Το γνωστό απόφθεγμα του στρατηγού Ιωάννη Μακρυγιάννη «Ο αγώνας για την ελευθερία θεμελιώθηκε όχι μόνο στην απαίτηση του ελληνικού λαού για ανεξαρτησία, αλλά και στα ιστορικά του δικαιώματα πάνω στα απαράμιλλα έργα των αρχαίων προγόνων» προτάσσεται στον τίτλο της νέας περιοδικής έκθεσης «Δι’ αυτά πολεμήσαμεν… Αρχαιότητες και Ελληνική Επανάσταση», η οποία εγκαινιάζεται στις 11 Φεβρουαρίου (7 μ.μ.) στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο. Τα εγκαίνια θα τελέσει ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, παρουσία της υπουργού Πολιτισμού και Αθλητισμού Λίνας Μενδώνη.
Η έκθεση εντάσσεται στο πρόγραμμα εορτασμού του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου για την επέτειο των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση και, όπως είπε η κυρία Μενδώνη κατά τη χθεσινή συνέντευξη Τύπου για την παρουσίαση της έκθεσης, αποτελεί ακόμη μία πρωτιά του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου, καθώς είναι «ένας εξαιρετικά καλός προάγγελος των εορτασμών των 200 ετών».
«Η πρωτιά αυτή είναι του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείου και γι’ αυτό ευχαριστούμε ιδιαίτερα, στο πρόσωπο της διευθύντριας κυρίας Μαρίας Λαγογιάννη, το σύνολο των συντελεστών της συγκεκριμένης έκθεσης. (…) Είναι πραγματικά ευτυχής η συγκυρία, που αποφάσισαν να ασχοληθούν με τη συγκεκριμένη θεματική. Και, μάλιστα, όταν η προστασία των τεκμηρίων αυτών, των υλικών καταλοίπων, έρχεται να απασχολήσει τους Νεοέλληνες ήδη μέσα από την Επανάσταση. (…) Συγχρόνως, είναι η απόδειξη αυτής της εγγενούς και πολυδιάστατης σχέσης του νεότερου ελληνισμού με τις αρχαιότητές του. Όπως και να το κάνουμε, όλο το νεοελληνικό κράτος ιδεολογικά στήθηκε μέσα από το προγονικό παρελθόν. Είναι μέρος της ταυτότητάς μας. Δεν θέλουμε να το αποποιηθούμε».
Η έκθεση περιλαμβάνει 26 επιλεγμένες αρχαιότητες (22 μαρμάρινα γλυπτά και ανάγλυφα, δύο πήλινα αγγεία, δύο χάλκινα ειδώλια) από τις συλλογές του ΕΑΜ, οι οποίες παρουσιάζονται σε έναν εκλεκτικό «διάλογο» με 26 νεότερα έργα του 18ου και 19ου αιώνα, στην πλειονότητά τους από Ευρωπαίους δημιουργούς: οκτώ ζωγραφικά (ελαιογραφίες και υδατογραφίες), 11 λυτά χαρακτικά, τέσσερις εικονογραφημένες εκδόσεις και τρία τέχνεργα των διακοσμητικών τεχνών, προσωρινά δάνεια από τη Βιβλιοθήκη και τη συλλογή έργων τέχνης της Βουλής των Ελλήνων, το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, το Μουσείο Μπενάκη, το Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου – Ευταξία, την Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλέξανδρου Σούτσου, τη συλλογή Stephan Adler, καθώς και τη συλλογή Μιχάλη και Δήμητρας Βαρκαράκη.
Στο πρώτο μέρος της έκθεσης παρατίθενται πληροφορίες και τεκμήρια για τα επαναστατικά κινήματα που προηγήθηκαν τον 17ο και τον 18ο αιώνα, καθώς και για την ιδεολογική προετοιμασία του αγώνα, κατά την οποία οι αναφορές στο αρχαίο παρελθόν και στην ιστορική συνέχεια του έθνους αποτέλεσαν σταθερή συνιστώσα.
Εκτίθενται έργα τα οποία σχετίζονται με τους μεγάλους Έλληνες διαφωτιστές Αδαμάντιο Κοραή και Ρήγα Φεραίο ή Βελεστινλή, καθώς και χαρακτηριστικές εκδόσεις που σηματοδότησαν την έναρξη του φιλελληνικού ενδιαφέροντος, ενώ οι αρχαιότητες που πλαισιώνουν την ενότητα παρουσιάζουν χαρακτηριστικά εικονογραφικά πρότυπα, σαν αυτά που ενέπνευσαν την εικαστική απόδοση της υποδουλωμένης Ελλάδας.
Το δεύτερο μέρος σχολιάζει το φαινόμενο της διαρπαγής αρχαιοτήτων ως μία από τις όψεις με τις οποίες η αρχαιοφιλία επέδρασε στη γνωριμία της Δύσης με την ελληνική αρχαιότητα προεπαναστατικά, έχοντας ωστόσο ολέθριες επιπτώσεις στην ακεραιότητα των μνημείων.
Ο επισκέπτης θα συναντήσει κάποια από τα σπαράγματα που απέμειναν μετά τη λαφυραγώγηση των αρχαίων μνημείων στην Ακρόπολη της Αθήνας, τον θησαυρό του Ατρέα στις Μυκήνες, τον ναό της Αφαίας στην Αίγινα και τον ναό του Επικούριου Απόλλωνα στις Βάσσες, πράξεις που συνέβαλαν στη συνειδητοποίηση του ελληνικού λαού ως προς τη σημασία των αρχαιοτήτων για τη συλλογική του ταυτότητα.
Στο τρίτο μέρος παρουσιάζεται το φαινόμενο του φιλελληνισμού, που στην προσπάθεια ευαισθητοποίησης της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης αξιοποίησε στην τέχνη οπτικές αναφορές και εικονογραφικά μοτίβα του αρχαίου κόσμου. Διακοσμητικά τέχνεργα που διακινούνταν στα φιλελληνικά σαλόνια και αντλούσαν την έμπνευσή τους από τις μορφές αρχαίων πολεμιστών, καθώς και η παρουσίαση της σημαντικής για την καταγραφή των αρχαίων μνημείων δράσης της Γαλλικής Επιστημονικής Αποστολής του Μοριά αποτελούν χαρακτηριστικά εκθέματα.
Το τέταρτο μέρος παρουσιάζει τη μέριμνα των Ελλήνων ήδη από την επαναστατική περίοδο να δημιουργήσουν τους θεσμούς που θα διαφυλάξουν και θα προστατεύσουν τα αρχαία μνημεία, συμβάλλοντας στην περαιτέρω μελέτη του αρχαίου ελληνικού πολιτισμού. Όπως οι πρώτες συλλογές και οι ανασκαφές που διενεργήθηκαν μετά την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους.
Δείτε επίσης: Ακρόπολη: Έρχονται νέα μέτρα ασφαλείας