Η πληγή που άνοιξε στην Ελλάδα η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν βαθιά. Ξαφνικά ένα κράτος 5 εκ. κατοίκων, διαλυμένο οικονομικά από μια δεκαετία πολεμικών συγκρούσεων, βρέθηκε υποχρεωμένο να περιθάλψει 1,5 εκ. πρόσφυγες!
Άνθρωποι κυνηγημένοι, κυρίως γυναίκες και παιδιά, είχαν χάσει τα πάντα και έπρεπε να αρχίσουν μια νέα ζωή, κυριολεκτικά από το μηδέν.
Όμως και η πληθυσμιακή σύνθεση όλων αυτών των ανθρώπων που έφθασαν στην Ελλάδα σε δύο φάσεις, το 1922 αμέσως μετά την Καταστροφή και στα μέσα του 1923 με την ανταλλαγή πληθυσμών δεν ήταν ενιαία.
Υπήρχαν αστοί, άνθρωποι που ζούσαν στις μεγάλες πόλεις, αλλά και γεωργοί, κτηνοτρόφοι από την ενδοχώρα, Υπήρχαν εργάτες, αλλά και επιχειρηματίες, έμποροι και καλλιτέχνες.
Υπήρχαν και Έλληνες που δεν γνώριζαν ελληνικά, οι λεγόμενοι τουρκόφωνοι, που ζούσαν σε περιοχές που υπερτερούσε ο τουρκικός πληθυσμός (ξεπερνούσαν τις 10.000), ένα πελώριο παζλ που τους ένωνε ο ξεριζωμός από τον τόπο τους και η ελληνική συνείδηση.
Τους ένωνε και ο πόνος των ανθρώπων που είχαν αφήσει πίσω τους. Όσοι δεν πέθαναν επιτόπου άφησαν την τελευταία τους πνοή στις πορείες θανάτου και στις άθλιες συνθήκες διαβίωσης στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Η πρώτη απογραφή που είναι σχετικά αξιόπιστη έγινε το 1928 όπου καταγράφονται 1.221.849 πρόσφυγες. Καταλαβαίνει κανείς τις ανατροπές που έφερε όλος αυτός ο κόσμος σε μια χώρα με πέντε εκ. ψυχές.
Κι όμως όλοι αυτοί οι άνθρωποι πρόκοψαν στο νέο τους τόπο. Και προσέφεραν πολλά.
Κατ΄αρχήν ενίσχυσαν με την παρουσία τους ευαίσθητες, εθνικά, περιοχές. Η Μακεδονία, η Κρήτη, Νησιά του Αιγαίου αποκτούσαν πλέον συντριπτική ελληνική παρουσία.
Στη δεκαετία 1922-32 τριπλασιαάστηκαν οι βιομηχανικές και βιοτεχνικές μονάδες. Η έκρηξη αυτή οφείλεται στην παρουσία των προσφύγων. Οι έμποροι της Σμύρνης, των μεγάλων πόλεων της Ιωνίας συνέχισαν αυτό που ήξεραν καλά. Πλαισιώθηκα από επίσης πρόσφυγες που γνώριζαν ξένες γλώσσες, είχαν επαφές με το εξωτερικό. Κλάδοι όπως η υφαντουργία και η ταπητουργία αναπτύχθηκαν από αυτούς τους ανθρώπους. Ακόμα και το τραπεζικό σύστημα εκσυγχρονιστηκε με την παρουσία προσφύγων που είχαν θητεία στους μεγάλους τραπεζικούς οργανισμούς της Ανατολής.
Οι γυναίκες χειραφετήθηκαν μέσα από αυτή την καταστροφή. Χωρίς άντρα ή πατέρα ήταν υποχρεωμένες να δουλέψουν για να ζήσουν οι ίδιες και οι οικογένειές τους.
Το πνευματικό επίπεδο της χώρας ανέβηκε. Μορφωμένοι Μικρασιάτες διέπρεψαν στα γράμματα και τις Τέχνες. Ο Σεφέρης., ο Βενέζης, ο Πολίτης, ο Θεοτοκάς, ο Κόντογλου, ο Καλομοίρης άνοιξαν νέους δρόμους στη δημιουργία.
Δεν ήταν εύκολη ενσωμάτωση όλου αυτού του πληθυσμού. Όμως έγινε και στις μέρες μας, έναν αιώνα μετά που απόγονοί τους κατάφεραν να ριζώσουν στο νέο τους τόπο, που δεν είναι πια νέος, δεν έσβησαν από τη μνήμη για τις αξέχαστες πατρίδες.
Το μαρτυρούν τα εκατοντάδες προσφυγικά σωματεία σε όλη την Ελλάδα που κρατούν αναμένη τη φλόγα.
Οι δύσκολες στιγμές είναι μια ανάμνηση που συναντά κανείς στις αφηγήσεις των μεγαλύτερων. Τις άκουσαν από… πρώτο χέρι από γονείς και φίλους.
Μόνο στα τόσα αφιερώματα για τα όσα έγιναν τότε ξεχάσαμε κάποιους. Τους Μικρασιάτες που πολέμησαν με τον Ελληνικό Στρατό. Είναι αυτοι που πλήρωσαν το μεγαλύτερο τίμημα. Οι Ελλαδίτες αιχμάλωτοι ήταν απλά «αιχμάλωτοι πολέμου». Οι Μικρασιάτες για τους Τούρκους ήταν κατάσκοποι, προδότες που σήκωσαν τα όπλα κατά της πατρίδας τους ως πολίτες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Για αυτούς ο θάνατος ήταν δεδομένος. Εκτελούνταν επί τόπου. Κανείς δεν ξέρει τον αριθμό, κανείς δεν ξέρει τα ονόματα όλων αυτών που αποφάσισαν να απελευθερώσουν τον τόπο τους και το πλήρωσαν με το αίμα τους. Αυτή η θυσία σε ένα όνειρο που χάθηκε ήταν η σημαντικότερη.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που τους σκεπάζει…