Λένε ότι ζούμε σε… περίεργες εποχές. Στην ελληνική Βουλή… ξεπλένουν ναζιστές, στην Κυπριακή ο Ζελένσκι κλείνει τη σύνδεση μόλις του ζητούν να σχολιάσει την Τουρκική εισβολή στο νησί το 1974…
Όμως όλες οι εποχές είναι… περίεργες. Ο φασισμός προσπαθεί να γοητεύσει. Κι αν αυτό γίνεται σήμερα φανταστείτε πόσο πιο εύκολο ήταν το 1929, όταν ακόμα δεν γνωρίζαμε τις συνέπειές του.
Τέτοιες μέρες το 1929 η 7η Απριλίου, ήταν Κυριακή και στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας η Εθνική Ελλάδος στο ποδόσφαιρο έδινε τον πρώτο αγώνα στην ιστορία της.
Στην Ιταλία είχε επιβληθεί η δικτατορία του Μουσολίνι και για μεγάλο μέρος, του ελληνικού Τύπου το φασιστικό καθεστώς ασκούσε… γοητεία.
Η ποδοσφαιρική ομοσπονδία ζήτησε από την εθνική Ιταλίας έρθει για την διεθνή πρεμιέρα του ελληνικού ποδοσφαίρου. Οι Ιταλοί επειδή ήταν υψηλού επιπέδου ποδόσφαιρο δεν έστειλαν την πρώτη τους ομάδα, αλλά την… αναπληρωματική. Μαζί έστειλαν και την Έντα Μουσολίνι, την κόρη του δικτάτορα τους για δημόσιες σχέσεις.
Η Έντα, τότε, ήταν 19 χρόνων. Δεν ήταν όμορφη – έμοιαζε το πατέρα της παναθεμά την – αλλά πολλές εφημερίδες την βρήκαν κομψή. Σήμερα θα την έλεγαν… υπέρκομψη!
Εκείνο το απόγευμα στο γήπεδο μεταξύ των έντεκα Ελλήνων που παρατάχθηκαν στο γήπεδο υπήρχε κι ένας Θεσσαλονικός ποδοσφαιριστής του Ηρακλή, ο Αλβέρτος Ναχμίας. Όπως καταλαβαίνει κανείς από το όνομά του ήταν Εβραίος.
Περνούσε πέντε χρόνια την Έντα. Στα 24 του έμοιαζε ελαφρά μεγαλύτερος καθώς τα μαλλιά άρχιζαν να τον εγκαταλείπουν.
Αυτό που δεν τον εγκατέλειψε ποτέ ήταν το ταλέντο. Αθλητής του στίβου, ποδοσφαιριστής, μαχητής, όχι μόνο στα γήπεδα, αλλά κι έξω από αυτά όπως θα δούμε αργότερα.
Ήταν μάλιστα ο παίκτης που πέρασε στην ιστορία. Σημείωσε το πρώτο γκολ στην ιστορία της εθνικής ομάδα. Εκείνο το απόγευμα η Ελλάδα έχασε με 4-1 από την Ιταλία. Η Έντα σε ένδειξη αβροφροσύνης χειροκρότησε και το ελληνικό γκολ.
Το 1929 κι οι δύο είχαν όλη τη ζωή μπροστά τους. Μόνο που η μοίρα παίζει περίεργα παιχνίδια.
Ο Ναχμίας συνέχισε τη ζωή του και μετά το ματς. Έκανε όνειρα στην πόλη που γεννήθηκε και μεγάλωσε. Το 1940 πήγε στο Αλβανικό μέτωπο όπως και χιλιάδες άλλοι Έλληνες Εβραίοι. Τραυματίστηκε κι επέστρεψε στο σπίτι του.
Το 1942 όταν εντάθηκαν οι διωγμοί των Εβραίων από τους Ναζί κάποιοι του πρότειναν να τον φυγαδεύσουν. Ο ίδιος δεν πίστεψε ότι κινδύνευε. Τελικά οι Γερμανοί τον έπιασαν κι έκτοτε χάθηκαν τα ίχνη του .Μπορεί και να τον σκότωσαν, όπως και τόσους άλλους, πριν φθάσει στο στρατόπεδο συγκέντρωσης.
