληψη νέου χρέους».
Αξιολογώντας συνολικά το σχέδιο «ReArm Europe», ο Γιαννακόπουλος εκτιμά ότι «προφανώς αποτελεί συνέπεια των πρόσφατων εξελίξεων και ανταπόκριση στην επείγουσα ανάγκη ραγδαίας αύξησης των αμυντικών επενδύσεων για την ενίσχυση της αμυντικής ικανότητας των χωρών της Ε.Ε.».
«Ωστόσο, είναι πλέον ευρέως αποδεκτό κι αποδεικνύεται από τις πρόσφατες, οδυνηρές εμπειρίες ότι η αμυντική αρχιτεκτονική της Ε.Ε. στη βάση εθνικών γραμμών δεν αρκεί, γιατί υποαξιοποιεί πόρους, αλλά κυρίως στερεί διαδικασίες και κλίμακα μεγέθους για ανάπτυξη των απαραίτητων στρατιωτικών δυνατοτήτων. Αυτό κατέστη σε όλους προφανές τώρα, που οι ΗΠΑ στέρησαν την πρόσβαση στις δικές τους δυνατότητες, χωρίς τα Κ-Μ να μπορούν να τις αναπληρώσουν».
Θεωρεί ότι «οι δράσεις του “ReArm Europe”, χωρίς να είναι γνωστές οι λεπτομέρειες που θα επέτρεπαν ασφαλή οριστική κρίση, δεν φαίνεται να έχουν τη δυνατότητα να αλλάξουν κάτι στη δομική λειτουργία της άμυνας στην Ευρώπη, αφού η συντριπτική πλειονότητα αυτής της χρηματοδότησης θα συνεχίσει να διατίθεται εντός εθνικών διαδικασιών και χωρίς τη δυνατότητα να δρομολογήσει μέσω συγκεκριμένων όρων την ενίσχυση τέτοιων κοινών ευρωπαϊκών στρατιωτικών δυνατοτήτων, όπως αυτές που διαμορφώνονται σε κάποιο βαθμό εντός της μόνιμης, διαρθρωμένης συνεργασίας (PESCO)».
Δυνατότητες
Επισημαίνει όμως ότι «μόνη δυνατή εξαίρεση μπορεί να αποτελέσει το νέο χρηματοδοτικό εργαλείο, αν διαμορφωθεί κατάλληλα και στοχεύσει κοινές στρατιωτικές δυνατότητες, κι όχι κοινές εξοπλιστικές προμήθειες: Δηλαδή χρηματοδότηση κοινού συστήματος αντιαεροπορικής άμυνας, και όχι από κοινού προμήθεια αντιαεροπορικών συστημάτων».
Κατά τον Γιαννακόπουλο, «το ισχύον θεσμικό πλαίσιο της Ε.Ε. ορίζει σαφώς ότι η άμυνα είναι αρμοδιότητα των Κ-Μ, αφήνοντας περιορισμένο πεδίο δράσης στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, της οποίας οι δράσεις, κατά πολλούς, κινούνται ήδη στα απώτατα όρια των αρμοδιοτήτων της».
Ομως, θεωρεί ότι «θα μπορούσε ίσως να διαμορφωθεί σχέδιο με κάπως διαφορετικά χαρακτηριστικά, που θα ήταν δυνατό να επιφέρει ευρύτερες και βαθύτερες μεταβολές» και ότι «τέτοια χαρακτηριστικά ίσως αναδυθούν όταν ανακοινωθούν περισσότερες λεπτομέρειες».
Στην ερώτηση αν το πλαίσιο του «ReArm Europe» περιλαμβάνει τη βαθμιαία μεταστροφή στα ευρωπαϊκής προέλευσης οπλικά συστήματα, ο Γιαννακόπουλος εκτιμά ότι αυτό δεν είναι απαραίτητο. «Ο δημοσιονομικός χώρος που θα δημιουργηθεί στους εθνικούς προϋπολογισμούς μέσω της ενεργοποίησης της ρήτρας διαφυγής και o οποίος, σύμφωνα με τις εξαγγελίες, θα αποδώσει 650 από τα 800 συνολικά δισ. ευρώ για αμυντικές επενδύσεις, αναμένεται να χρησιμοποιηθεί κατά τα ειωθότα». Προσθέτει όμως ότι «το νέο εργαλείο των 150 δισ. ευρώ, θα μπορούσε να εισαγάγει τέτοιους όρους, αλλά η προτεινόμενη νομική βάση του δεν συνεπάγεται κάτι τέτοιο, σε αντίθεση με άλλες νομοθετικές προτάσεις της Επιτροπής, όπως το ευρωπαϊκό πρόγραμμα αμυντικής βιομηχανίας (EDIP)». «Αρα μένει να δούμε τη συγκεκριμένη πρόταση ολοκληρωμένη για να διαπιστώσουμε αν συντελείται μεταστροφή».
«Υπάρχει κίνδυνος αύξησης του υψηλού χρέους της Ελλάδας»
Για την ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής εξηγεί ότι «πρακτικά σημαίνει, ανάλογα με τους όρους εφαρμογής που θα αποφασισθούν, ότι όταν τα Κ-Μ κάνουν αμυντικές δαπάνες που διογκώνουν το έλλειμμα και το χρέος πέραν των ορίων του συμφώνου σταθερότητας, δεν θα ανακαλούνται στην τάξη από τα ευρωπαϊκά όργανα και, άρα, θα μπορούν να δανειστούν για να χρηματοδοτήσουν αυτές τις επενδύσεις».
«Ομως, ο μηχανισμός αυτός εξ ορισμού συνεπάγεται τη δημιουργία αντίστοιχου εθνικού χρέους» σημειώνει με έμφαση ο Γιαννακόπουλος. «Αυτό αναμένεται να αυξήσει το κόστος δανεισμού οριζοντίως, συνεπικουρούμενο από γενικότερη αύξηση του δανεισμού για την άμυνα, όπως η σύσταση ειδικού ταμείου στη Γερμανία, ύψους 500 δισ. ευρώ. Οι πρώτες επιπτώσεις έχουν ήδη φανεί στα γερμανικά ομόλογα αλλά και εκτός Ευρώπης» συμπληρώνει.
Κατά την εκτίμησή του, και η ενθάρρυνση ιδιωτικών επενδύσεων στη στήριξη της αμυντικής βιομηχανίας αναμένεται να δημιουργήσει ακόμα υψηλότερο κόστος κρατικού δανεισμού. «Για χώρες με ήδη υψηλό χρέος, όπως η Ελλάδα ή η Ιταλία, η περαιτέρω αύξησή του δεν είναι βέβαιο ότι θα έβρισκε ανταπόκριση από τις αγορές και άρα η ωφέλεια από το μέτρο θα ήταν περιορισμένη» εξηγεί. Κρούει επίσης τον κώδωνα του κινδύνου, ότι «μια γενική αύξηση του κόστους δανεισμού θα μπορούσε ίσως να επιδεινώσει σημαντικά την εξυπηρέτηση του υπάρχοντος χρέους, με όλα τα επακόλουθα μιας τέτοιας κατάστασης και για τη βιωσιμότητά του και για τον δημοσιονομικό χώρο».
Σε ό,τι αφορά τον ύψους 150 δισ. ευρώ χρηματοδοτικό εργαλείο παροχής δανείων, ο Γιαννακόπουλος θεωρεί ότι προτείνεται για προμήθειες υψηλής προτεραιότητας. «Η γενική ιδέα είναι ότι η Ε.Ε. θα δανειστεί μέχρι 150 δισ. ευρώ σε διάστημα πέντε ετών, τα οποία θα εξυπηρετούνται από τον προϋπολογισμό της. Ομως δεν έχουν περιγραφεί επαρκώς οι πιθανοί όροι και προϋποθέσεις δανεισμού των Κ-Μ, αλλά διευκρινίζεται ότι κι αυτό το χρέος προς την Ε.Ε. θα εμπίπτει στην εφαρμογή της ρήτρας διαφυγής» εξηγεί.
