Λαός που λησμονεί την Ιστορία του δεν έχει μέλλον και έτσι οι μνήμες από το ένα ένδοξο παρελθόν, από εποχές που η Ελλάδα αποτίναζε τα δεσμά της οθωμανικής κατοχής και απελευθέρωνε πατρογονικά της εδάφη στη Μακεδονία, ζωντανεύουν στο Μουσείο Βαλκανικών Πολέμων, που βρίσκεται στην έπαυλη Μοδιάνο, στο χωριό Γέφυρα, 30 περίπου χιλιόμετρα από τη Θεσσαλονίκη.
Στα δωμάτια του μουσείου υπάρχουν εκθέματα από τους Βαλκανικούς Πολέμους, όπως όπλα, τυφέκια, σπαθιά, φορεσιές στρατιωτών που πήραν μέρος στις μάχες από τα βαλκανικά κράτη, φωτογραφίες, ελαιογραφίες, απεικονίσεις από μάχες και άλλα σπάνια κειμήλια, χειρόγραφα, τηλεγραφήματα και επιστολές.
Εντυπωσιάζει το καθιστικό δωμάτιο, στο οποίο υπάρχει η αναπαράσταση των διαπραγματεύσεων μεταξύ των Ελλήνων και των Τούρκων και όπου δεσπόζει η μορφή του πρίγκιπα Κωνσταντίνου, ενώ πίσω του βρίσκεται ο λοχαγός του και μετέπειτα πρωθυπουργός της χώρας Ιωάννης Μεταξάς και οι Τούρκοι διπλωμάτες. Πάνω από το τζάκι υπάρχει ένα επίχρυσο κουρδιστό ρολόι κατασκευασμένο στη Γαλλία το 1980, με την επιγραφή «Θεσσαλονίκη» γραμμένη στα τουρκικά. Στο δωμάτιο υπάρχουν τα πορτρέτα του βασιλιά Γεωργίου του Α’ και της βασίλισσας Ολγας και μια σπάνια προσωπογραφία του Ελευθέριου Βενιζέλου και του ναυάρχου Κουντουριώτη.
Δέος προκαλεί το έγγραφο της παράδοσης της Θεσσαλονίκης από τους Οθωμανούς στον Ελληνικό Στρατό υπογεγραμμένο από τον αρχιστράτηγο και διάδοχο του θρόνου Κωνσταντίνο και τον Τούρκο διοικητή Χασάν Ταχσίν Πασά, που βρίσκεται τοποθετημένο σε προθήκη του μουσείου.
Ηταν 26 Οκτωβρίου 1912, ανήμερα του πολιούχου της Θεσσαλονίκης Αγίου Δημητρίου, όταν τμήμα του Ελληνικού Στρατού μπαίνει και απελευθερώνει την πόλη ώρες ουσιαστικά προτού υπογραφεί επίσημα, στις 27 Οκτωβρίου, το πρωτόκολλο παράδοσης της Θεσσαλονίκης στο παλιό διοικητήριο, το οποίο βρισκόταν στη θέση όπου χτίστηκε πολύ μετέπειτα το ΥΜΑΘ.
Εδάφη ποτισμένα με το αίμα των Ελλήνων στρατιωτών, που έδωσαν τη ζωή τους σε δύσκολες μάχες, ακόμη και με αριθμητικό μειονέκτημα, όπως στη μάχη των Γιαννιτσών, όπου πρώτη φορά ακούστηκε η ελληνική ιαχή «αέρα», προκειμένου να επανακτήσουν κάθε σπιθαμή της ελληνικής γης, αποπνέουν το άρωμα της ελευθερίας.
Λίγα χιλιόμετρα πιο μακριά ο Αξιός ποταμός και η Χαλάστρα, όπου απλοί χωρικοί με την καθοδήγηση ενός ξυλουργού επέδειξαν απαράμιλλο σθένος, βοηθώντας τα στρατεύματα του αρχιστράτηγου Κωνσταντίνου να φτιάξουν δύο πλωτές γέφυρες, καθώς οι Τούρκοι οπισθοχωρώντας είχαν καταστρέψει αυτές που υπήρχαν, ώστε να περάσουν το ποτάμι και να συνεχίσουν τη νικηφόρα πορεία τους προς τη Θεσσαλονίκη. Η γέφυρα φτιάχτηκε με ξύλα από την περιοχή, ακόμη και από τις πόρτες σπιτιών και αποθηκών μέσα σε δύο ημέρες, ενώ χάρη σε αυτή πέρασαν τον Αξιό 600.000 στρατιώτες!