Υποδύεται ένα από τα καλύτερα παιδιά στο Διαφάνι. Ο ταλαντούχος ηθοποιός Αλέξανδρος Καλπακίδης, μιλά «Enjoy» της «κυριακάτικης δημοκρατίας» και στην Μαρία Ανδρέου, για τον ρόλο του κουρέα, τις εξελίξεις αλλά και την αγάπη του κόσμου την οποία οι πρωταγωνιστές της σειράς, λαμβάνουν και ανταποδίδουν με μεγάλη χαρά.
Κύριε Καλπακίδη, πώς σας έγινε πρόταση για να συμμετάσχετε στις «Άγριες μέλισσες»;
Η πρόταση έγινε πριν από ενάμιση χρόνο. Ανοιξη ήταν, θυμάμαι. Για τον ρόλο του Παναγιώτη έκανα τέσσερα δοκιμαστικά. Η πορεία μου στο θέατρο ήταν αυτή που μου έδωσε και τον ρόλο, θεωρώ. Πίστευα ότι αυτή η σειρά θα είχε μεγάλη απήχηση στον κόσμο, γιατί σκέφτηκα και εγώ ως θεατής. Μόλις ήρθε στα χέρια μου το πρώτο σενάριο, το δεύτερο, το τρίτο, το τέταρτο και το πέμπτο, τα διάβασα όλα μονομιάς, δεν ήθελα να σταματήσω. Σαν κάποιες σειρές που βλέπεις στο Netflix και ξενυχτάς και σε βρίσκει το πρωί, γιατί από την αγωνία θέλεις να δεις όλα τα επεισόδια. Δεν είχα παίξει ποτέ σε καθημερινό σίριαλ. Κατά βάση είμαι θεατρικός ηθοποιός, αλλά με το σενάριο έφαγα τέτοιο σκάλωμα από την αρχή, που είπα, θυμάμαι, στη γυναίκα μου: «Εδώ έχουμε κάτι πολύ καλό». Οι άνθρωποι τόσο στον δρόμο όσο και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μας κατακλύζουν με μηνύματα αγάπης και ιδιαίτερα αυτή την εποχή μάς γράφουν: «Σας ευχαριστούμε πολύ γι’ αυτό που μας δίνετε. Δεν θα ξέραμε πώς θα περνούσαμε τα βράδια μας μέσα στην καραντίνα. Είστε το ραντεβού μας». Αυτό μας γεμίζει με ένα δημιουργικό άγχος για να γίνουμε ακόμα καλύτεροι. Ο κόσμος για εμάς έχει γίνει μια θερμή αγκαλιά. Πιστεύω ότι η σειρά αυτή έχει τόσο μεγάλη επιτυχία στον κόσμο γιατί έχει «κουμπώσει» τόσο καλά η σκληρή εποχή του ’60 με όσα περνάμε εμείς σήμερα. Φτώχεια τότε, ανέχεια σήμερα. Και όπου κυριαρχεί η φτώχεια, επικρατεί και ο νόμος του ισχυρού. Οι άνθρωποι χάνουν την ανθρωπιά τους και κάνουν τα πάντα για να επιβιώσουν, πατώντας πάνω στους άλλους. Θα έλεγα ότι στις «Αγριες μέλισσες» αυτό που ζουν οι ήρωες είναι μια παράλληλη πραγματικότητα του 2021. Και ακόμα μία φορά οι Ελληνες πρέπει να αποδείξουν ότι είναι ποτισμένο το DNA τους με τη μάχη για επιβίωση.
