Από την άνοιξη μέχρι το φθινόπωρο του 1953 ο Εγκέλαδος διάλεξε την Ανατολική Μεσόγειο για να χτυπήσει με μανία. Ξεκίνησε από τη θάλασσα του Μαρμαρά (18/3 στο Μπαλικεσίρ) με 7,3 ρίχτερ, συνέχισε στην Ανδριανούπολη (18/6) με 5,5 ρίχτερ, στο Ιόνιο που ερήμωσε Κεφαλονιά και Ζάκυνθο με 6,8 ρίχτερ, τρεις σεισμούς και 135 προ ή μετασεισμούς για να καταλήξει στην περιφέρεια της Πάφου στις 10 Σεπτεμβρίου με 6,3 ρίχτερ.
Η Κύπρος τότε ήταν υπό Αγγλική κατοχή. Είχε αρχίσει ο αγώνας για την Ένωση με την Ελλάδα, αλλά όχι η ένοπλη αντίδραση που ξεκίνησε δύο χρόνια αργότερα (1955). Ήδη όμως οι πιέσεις στην ελληνική κυβέρννηση για διεθνοποίηση του Κυπριακού ήταν έντονες.
Ήταν πρωί όταν σείστηκε το έδαφος στην ευρύτερη περιοχή της Πάφου. Αν και το επίκεντρο του σεισμού ήταν στη θάλασσα οι καταστροφές κυρίως σε χωριά ήταν τεράστιες για τα δεδομένα της εποχής.
Σαράντα άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους, άλλοι 100 τραυματίστηκαν, 4.000 έμειναν άστεγοι.
Τα σπίτια εκείνη την εποχή ήταν πέτρινα στη συντριπτική τους πλειοψηφία και παλιά. Δεν άντεξαν τη δύναμη του σεισμού.
Οι πρώτες μέρες ήταν δραματικές. Άνθρωποι έψαχναν στα χαλάσματα όχι μόνο για τους δικούς τους ανθρώπους, αλλά και τρόφιμα που θα τους βοηθούσαν να επιζήσουν.
Οι Βρετανοί είδαν τον σεισμό ως ευκαιρία να αποδείξουν ότι είναι πιο αποτελεσματικοί από τις Ελληνικές αρχές που στις αντίστοιχες καταστροφές χρειάστηκαν ξένη βοήθεια για να συλλέξουν τους νεκρούς (ήταν 455) και να περιθάλψουν τους τραυματίες (έφθασαν τους 912).
Με δεδομένο ότι οι καταστροφές ήταν μικρότερες κινητοποίησαν τον μηχανισμό τους σε τρεις μέρες. Το αεροπλανοφόρο «Θησέας» έφθασε στην περιοχή κι από κοντά ένα αντιτορπιλικό, άρματα μάχης για να ανοίγουν δρόμους στα χαλάσματα και τζιπ.
Τα αεροπλάνα της RAF πέταξαν 500 σκηνές, ενώ το μηχανικό φρόντισαν να στηθούν γέφυρες, σκηνές και να μοιραστούν κουβέρτες και τρόφιμα στους σεισμόπληκτους. Κι όλα αυτά με κινηματογραφικά συνεργεία και φωτογράφους που διέσωσαν την εικόνα της καταστρφοφής, αλλά και τη βοήθεια των κατακτητών.
Αυτό που δεν δείχνουν α φιλμ των επικαίρων είναι αυτά που δεν κατάφεραν. Περισσότεροι από 5.000 άνθρωποι κοιμόντουσαν στην ύπαιθρο, αφού ακόμα κι αυτοί που είχαν σπίτι από το φόβο των μετασεισμών δεν έμπαιναν σε αυτά, γυναίκες έφεραν στον κόσμο τα παιδιά τους κάτω από χαρουπιές κι ελιές.
Περισσότερο αποτελεσματική ήταν η βοήθεια της Κυπριακής εκκλησίας. Μοίραζε τρόφιμα, ζωοτροφές για τα επίσης άστεγα ζώα των κτηνοτρόφων, ενώ δύο μοναστήρια (Κύκου και Αγίου Νεόφυτου) της περιοχής που νοίκιαζαν εκτάσεις στους γεωργούς παραιτήθηκαν του ενοικίου μέχρι να περάσει το κακό.