Εκφράζει όμως τον σκεπτικισμό του, καθώς «η λήψη δανείου από την Ε.Ε. δεν αναμένεται να προσφέρει ισχυρό συγκριτικά οικονομικό κίνητρο σε σχέση με τον απευθείας δανεισμό από τις αγορές». Για αυτό τον λόγο «όχι τυχαία, αρκετά Κ-Μ με υψηλό δημόσιο χρέος είναι της άποψης ότι το εν λόγω χρηματοδοτικό εργαλείο θα έπρεπε, όπως πράττουν όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά προγράμματα, να παρέχει ενισχύσεις, κι όχι δάνεια». Με έμφαση προσθέτει ότι «αυτή η άποψη, που προφανώς εξυπηρετεί και τα ελληνικά συμφέροντα, εκφράστηκε κατά πληροφορίες έντονα στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο από τις Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία».
Δυσκολίες
Επιπλέον, ο πρόεδρος Μακρόν δήλωσε ότι «τα 150 δισ. ευρώ δεν επαρκούν για τις ανάγκες που πρέπει να καλυφθούν και, έχοντας προφανώς επίγνωση των προβλημάτων που δύναται να δημιουργήσει ο μαζικός δανεισμός, πρότεινε την αύξηση του ποσού μέσω της επιβολής ψηφιακού φόρου σε επίπεδο Ε.Ε., κι όχι μέσω επιπλέον δανεισμού». Κατά τον συνομιλητή μας, «αυτές οι αντιδράσεις συνέβαλαν στη διατύπωση μιας χλιαρής υποδοχής (“takes note of” αντί “welcomes”) της συγκεκριμένης πρότασης της Επιτροπής στο κείμενο συμπερασμάτων του έκτακτου συμβουλίου».
Σε ό,τι αφορά την πρόταση για χρήση πόρων από τα προγράμματα συνοχής, εξηγεί ότι «η πρόταση της Επιτροπής αποσκοπεί στο να δώσει την ευχέρεια στα Κ-Μ να κατευθύνουν κάποιους από τους πόρους που δεν έχουν ακόμα χρησιμοποιηθεί σε επενδύσεις στην άμυνα».
Θεωρεί ότι αυτές θα αφορούν κυρίως μέτρα διευκόλυνσης της ανάπτυξης της αμυντικής βιομηχανικής παραγωγής. Κατά την εκτίμησή του, «θα ήταν ενδιαφέρον να διερευνηθεί αν η προτεινόμενη δυνατότητα για μεταφορά των συγκεκριμένων πόρων σε άλλα ευρωπαϊκά αμυντικά προγράμματα για λογαριασμό του ίδιου Κ-Μ θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την προμήθεια οπλικών συστημάτων μέσω του EDIP». Σημειώνεται ότι στην Ελλάδα τα προγράμματα συνοχής εκτελούνται μέσω του Εταιρικού Συμφώνου Περιφερειακής Ανάπτυξης (ΕΣΠΑ) και στοχεύουν στην οικονομική και την κοινωνική σύγκλιση μεταξύ των περιφερειών της Ε.Ε.
«Τα προγράμματα αυτά χρηματοδοτούν μεγάλη ποικιλία δράσεων με πολλούς αποδέκτες, από μεγάλα και μικρά δημόσια έργα κι έργα ενεργειακού μετασχηματισμού μέχρι ενίσχυση οικονομικών δραστηριοτήτων, κάλυψη κοινωνικών αναγκών και στήριξη κοινωνικών ομάδων» εξηγεί.
Για το διάστημα 2021-2027 το σύνολο του σχετικού προϋπολογισμού για όλα τα Κ-Μ ανέρχεται σε 392 δισ. ευρώ, ενώ το μερίδιο της Ελλάδας για την ίδια περίοδο είναι περίπου 26 δισ. ευρώ, εκ των οποίων πέντε δισ. ευρώ είναι οι ίδιοι πόροι.
«Αξίζει να σημειωθεί ότι στο κείμενο συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου τα Κ-Μ καλούν την Επιτροπή να διερευνήσει τη δυνατότητα αντίστοιχης χρησιμοποίησης κι άλλων σχετικών προγραμμάτων» επισημαίνει ο Γιαννακόπουλος, εκτιμώντας ότι «το Ταμείο Ανάκαμψης κι Ανθεκτικότητας είναι ίσως ο καλύτερος υποψήφιος για κάτι τέτοιο».