Πώς προσεγγίσατε τον ήρωά σας, τον Παναγιώτη;
Ο Παναγιώτης στηρίζεται σε ένα πολύ καλογραμμένο σενάριο, που έχει σωστή δραματουργική ανάπτυξη. Κουβαλά ένα βαθύ παρελθόν, έναν πατέρα που έχασε στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά και τον θάνατο της μάνας του από βαθιά φτώχεια, καθώς ήταν βαριά άρρωστη και δεν υπήρχαν τα χρήματα για περίθαλψη. Ο ήρωάς μου έχει περάσει πολύ ζόρικα και κάνει τα πάντα για να επιβιώσει, να βγάλει με τιμιότητα το μεροκάματο. Ο Παναγιώτης, όπως μου λένε και οι συνάδελφοί μου στο γύρισμα, είναι το καλύτερο παιδί στο Διαφάνι. Ως χαρακτήρας, είναι αυτό που λέμε «καλός άνθρωπος». Ο Παναγιώτης τις πιο βαθιές ενοχές τις έζησε με την ιστορία του Γιάννου και γι’ αυτό αποφάσισε να φύγει, να πάει στην Αμερική, γιατί από τις τύψεις του δεν μπορούσε να αντικρίσει τους συγχωριανούς του. Ομως ούτε στην Αμερική ησύχασε η ψυχή του. Γι’ αυτό, ως πολύ συναισθηματικός άνθρωπος, γυρνά, για να βρει την εξιλέωση και τη συγχώρεση. Η ψυχολογία είναι μεγάλο ζήτημα…
Για τη Βιολέτα τι αισθάνεται ο Παναγιώτης; Την έχει δει ποτέ ερωτικά;
Ποτέ. Για τη Βιολέτα, την αφεντικίνα του, τρέφει βαθιά αγάπη. Δεν έχει καμία ερωτική βλέψη. Δεν υπάρχει τίποτε σεξουαλικό μεταξύ τους, αν και η Βιολέτα είναι ένα πολύ ωραίο θηλυκό. Οπου ο ερωτισμός, και η Βιολέτα μέσα. Για τον Παναγιώτη όμως η Βιολέτα είναι η οικογένειά του. Γιατί, εκτός από αυτήν και τον ξάδελφό του τον Προκόπη, δεν έχει κανέναν άλλο άνθρωπο στον κόσμο που να τον νοιάζεται. Ο Παναγιώτης είναι αυτός που θα χαρεί πιο πολύ από όλους αν η Βιολέτα παντρευτεί τον Μιλτιάδη. Γιατί γάμος θα γίνει! Θα φάμε κουφέτα. Νομίζω ότι έτσι θα γίνουν τα πράγματα και βλέπω την αφεντιά μου, τον Παναγιώτη, να συμμετέχει ενεργά σε αυτό τον γάμο ως… κουμπάρος.
Μνήμες από τη ζωή σε χωριό έχετε;
Βεβαίως. Εχω γεννηθεί σε ένα χωριό έξω από την Καβάλα, Κρηνίδες λέγεται, που βρίσκεται κοντά στον Αρχαιολογικό Χώρο των Φιλίππων, όπου το θέατρο το καλοκαίρι σφύζει από κόσμο λόγω του φεστιβάλ. Μεγάλωσα στα χωράφια και έχω τη μυρωδιά από το χώμα, τη γη. Οι γονείς μου, όπως και οι περισσότεροι στη βόρεια Ελλάδα, έφυγαν μετανάστες στη Γερμανία για μια καλύτερη ζωή. Εγώ στο Βερολίνο το 1990 έκανα πολλές δουλειές για να σπουδάσω θέατρο. Δύσκολα αλλά ωραία χρόνια. Στη Γερμανία έχω ζήσει ιστορικές στιγμές, όπως η πτώση του Τείχους του Βερολίνου. Οταν γύρισα από το Βερολίνο στην Ελλάδα, πήγα στη θεατρική σχολή του Γιώργου Κιμούλη, το 1995, γιατί ήθελα να συνεχίσω αυτό το ταξίδι της υποκριτικής και στη χώρα μου. Ολα έχουν πάει καλά από τότε και σταθερά ζω από το θέατρο.
