Στις 25 Μαρτίου 1896 η εθνική και θρησκευτική εορτή συνδυάστηκε με κάτι μοναδικό: Την έναρξη των 1ων Ολυμπιακών Αγώνων της σύγχρονης εποχής.
Πιθανότατα κανείς από τους πρωταγωνιστές εκείνης της εποχής δεν είχε συναίσθηση ότι τη μέρα εκείνη ξεκινούσε να γράφεται η ιστορία της μεγαλύτερης αθλητικής διοργάνωσης στον κόσμο.
Ήταν τρεις το μσημέρι εκείνης της μέρας (με το παλιό ημερολόγιο που ίσχυε στην Ελλάδα) όταν 1.503 χρόνια μετά την κατάργησή τους με το διάταγμα του Θεοδόσιου Α’ (393 μ.Χ) αναβίωνε η διοργάνωση. Κια μια και… πιάσαμε τους αριθμούς ήταν 2.672 χρόνια μετά την Α’ Ολυμπιάδα (776 π.Χ).
Η κυοφορία για την αναβίωση της διοργάνωσης υπήρξε δύσκολη. Και σημαντικό ρόλο σε αυτό έπαιξε η εφημερίδα «Εστία».
Η Ιστορία αδικεί συχνά τις προσπάθειες αυτές. Ο Ιωάννης Φωκιανός, ο Δημήτριος Βικέλας, ο Γεώργιος Αβέρωφ δεν έχουν βρει τη θέση που τους αρμόζει στην Ολυμπιακή Ιστορία. Δεν έχει εκτιμηθεί η προσφορά τους στη διοργάνωση των Αγώνων.
Σήμερα φέρνουμε στο φως δύο… ξεχασμένα ντοκουμέντα. Τα ανακαλύψαμε σε δύο φύλλα της εφημερίδας «Εστία» που ως πρωτοπόρος στους Εθνικούς Αγώνες είχε αναλάβει την υποστήριξη της προσπάθειας κι έκανε ό,τι μπορούσε για να κάμψει τις αντιδράσεις των πολιτικών που τρόμαζαν στα τεράστια, για την εποχή, έξοδα και τα, ως συνήθως, άδεια ταμεία.
Ο Φωκιανός ήταν αυτός που ζήτησε από τον Βικέλα να συμμετάσχει εκ μέρους του στις εργασίες της Ολυμπιακής Επιτροπής στο Παρίσι. Ήταν φίλος του και αργότερα, πρώτος πρόεδρος της ΔΟΕ αφού διέμενε στη γαλλική πρωτεύουσα εξ αιτίας της συζύγου του που χρειαζόταν νοσηλεία. Ήταν ήδη καταξιωμένος λογοτέχνης, φίλος του αθλητισμού. Αρκεί η ανάγνωση του μυθιστορήματος «Λουκής Λάρας» για να το διαπιστώσουμε. Δική του ιδέα ήταν η έναρξη των σύγχρονων Αγώνων από την Αθήνα το 1896. Στη συνέντευξή του στις 24 Δεκεμβρίου 1894 λέει στον άγνωστο, δυστυχώς, δημοσιογράφο της «Εστίας»:
«Ή τώρα ή ποτέ… εάν εγκαινισθώσιν οι Αγώνες μεγαλοπρεπώς εις τους Παρισίους ή το Λονδίνον ή την Βιέννην, δυσκόλως θα ετόλμων ύστερα να ακολουθήσουν άλλαι μικρότεραι πόλεις. Ενώ εάν αρχίσωμεν ημείς μετρίως και ταπεινώς, δίδομεν το καλόν παράδειγμα και εις άλλους. Εις ημάς δε μένει το πλεονέκτημα ότι κάμνοντες την αρχήν πρώτοι, δεν θα έχομεν να υποστώμεν σύγκρισιν με κανένα…».
Και λίγο αργότερα σε ερώτηση εάν υπάρχουν καλοί Έλληνες αθλητές αναφέρει: «Σκοπός δεν είναι να δρέψωμεν, αλλά να δώσωμεν στεφάνους!».
Στην πρώτη συνέντευξή του στις 13 Δεκεμβρίου 1894 είναι έκδηλη η αγωνία του για το μέλλον της πρώτης διοργάνωσης στην Αθήνα. Μόλις έχει φθάσει από το Παρίσι και έχει προγραμματίσει συναντήσεις με πολιτικούς παράγοντες στην Ελλάδα. Και κάνει έκκληση στους ομογενείς για οικονομική βοήθεια:
«…ο κ. Μάνος στέλλει αμέσως ποσόν στρογγυλόν. Δεν θα τον μιμηθούν και άλλοι πολλοί εκ των πλουσίων ομογενών;».
Την απάντηση στο ερώτημά του την έδωσε λίγο αργότερα ο Γεώργιος Αβέρωφ που πλήρωσε την ανακατασκευή του Παναθηναϊκού Σταδίου τη στιγμή που ο Βικέλας και η ΔΟΕ θα ήταν ικανοποιημένοι με ένα απλό, πρόχειρο Στάδιο που θα κάλυπτε τις ανάγκες τους.
Έδινε απάντηση όμως και σε αυτούς που ζητούσαν την ακριβή αναπαράσταση των Αρχαίων Αγώνων:
«Η ακριβής απομίμησις θα μας έρριπτεν εις παρωδίαν…».