Για την κινητοποίηση των ιδιωτικών κεφαλαίων, ο Γιαννακόπουλος εκτιμά «ότι η εν λόγω δράση είναι ευρύτερη του τομέα της άμυνας και αποσκοπεί στη διευκόλυνση των επενδύσεων εντός της Ε.Ε., μέσω της ολοκλήρωσης της ένωσης κεφαλαιαγορών».
Τα έξι βασικά σημεία για τον επανεξοπλισμό της Ευρώπης
Τα έξι κύρια σημεία του σχεδίου, που θα μπορούσε να κινητοποιήσει περίπου 800 δισ. ευρώ, είναι:
- Απελευθέρωση της χρήσης δημόσιας χρηματοδότησης για την άμυνα σε εθνικό επίπεδο, μέσω της ενεργοποίησης της εθνικής ρήτρας διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Θα επιτραπεί στα K-M να αυξήσουν σημαντικά τις αμυντικές τους δαπάνες, χωρίς να ενεργοποιηθεί η διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος. Για παράδειγμα, αν τα Κ-Μ αυξήσουν κατά μέσο όρο τις αμυντικές τους δαπάνες κατά 1,5% του ΑΕΠ (Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν), μπορεί να δημιουργηθεί δημοσιονομικός χώρος κοντά στα 650 δισ. ευρώ σε περίοδο τεσσάρων ετών.
- Παροχή στα Κ-Μ δανείων ύψους 150 δισ. ευρώ για επενδύσεις σε πανευρωπαϊκούς τομείς αμυντικών δυνατοτήτων, όπως για παράδειγμα αεροπορική και πυραυλική άμυνα, συστήματα πυροβολικού, πύραυλοι και πυρομαχικά, μη επανδρωμένα αεροσκάφη (drone) και αντι-drone, αλλά και για την αντιμετώπιση άλλων αναγκών από τον κυβερνοχώρο έως τη στρατιωτική κινητικότητα. Μέσω των κοινών προμηθειών θα μειωθεί επίσης το κόστος και ο κατακερματισμός, ενώ θα αυξηθεί η διαλειτουργικότητα και θα ενισχυθεί η αμυντική βιομηχανική βάση της Ε.Ε. Επίσης, με αυτόν τον εξοπλισμό τα Κ-Μ μπορούν να ενισχύσουν άμεσα και μαζικά την Ουκρανία.
- Η χρήση της ισχύος του προϋπολογισμού της Ε.Ε., ώστε βραχυπρόθεσμα να κατευθυνθούν περισσότερα κεφάλαια σε επενδύσεις σχετικές με την άμυνα. Θα προταθούν πρόσθετες δυνατότητες και κίνητρα στα Κ-Μ, που θα αποφασίσουν εάν θέλουν να χρησιμοποιήσουν πόρους από τα προγράμματα κοινωνικής συνοχής για να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες.
- Κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων μέσω της επιτάχυνσης της πρωτοβουλίας Ενωση Αποταμιεύσεων και Επενδύσεων (Savings and Investments Union).
- Κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων (European Investment Bank – EIB).
- Συνέχιση της στενής συνεργασίας με τους εταίρους στο ΝΑΤΟ.
Who is who
Ο Μπάμπης Γιαννακόπουλος δραστηριοποιείται στη δημιουργία, στην οργάνωση και την εκτέλεση ευρωπαϊκών προγραμμάτων αμυντικής τεχνολογικής έρευνας και ανάπτυξης, και ως σύμβουλος στρατηγικής στον τομέα της άμυνας και της αμυντικής βιομηχανίας, ειδικότερα εντός του πλαισίου της Ε.Ε. Εχει προϋπηρεσία σε εταιρίες της αμυντικής βιομηχανίας, ενώ μεταπήδησε για περίπου οκτώ χρόνια στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, όπου εργάστηκε στη διαμόρφωση της αμυντικής βιομηχανικής πολιτικής, με κεντρική εμπλοκή στον σχεδιασμό, στην υλοποίηση και την εκτέλεση των πρώτων ευρωπαϊκών προγραμμάτων χρηματοδότησης αμυντικής έρευνας και ανάπτυξης.
Πηγή: Κυριακάτικη Δημοκρατία