Το μοντέλο «Victoria & Albert» για την επιστροφή αρχαιοτήτων

Πάντως πηγές του Ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού απορρίπτουν κατηγορηματικώς την λύση του δανεισμού και προκρίνουν την «κατάθεση».

Must Read

Έχει έρθει η ώρα της επιστροφής των Γλυπτών του Παρθενώνος πίσω στην γενέτειρά τους, την Αθήνα; Μετά από διακόσια χρόνια αποχωρισμού, και μισόν αιώνα σκληρής διπλωματικής προσπάθειας, φαίνεται ότι η νίκη είναι κοντά.

  • Της Μαρίας Κορνάρου

Ο «Economist» έτσι, νωρίτερα αυτή την εβδομάδα, εκτίμησε ότι ως το 2025 θα έχει συντελεσθεί η επανένωση, ένα συμπέρασμα που μοιράζεται και μέρος του βρετανικού τύπου. Στο επίκεντρο, βεβαίως, των εξελίξεων είναι η επίσκεψη του Πρωθυπουργού στο Λονδίνο και η συνάντηση του με τον ομόλογό του Κιρ Στάρμερ, καθώς και με την διεύθυνση του Βρετανικού Μουσείου, από την οποία σχηματίσθηκε περισσότερο η πεποίθηση ότι η λύση είναι ορατή.

Η αυτοπεποίθηση της Ελλάδας, σύμφωνα με το ρεπορτάζ του Politico, είναι εμφανής. Και δικαίως -οι εξελίξεις που βλέπουμε να εκτυλίσσονται σήμερα είχαν εξαγγελθεί από τον ηγέτη των Εργατικών ως στρατηγική που θα εφαρμοζόταν με την κατάκτηση της εξουσίας από το κόμμα, όπως και συνέβη αυτό το καλοκαίρι.

Αυτό το καλοκαίρι σηματοδότησε επίσης την πρώτη, δειλή ανακοίνωση, εκ μέρους του νέου διευθυντή του Βρετανικού Μουσείου Νίκολας Κάλλιναν, πως θα υπήρχαν νεώτερα ως προς την προοπτική της επιστροφής. Το καλοκαίρι, όμως, ο Κάλλιναν δίσταζε να αποκαλύψει την «λύση»: «είναι πολύ νωρίς για να πούμε», εξήγησε. Καθώς όμως αρχίζει να επισημοποιείται η ιδέα της επανένωση, η «ΕτΚ» αποκαλύπτει τα πιθανά κωλύματα της βρεταννικής πολιτικής σκηνής αλλά και κοινής γνώμης αλλά και τις επιλογές που εξετάζει το Μουσείο.

Υπάρχουν, αυτή την στιγμή, δύο μεγάλα εμπόδια στην επιστροφή των Γλύπτων που οραματίζεται η χώρα μας -και που μεγάλο μέρος της παγκόσμιας κοινής γνώμης όπως αποτυπώθηκε στην Σύνοδο της Ουνέσκο το 2022, όπου η Βρετανία ήταν απολύτως απομονωμένη απέναντι στο αίτημα της ελληνικής κυβερνήσεως για την επιστροφή, πού έχει άλλως τε υιοθετηθεί από την Ουνέσκο μέσα από σειρά αποφάσεων και συστάσεων προς την βρεταννική κυβέρνηση.

Το ένα είναι η ισχύουσα νομοθεσία, η Πράξις περί Μουσείων του 1963, η οποία και απαγορεύει στα μουσεία της Βρετανίας να απεμπολήσουν την κυριότητα των αντικειμένων της συλλογής τους, παραδίδοντάς τα σε άλλες χώρες. Όπως εξηγεί στην «ΕτΚ» η εκπρόσωπος της Βρετανικής Επιτροπής για την Επανένωση των Μαρμάρων του Παρθενώνα, κ. Μάρλεν Ταφαρέλλο Γκόντοουιν, ο Κιρ Στάρμερ δεν μπορεί, όπως και έχει δηλώσει, να αλλάξει αυτή την νομοθεσία, καθώς «υπάρχουν πυρήνες συντηρητικών βουλευτών -ακόμη και εντασσόμενων στο Εργατικό Κόμμα- που εναντιώνονται σε αυτήν».

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι δεν μπορούν να υπάρξουν εξαιρέσεις στον γενικό κανόνα περί μη επιστροφής, που θα μπορούσαν να εισαχθούν κατά περίπτωση στην ισχύουσα νομοθεσία. Αυτό αποτελεί και την πάγια πρόταση της Επιτροπής για το θέμα αυτό.

Παρ’όλα αυτά, η ισχύουσα νομοθεσία δεν πρέπει να θεωρηθεί ότι οδηγεί και σε νομικό «αδιέξοδο» την υπόθεση των Γλυπτών. Μπορεί η επιστροφή να μην επιτρέπεται, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι απαγορεύεται και ο δανεισμός «επ’ αόριστον». Μέσα από αυτό το «παραθυράκι» έχει καταφέρει το μουσείο Victoria & Albert να «επιστρέψει» εν τοις πράγμασι αντικείμενα της συλλογής του, μέσα από την συνομολόγηση διμερών συμφωνιών με τρίτα κράτη και τον συνακόλουθο δανεισμό «επ’αόριστον» των κειμηλίων.

Ο διευθυντής του V&A, Τρίσταμ Χαντ, έχει αυτοπροσώπως εκφράσει την επιθυμία του να δει την επανένωση των Γλυπτών αλλά και την τροποποίηση της βρετανικής νομοθεσίας σε επίσκεψή του στην Αθήνα και στο Μουσείο Ακροπόλεως. Κάτι αντίστοιχο με την «μέθοδο V&Α» ἀναμένεται νά δοῦμε και για τα Γλυπτά του Παρθενώνος, εκτιμά η κ. Γκόντουιν. Μέ το προγραμματισμένο κλείσιμο του Μουσείου για ριζική ανακαίνιση το 2025, θα είναι πιο ορθολογικό εκ μέρους του Βρετανικού Μουσείου να αποστείλει τα Γλυπτά για να εκτεθούν στην Ελλάδα, παρά να τα κλείσει σε κάποια αποθήκη για την διάρκεια των εργασιών. Από την στιγμή που θα γίνει αυτό, και τα Γλυπτά θα μεταφερθούν, η Βρεταννία πολύ απλά δεν θα τα ζητήσει πίσω. «Τα Γλύπτα είναι πολύ βαριά, είναι μοναδικά και ανεκτίμητα. Και μόνο η ιδέα της μεταφοράς τους μεταξύ των δύο χωρών φαντάζει απίθανη… πώς θα ασφαλίσει κανείς τα μάρμαρα και ποιος θα αναλάβει την ευθύνη για ένα τέτοιο εγχείρημα;», εξηγεί η κ. Γκόντουιν.

Υπάρχει, όμως, μία ιδιαιτερότητα στην ελληνική περίπτωση. Συνηθίζεται, όταν καταρτίζονται διμερείς συμφωνίες δανεισμού μεταξύ μουσείων, να αναγράφεται ρητώς στο σύμφωνο ότι το ίδρυμα που δέχεται τον δανεισμό αναγνωρίζει και την κυριότητα της Βρεταννίας επί των αντικειμένων. Κάτι που είναι αδύνατο για την Ελλάδα να το αποδεχτεί. Όπως δήλωσε η εκπρόσωπος της Ελλάδας στην φετινή σύνοδο της Ουνέσκο στο Παρίσι, κ. Άρτεμις Παπαθανασίου, δεν πρόκειται η χώρα μας να προχωρήσει σε τέτοια δήλωση. Αυτό σημαίνει ότι σε μία αντίστοιχη συμφωνία μεταξύ του Βρετανικού Μουσείου και του Μουσείου Ακροπόλεως, θα παραλειπόταν κάποια τέτοια ρητή αναφορά. Ποια θα ήταν η σημασία, τότε, μίας παραδόσεως από την Βρεταννία στην Ελλάδα των Γλυπτών;

Σύμφωνα με τον κ. Ιωάννη Χουντή ντε Φάμπρι, σύμβουλο πολιτικής στην Βουλή των Λόρδων, «η ελληνική πλευρά δύσκολα θα αποφύγει την νομική αναγνώριση, έστω υπόρρητη, της κυριότητας του ΒΜ επί των Γλυπτών. Οι πάγιες αναφορές σε «επανένωση» εκ μέρους του Έλληνα πρωθυπουργού αποτελούν οδοδείκτη πως η λύση θα περιλαμβάνει τον δανεισμό έστω και ad perpetuam. Αυτές θα είναι, κατά πάσα λογική πιθανότητα, οι υποχωρήσεις της Ελλάδας για την εξεύρεση λύσης. Από την πλευρά της η Βρετανία θα πρέπει να δεχτεί την φυσική αφαίρεση των αρχαιοτήτων από την αίθουσα Duveen του Μουσείου και την αποδοχή της σχεδόν μηδαμινής πιθανότητας επιστροφής του, ακόμη και αν νομικά θα πρόκειται για δανεισμό». Πάντως πηγές του Ελληνικού υπουργείου Πολιτισμού απορρίπτουν κατηγορηματικώς την λύση του δανεισμού και προκρίνουν την «κατάθεση».