Η Μελίνα Τσαμπάνη θα αφήσει εργένιδες εσάς και τον Προκόπη;
Το έχει η μοίρα μου, φαίνεται. Και στην προσωπική μου ζωή έφτασα κοντά στα 50 για να παντρευτώ… Αυτά είναι τυχερά. Ωστόσο τους ρωτάω: «Τι θα γίνει, ρε παιδιά; Σε αυτό το χωριό όλοι έχουν ερωτικές ιστορίες, εμείς θα παραμείνουμε γεροντοπαλίκαρα, ενώ οι γύρω μας θα αλωνίζουν;» Και πέφτει πολύ γέλιο. Πιστεύω ότι αυτή η σειρά έχει όλα τα εχέγγυα για να πάει και για τρίτη τηλεοπτική σεζόν. Τα νούμερα τηλεθέασης της δεύτερης σεζόν είναι καλύτερα από εκείνα της πρώτης. Σπάσαμε το ρεκόρ των 1.900.000 τηλεθεατών. Δεν υπάρχει συνάδελφος που να μην πιστεύει ότι αυτή η δουλειά δεν μπορεί να μην πάει για τρίτη ή ακόμα και για τέταρτη σεζόν. Γιατί πολύ απλά οι «Μέλισσες» είναι η ίδια η ζωή.
Γιατί στις «Άγριες μέλισσες» ακόμα και ο πιο αντιπαθητικός ήρωας γίνεται συμπαθητικός;
Ελα μου ντε… Ο Μελέτης, ας πούμε, για μένα είναι από μόνος του ένα κεφάλαιο για ανάλυση. Ο Μελέτης έχει σκοτώσει και είναι έτοιμος να ξανασκοτώσει αν χρειαστεί, αλλά ο κόσμος τον αγαπά και τον δικαιολογεί. Ο Μελέτης είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση, είναι ένας πραγματικά σκληρός άνθρωπος, που έπνιξε ένα άρρωστο και αθώο παιδί κάτω από τις διαταγές του Δούκα. Αν σταθεί κάποιος εμπόδιο στα συμφέροντά του, μπορεί να τον «καθαρίσει». Παρά τρίχα την έχουμε γλιτώσει όλοι… Μπορεί να «φάει» και όλο το χωριό. Τα λέω όλα αυτά στον φίλο μου τον Γιώργο Γεροντιδάκη, ταλαντούχο ηθοποιό και αξιόλογο παιδί, που παίζει τον Μελέτη, και γελάμε στα διαλείμματα. Ο Μελέτης, λοιπόν, έχει μια δική του ηθική. Ακραία, αυστηρή, καθοδηγούμενη από τον ανήθικο και άπληστο Δούκα. Ο έρωτάς του όμως για την Πηνελόπη και η ιστορία με τη μάνα του την Ανέτ τον έχουν κάνει αγαπητό στον κόσμο.