Το ελληνικό ποδόσφαιρο δεν τίμησε την προσφορά του στο ποδόσφαιρο και στην πατρίδα.
Καμία έκπληξη…
Η Έντα Μουσολίνι περίμενε πέντε χρόνια για να δει τους γονείς της να παντρεύονται και να γίνεται… νόμιμο τέκνο. Όταν ο πατέρας της ανέβηκε στην εξουσία διαπίστωσε ότι οι άντρες φοβόντουσαν να την πλησιάσουν. Τότε που είχε έρθει στην Αθήνα είχε ήδη δεσμό με τον γιο ενός κόμη και ναυάρχου του του Τσιάνο. Τον παντρεύτηκε ένα χρόνο αργότερα, έγινε κόμισσα κι αυτός δεξί χέρι του Μουσολίνι. Ο Τσιάνο ως υπουργός της φασιστικής >Ιταλίας ήταν εμπνευστής της επίθεσης κατά της Ελλάδας. Νωρίτερα έγινε πρέσβης στη Σαγκάη στην Κίνα. Εκεί η Έντα αποδείχτηκε… άτακτη. Τα έφτιαξε με έναν Κινέζο εθνικιστή στρατηγό.
Επέστρεψε για να γίνει ο Γκαετάνο Τσιάνο υπουργός Εξωτερικών. Δικές του εισηγήσεις ήταν οι πόλεμοι σε βάρος της Αιθιοπίας, της Αλβανίας και της Ελλάδας. Αυτός ο τελευταίος ήταν και η αρχή του τέλους του. Ο πεθερός του απέλυσε λίγο αργότερα τον υποβίβασε σε απλό πρέσβη στο Βατικανό. Η μοίρα του κακή. Εκτελέστηκε το 1944 επειδή πρόδωσε τον Μπενίτο Μοσολίνι του!
Η Έντα αποδείχτηκε περισσότερο έξυπνη από σύζυγο και πατέρα που επίσης εκτελέστηκε (κρεμάστηκε) από τους παρτιζάνους. Το έσκασε την Ελβετία παίρνοντας μ;αζί το μόνο που μπορούσε να της φανεί χρήσιμο: Το ημερολόγιο του άντρα της. Το πούλησε σε μια εφημερίδα του Σικάγο κι εξασφάλισε χρήματα. Αργότερα έγραψε κι αυτή α δικά της απομνημονεύματα εξασφαλίζοντας και πάλι ένα ικανοποιητικό εισόδημα. Στο μεσοδιάστημα ερωτευτεί ένα Ιταλό παρτιζάνο, το Λεονίντα Μποντζόρνο και του έστελνε φλογερά γράμματα. Πολλοί λένε ότι επεδίωξε το ακαταδίωκτο στη μεταπολεμική εποχή.
Με δύο χρόνια φυλακή πλήρωσε τη συνεργασία της με το καθεστώς του πατέρα της και τα δεινά που προκάλεσε στην Ιταλία. Πέθανε το 1995 σε ηλικία 84 χρόνων.
Δύο άνθρωποι διαφορετικοί συναντήθηκαν εκείνο το απόγευμα στη Λεωφόρο. Μόνο που και η ίδια τους η ζωή τους ήταν διαφορετική. Ο συνεπής, ο πατριώτης, ο ήρωας έμεινε ξεχασμένος. Ακόμα κι οι φωτογραφίες του είναι σπάνιες. Η άλλη, η καιροσκόπος έζησε πολλά χρόνια, έγινε ακόμα και εξώφυλλο στο περιοδικό Time το 1939, έβγαλε λεφτά κι έγινε και θέμα κινηματογραφικών ταινιών. Την υποδύθηκε η Έμα Σάραντον.
Τα συμπεράσματα δικά σας…