Αντιδράσεις

Ακόμη όμως και εάν η επανένωση θα μπορούσε εν τοις πράγμασι, παρά τα νομικά εμπόδια, να επιτευχθεί, παραμένει ένα δεύτερο εμπόδιο που δεν είναι άλλο από την βρεταννική κοινή γνώμη. Όπως τόνισε ο κ. Χουντής, «μέχρι την επίσημη ανακοίνωση –που αναπόφευκτα θα συνοδευτεί από αντιδράσεις τμημάτων της κοινής γνώμης σε Αθήνα και Λονδίνο- και την τελική υπογραφή της συμφωνίας, τίποτε δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο».

Πράγματι, παρότι το Βρετανικό Μουσείο είναι έτοιμο να περάσει σε μία φάση ανανέωσης, είναι ισχυρές οι φωνές εναντίον της νέας πολιτικής. Ο Ομ. Καθηγητής Θεολογίας του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης, Νάιτζελ Μπίγκαρ, που εξέφρασε τις αντιρρήσεις του στην επανένωση νωρίτερα αυτήν την χρονιά μέσα από το περιοδικό Spectator, μίλησε σχετικά στην «Εστία»: «Το εθνικιστικό επιχείρημα ότι τα μάρμαρα αναπαριστούν την «πεμπτουσία της ελληνικότητας», είναι ανοησία.

Αυτή η πεμπτουσία υποτίθεται ότι είναι δημοκρατία, όμως η «δημοκρατία» στην Αθήνα του Περικλή όταν χτίστηκε ο Παρθενώνας είχε τριάντα χιλιάδες πολίτες που κυβερνούσαν τριακόσιες χιλιάδες υποτελείς γυναίκες και δούλους. Μπορεί οι σύγχρονοι Έλληνες να προτάσσουν στα μάρμαρα τα δικά τους ιδανικά, όμως η αυθεντική σημασία τους για τους αρχαίους Αθηναίους ήταν ο αυτοκρατορικός θρίαμβος καί για τους αρχαίους Σπαρτιάτες και Κορίνθιους η αυτοκρατορική καταπίεση». Αυτά τα σκληρά λόγια, παρότι εκφράζουν μερίδα της Βρεταννικής κοινωνίας -και, αδιαμφισβήτητα, των βουλευτών που εναντιώνονται στην αλλαγή της νομοθεσίας- δεν αποτελούν την μοναδική φωνή που ακούγεται στην ακαδημαϊκή κοινότητα.

Ο καθηγητής Κλασσικών Σπουδών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης, Αρμάν ντ’Αγκούρ, ο οποίος τόνισε ότι έχει για πολλά χρόνια υποστηρίξει την επανένωση, θεωρεί ότι «τα γλυπτά του Παρθενώνα, σε αντίθεση με τα περισσότερα άλλα μουσειακά κειμήλια, είναι ενιαία ενταγμένα στον Παρθενώνα και στην πολιτισμική ταυτότητα της Ελλάδας, όπως οι λίθοι του Στόουνχεντζ είναι για την Βρετανία… Πλέον το Μουσείο του Παρθενώνα στην Αθήνα προσφέρει ένα ασφαλές και ελκυστικό σπίτι για την επανένωσή τους».

Πρόκειται για ένα αίτημα, που η πραγμάτωσή του θα έστεφε με επιτυχία ένα όραμα στο οποίο εκατοντάδες Έλληνες αλλά και Βρεταννοί έχουν αφιερώσει δεκαετίες αγώνα. «Είναι δύο αιώνες τώρα που η βρετανική κυβέρνηση προσπαθεί να «ξεπλύνει» τις κλοπές του Λόρδου Έλγιν από την Αθήνα, αφοράζοντας, εκ μέρους του έθνους, τα λάφυρα που είχε μαζέψει χωρίς νόμιμη άδεια, από το 1801», τονίζει στην «ΕτΚ» ο Ἀντιπρόεδρος της Βρεταννικής Επιτροπής Επανένωσης, ομότιμος καθηγητής του Πανεπ. Καίμπριτζ Πώλ Κάρτλετζ, και καταλήγει πως η άνευ όρων επιστροφή των μαρμάρων από το Βρετανικό Μουσείο, είναι η σωστή απόφαση και πρέπει να ληφθεί αμέσως. «Αυτή είναι η θέση της Επιτροπής για την οποία αγωνιζόμαστε εδώ και τριάντα χρόνια».

Πηγή: Εστία της Κυριακής

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο YouTube για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο Viber για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο newsbreak.gr

Κάθε σχόλιο δημοσιεύεται αυτόματα. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το newsbreak.gr ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

εισάγετε το σχόλιό σας!
Πληκτρολογήστε το όνομα σας

Περισσότερα Βίντεο

Διαβάζονται τώρα

More Articles Like This