Είχατε μια πολύ δύσκολη σκηνή με τον Μιλτιάδη και τον εξορκισμό. Πώς τη φέρατε σε πέρας;
Οταν συνεργάζεσαι με τον Γιώργο Γάλλο -τον γνωρίζω από το Εθνικό Θέατρο-, έναν τόσο σπουδαίο ηθοποιό, τα αποτελέσματα θα είναι πάντα εξαιρετικά. Ηταν μια πολύ συγκλονιστική σκηνή. Γιατί ο Μιλτιάδης παλεύει να βρει τη λύση με τα ψυχολογικά του. Το μυαλό παίζει παράξενα παιχνίδια. Και όταν ο άνθρωπος δεν βρίσκει τη λύση στη γη, την ψάχνει και έξω από τη γη, στον Θεό, αν είναι θρησκευόμενος άνθρωπος και πιστεύει βαθιά. Η επιστήμη και η πίστη θα δράσουν στην περίπτωση του Μιλτιάδη. Ο Μιλτιάδης είναι σαν ήρωας αρχαίας τραγωδίας. Είναι τραγικός. Οι σκηνές του είναι θεατρικές. Ψάχνει την κάθαρση. Μπορούσε κάλλιστα να ήταν ένας ήρωας του Τσέχοφ, του Ιψεν. Σε αυτή τη σειρά έχω την τύχη να συνεργάζομαι με εξαιρετικούς θεατρικούς ηθοποιούς και ανθρώπους. Και τώρα, με την πανδημία, έχουμε δεθεί ακόμα πιο πολύ, βοηθάμε ο ένας τον άλλο, τρέχουμε με τρελούς ρυθμούς. Κάθε επεισόδιο βγαίνει μέσα σε μία μέρα. Ξέρετε τι σημαίνει αυτό, πόσες ώρες δουλειάς (και να έχουν προηγηθεί τα τεστ για τον Covid-19);
Ο Παναγιώτης είναι από τους πρώτους που αγκαλιάζει τη Λενιώ μετά τη φυλακή. Δεν έχει, ας πούμε, τις επιφυλάξεις της Παγώνας. Δεν φοβάται;
Ο Παναγιώτης πάντα στήριζε την Ελένη και θα τη στηρίζει, γιατί αγαπά το δίκιο. Στη Λενιώ βλέπει το δίκιο. Τον έχει απειλήσει ο Δούκας, ο Μελέτης, αλλά αυτός εκεί, κοντά στο δίκιο. Αλλά και ο ξάδελφός του ο Προκόπης, το ίδιο. Ο Προκόπης, ως επαναστάτης αριστερός, θα ταχθεί με την Ελένη, κάνοντας έτσι μια επαναστατική πράξη. Ο Παναγιώτης, ως βασιλικός, πιο συντηρητικός ως άνθρωπος, θα δράσει με τους ηθικούς κανόνες. Και οι δυο τους έχουν έναν δικό τους κώδικα αξιών.
Τι αισθάνεσαι για τον τηλεοπτικό ξάδελφό σου, τον Προκόπη, δηλαδή τον συνάδελφό σου Γιώργο Ηλιόπουλο;
Θα σας πω κάτι: Τον Γιώργο τον γνωρίζω από τη Δραματική Σχολή Καζάκου, όταν σπουδάζαμε μαζί εκεί για ένα διάστημα. Γνωριζόμαστε 26 χρόνια. Ο Γιώργος δεν είναι μόνο ένας εκπληκτικός ηθοποιός, αλλά ένας σπουδαίος θεατρικός συγγραφέας, που τα θεατρικά έργα του ανεβαίνουν στη Βρετανία, στην κεντρική Ευρώπη, στη Γαλλία. Ο Γιώργος είναι θεατράνθρωπος. Οταν μου είπαν ότι στη σειρά ότι ο Προκόπης, ο ξάδελφός μου, θα είναι ο Γιώργος Ηλιόπουλος, ηρέμησα. Είπα «το έχουμε με κλειστά τα μάτια». Παίρνουμε τη σκηνή και αμέσως τη βγάζουμε, γιατί και οι δύο ξέρουμε πού θα την πάμε. Είναι σημαντικό να έχεις συνεργαστεί με τους ηθοποιούς με τους οποίους παίζεις. Τον Λεωνίδα Κακούρη, τον Δημήτρη Γκοτσόπουλο, τον Γιώργο Γάλλο, τον Χρήστο Πλαΐνη, όλους τους ξέρω. Εχω παίξει μαζί τους στο θέατρο. Ο Δημήτρης Γκοτσόπουλος είναι λαμπρός νέος ηθοποιός, ξέρει να ακούει. Εχουμε πολύ ωραίο κλίμα στη σειρά, είμαστε όλοι αγαπημένοι, χωρίς κόντρες. Θα πούμε το καλαμπούρι μας, θα αγκαλιαστούμε.
Τι θέλετε σε επίπεδο σεναρίου για τα δύο ξαδέλφια;
Να παντρευτούν την ίδια μέρα μαζί. Τους αξίζει. Και να πάρουν δύο αδελφές. Να γίνουν και μπατζανάκια. Δεν θα ήταν πολύ ωραίο;
Πώς βιώνετε την πανδημία του κορωνοϊού;
Στην πρώτη καραντίνα -ήταν και κάτι πρωτόγνωρο όλο αυτό- ήμουν τόσο κουρασμένος από τα γυρίσματα, που τον πρώτο μήνα λέω: «Παναγιώτη, και τώρα ξεκούραση». Γύρω στις πέντε το απόγευμα και προτού βγει ο Τσιόδρας, στις έξι, για την ενημέρωση πίναμε διαδικτυακά το καφεδάκι μας όλοι οι συντελεστές από τη σειρά, τα λέγαμε, όλοι μας ψιλοχαμένοι, δεν ξέραμε και τι ακριβώς γινόταν. Μετά τον πρώτο μήνα μάς έπιασαν η ανασφάλεια και η ασφυξία μέσα στο σπίτι. Στη δεύτερη καραντίνα το θετικό είναι ότι δουλεύουμε σε τρελούς ρυθμούς στις «Άγριες μέλισσες», με rapid test. Ευελπιστούμε να έρθει η σειρά μας για να κάνουμε το εμβόλιο, ώστε να επανέλθει η ζωή μας σε μια κανονικότητα. Αισθάνομαι πολύ τυχερός οικονομικά, γιατί δουλεύω σε μια παραγωγή η οποία με πληρώνει κανονικά, στην ώρα μου, και όσα έχουμε συμφωνήσει σε μια πολύ δύσκολη περίοδο. Οι περισσότεροι συνάδελφοί μου στο θέατρο αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα επιβίωσης. Ζούμε σε μια χώρα που δεν έχει μεγάλες οικονομικές αντοχές και με την πανδημία τα πράγματα έγιναν χειρότερα. Εχω θυμώσει πάρα πολύ με τον τρόπο που έχουν φερθεί οι πολιτικοί μας στον πολιτισμό. Δεν τον αναφέρουν καν. Ακούς τι θα ανοίξει, και για τα θέατρα ούτε λόγος. Και όμως ο πολιτισμός δεν είναι πολυτέλεια. Είναι αυτός που μας κατέβασε από τα δέντρα της ζούγκλας στο έδαφος. Το έχουν ξεχάσει μάλλον. Ωραία και τα κομμωτήρια και τα νυχάδικα, αλλά το θέατρο είναι βαθιά ανάγκη για τον άνθρωπο. Δεν υπάρχει κοινωνία αν δεν υπάρχει πολιτισμός. Ψυχολογικά, πώς θα εκτονωθεί όλος αυτός ο εγκλωβισμός που έχουμε υποστεί όλοι μας αν δεν ανοίξουν οι χώροι τέχνης; Απλώς η Πολιτεία αποφάσισε οριζόντια μέτρα για όλους και είπε: «Με τον φόβο της διασποράς, κλείνω την εστίαση, τα θέατρα, για να μην γκρινιάξει κανείς». Εχω να δουλέψω στο θέατρο από τις 13 Μαρτίου 2020. Ημουν στην παράσταση «12 ένορκοι», πηγαίναμε… σφαίρα. Μας είχαν καλέσει και στις Βρυξέλλες, σε θέατρο, για να δουν το έργο. Κοντεύω έναν χρόνο χωρίς θέατρο. Ελπίζω στο καλοκαίρι. Αλλά έτσι λέγαμε και πέρσι το καλοκαίρι, ότι νικήσαμε την πανδημία, ώσπου ήρθε ο φετινός χειμώνας. Βέβαια, τώρα έχουμε και το εμβόλιο, για να επιτευχθεί η ανοσία της αγέλης.