Το θωρηκτό «Γεώργιος Αβέρωφ» συμβολίζει για την Ελλάδα τους ναυτικούς αγώνες της ανεξαρτησίας της. Είναι το μοναδικό πολεμικό πλοίο, το οποίο συμμετείχε στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους και διεσώθη έως τις ημέρες μας. Είναι δηλαδή ένα ιερό κειμήλιο, ένα μουσείο της θάλασσας, το οποίο διδάσκει τους επισκέπτες και παραδίδει στους χιλιάδες μαθητές που το επισκέπτονται ηρωικές στιγμές.
- Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Όταν παρελήφθη, το 1911, ήταν το πιο ισχυρό και σύγχρονο πλοίο στην ανατολική Μεσόγειο και ιδιαιτέρως στο Αιγαίο. Μεγαλούργησε με πλοίαρχο τον Παύλο Κουντουριώτη στους Βαλκανικούς και τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αποσύρθηκε το 1952, παρέμεινε στον Πόρο έως το 1983, μετατράπηκε σε πλωτό Μουσείο το 1984 και έκτοτε βρίσκεται ελλιμενισμένο στο Φάληρο.
Στο πρώτο επισκέψιμο επίπεδο, στο επίπεδο της εισόδου, ο επισκέπτης συναντά και τη μικρή εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Στη ναυαρχίδα επέβαινε και Αρχιμανδρίτης, ο οποίος εμψύχωνε στις δύσκολες στιγμές τα πληρώματα που είχαν τον δικό τους χώρο θρησκευτικής περισυλλογής. Έχει και ο ναΐσκος αυτός την ιστορία του.
Ιστορία συνδεδεμένη με μία σπουδαία εκκλησιαστική προσωπικότητα. Τον μακαριστό Μητροπολίτη Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης κυρό Προκόπιο (1874-1965). Ο πατέρας του καταγόταν από τη Λακωνία και η μητέρα του από παλαιά αθηναϊκή οικογένεια. Ο Δημήτριος, όπως ήταν το κοσμικό του όνομα, γεννήθηκε στο Σταυροδρόμι Κωνσταντινούπολης και ανατράφηκε στην Αθήνα. Αποφοίτησε αριστούχος από τη Νομική και τη Θεολογική Σχολή των Αθηνών, χειροτονήθηκε διάκονος το 1900 και τοποθετήθηκε στον Άγιο Γεώργιο Καρύτση. Έξι χρόνια αργότερα, το 1906, χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, λαμβάνοντας το οφίκιο του Αρχιμανδρίτου.
Προσωπικός φίλος του ναυάρχου Π. Κουντουριώτου, υπηρέτησε ως εφημέριος του Στόλου και καθηγητής στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων. Ο ενθουσιασμός του, όταν απεκτήθη το θωρηκτό «Γ. Αβέρωφ», ήταν απερίγραπτος. Ο 37ετής Αρχιμανδρίτης έσπευσε να παραγγείλει πολυτελέστατα ιερά σκεύη για το παρεκκλήσι σε αθηναϊκό καλλιτεχνικό χρυσοχοείο. Ωστόσο, η οικονομική δυσπραγία του υπουργείου των Ναυτικών, δεν επέτρεπε την παραλαβή τους, και τα σκεύη διατέθηκαν πλέον προς πώληση στο κοινό. Η στεναχώρια του ήταν μεγάλη, όπως και το ποσό που δεν μπορούσε να καλυφθεί από δημόσια κονδύλια.
Ώσπου ένα πρωινό παραδόθηκε στο υπουργείο Ναυτικών ένα μεγάλο κιβώτιο με τα ιερά σκεύη, τα οποία είχε πληρώσει «ανώνυμος» δωρητής. Νέος ενθουσιασμός και συγκίνηση, αλλά και αναζήτηση του δωρητή. Δημοσιογράφος της εποχής επιδόθηκε στην αναζήτηση και ανακάλυψε πως το κιβώτιο παραδόθηκε από υπάλληλο πλούσιου ομογενούς από την Αίγυπτο.
Η γενναία πράξη είχε γίνει από τη Μαρία Πεζά-Κότσικα, σύζυγο του ομογενούς ευεργέτη εξ Αιγύπτου βιομήχανου και τραπεζίτη Πολυχρόνη Κότσικα και μητέρα του επίσης ευεργέτη Θεόδωρου Κότσικα. Ο τελευταίος παντρεύτηκε την κόρη του μεγάλου ευεργέτη Αλέξανδρου Μπενάκη, τη Δέσποινα, ανεψιά της Πηνελόπης Σ. Δέλτα. Ήταν η εποχή που συνυπήρχαν η εθνική ιδεολογία με τον κοσμοπολιτισμό. Εξάλλου ο Πολυχρόνης Κότσικας και ο αδελφός του Θεοχάρης κατέβαλαν επανειλημμένα ποσά για τον Στόλο και πολλές σημαντικές εθνωφελείς δραστηριότητες.
Δείτε περισσότερα: