Χίλια χρόνια περίπου στέκει στην Πλάκα, κοντά στο Μνημείο του Λυσικράτους, μεταξύ των οδών Χαιρεφώντος, Λυσικράτους, Γαλανού και Γκούρα, ο ναός της Αγίας Αικατερίνης, της οποίας τη μνήμη εορτάζουμε σήμερα. Από το δεύτερο τέταρτο του 11ου αιώνα, ανιχνεύεται η πρώτη παρουσία της. Στέκει απέναντι από τους Στύλους του Ολυμπίου Διός και την Πύλη του Αδριανού, μάρτυρας της πίστης και της μακράς θρησκευτικής παράδοσης της πόλης των Αθηνών. Πλήθος ανθρώπων, Ελλήνων και ξένων, περνά καθημερινά και στρέφει το βλέμμα του στο μνημείο με την πλούσια ιστορία και τις άφθονες περιπέτειες.
- Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Οι περαστικοί βλέπουν στον περίβολο της εκκλησίας λείψανα της αρχικής παλαιοχριστιανικής βασιλικής που έφεραν στο φως οι ανασκαφικές έρευνες. Τυπικά ο ναός ανήκει στον αρχιτεκτονικό τύπο που καταγράφεται ως σύνθετος τετρακιόνιος σταυροειδής εγγεγραμμένος. Ωστόσο, μεταγενέστερες επισκευές και προσθήκες αλλοίωσαν την αρχική μορφή, εσωτερικά και εξωτερικά. Η παραδοξόσχημη εκκλησία, όπως την αποκάλεσε ο Δημήτριος Γρ. Καμπούρογλους, ακόμη κατά τους πρώτες αιώνες της Τουρκοκρατίας ετιμάτο ως Άγιος Θεόδωρος στο Κουντίτο.
Το παρωνύμιο Κουντίτο οφειλόταν σε περίφημο υδραγωγείο το οποίο περνούσε από εκεί και είχε δώσει το όνομά του σε ολόκληρη την περιοχή (Συνοικία Κουντίτου). Την εκκλησία αυτή αποφάσισαν να παραχωρήσουν οι Αθηναίοι στο Όρος Σινά, δηλαδή στο Μετόχι της Μονής Σινά, στις 19 Φεβρουαρίου 1767. Ο λόγος της παραχώρησης ήταν συνήθης. Εκεί θα έβρισκαν καταφύγιο και κατοικία στην Αθήνα οι πατέρες της Μονής.
Μπορεί να ήταν φτωχός ο Ελληνισμός τα δύσκολα χρόνια της Τουρκοκρατίας, αλλά ήταν πλούσιες οι πράξεις αλληλεγγύης που αντάλλασσαν οι Έλληνες έχοντας ως συνδετικό τους κρίκο τον Χριστιανισμό. Στις σχετικές πράξεις παραχώρησης που υπογράφτηκαν το 1767, μεταξύ του Μητροπολίτη Αθηνών, των δημογερόντων και των αρχόντων της πόλης και του Πρωτοσύγκελου της Μονής του Σινά ένας και μόνον ήταν ο κυρίαρχος όρος: «Το αγαπάν και διαφυλάττειν την ευπρέπειαν του Θείου τούτου Ναού»! Η διάταξη αυτή τηρήθηκε με ευλάβεια αλλά ο ναός μεταβαπτίσθηκε σε Αγία Αικατερίνη. Ήταν φυσικό αφού οι εν Αθήναις Σιναΐτες είχαν πάντα στη σκέψη και την ψυχή τους τη Μονή της Αγίας Αικατερίνης του Σινά.
Εκεί λοιπόν έβρισκαν καταφύγιο οι Σιναΐτες, οι οποίοι συμπονούσαν τους Αθηναίους που υπέφεραν τα πάνδεινα από τους Τούρκους. Γι’ αυτό φρόντιζαν να τους ενισχύουν και να συμπαραστέκονται στα βάσανά τους. Μεταξύ άλλων αγόρασαν (1781) οι Σιναΐτες και ένα από τα καταστήματα της Αγοράς, ένα «πραγματευτάδικο» όπως ονομαζόταν και όρισαν το ενοίκιο να δίνεται «αιωνίως προς ολίγην βοήθειαν και παραμυθίαν των εν τη φυλακή ευρισκομένων πτωχών αδελφών μας Χριστιανών». Ήταν η εποχή που κυριαρχούσε στην Αθήνα ο περιβόητος τύραννος Χατζή Αλή Χασεκής που λεηλατούσε την πόλη και φυλάκιζε άδικα τους κατοίκους της.
Μια νοητή γέφυρα συνέδεε από τότε την Αγία Αικατερίνη της Πλάκας με τη Μονή του Θεοβάδιστου Όρους Σινά. Οι καλόγεροι της τελευταίας, οι οποίοι είχαν τον Έξαρχό τους στην Αθήνα, δημιούργησαν γύρω από τον ναό ένα φιλικό περιβάλλον. Απέκτησαν κτήσεις, ανέπτυξαν κοινωνική και φιλανθρωπική δράση, προσέφεραν παρηγοριά στους σκλαβωμένους και συνέβαλαν στην ανάδειξη των Αθηνών σε εκκλησιαστικό κέντρο. Είναι πολύτιμες οι περιγραφές που διαθέτουμε από περιηγητές των πρώτων χρόνων των Αθηνών ως πρωτεύουσας του ελληνικού βασιλείου. Το εκκλησιαστικό μνημείο παραμελήθηκε. Βρέθηκε στη δίνη της αδιαφορίας, όπως συνέβη με τους περισσότερους ναούς, ενώ το 1882 πλέον παραδόθηκε εκ νέου στην πόλη των Αθηνών προκειμένου να εξυπηρετεί τις αυξανόμενες ανάγκες της ενορίας. Αγκαλιάστηκε με αγάπη, επισκευάστηκε και επεκτάθηκε, πρωταγωνιστώντας στην καθημερινή ζωή. Το 1927 έγινε η τελευταία επισκευή του τρούλου.
Δείτε περισσότερα: