Ήταν 26 Οκτωβρίου 1991, ο πατέρας του σημερινού πρωθυπουργού, ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, πρωθυπουργός κι αυτός, δέχεται ως παραίτηση μια… προειδοποίηση του υπουργού Προεδρίας, τρίτου τη τάξει υπουργού, Μιλτιάδη Έβερτ. Σημαντική λεπτομέρεια: Δεν ήταν απλά από τους βαρώνους του κόμματος, αλλά και ο βασικός υποψήφιος να τον διαδεχτεί στον προεδρικό θώκο του κόμματος.
Το πρωί της Παρασκευής 8 Νοεμβρίου, ο απλός βουλευτής πλέον Μ. Έβερτ πηγαίνει στο γραφείο του στην οδό Κανάρη 7 στο Κολωνάκι. Η ώρα είναι 9.30.
Τρεις ώρες αργότερα άνδρες της προσωπικής του ασφάλειας τον ενημερώνουν ότι τρία ύποπτα άτομα κινούνται έξω από την πολυκατοικία που στεγάζεται το γραφείο του. Δίνει εντολή να τους συλλάβουν.
Τους οδηγούν «με το ζόρι» στο ισόγειο διαμέρισμα που βρίσκεται το γραφείο του Έβερτ. Ένας από τους αστυνομικούς του πρώην υπουργού αναγνωρίζει τον έναν. Πρόκειται για αστυνομικό με τον οποίο υπηρέτησε, παλαιότερα, στο 7ο Αστυνομικό Τμήμα. Στο μεταξύ έχει ειδοποιηθεί και η αστυνομία, Οι τρεις αναγκάζονται να δώσουν τα στοιχεία τους. Οι δύο ανήκουν στην ΚΥΠ και ο τρίτος είναι αστυνομικός. Δηλώνουν ότι παρακολουθούν έναν Ούγγρο διπλωματικό υπάλληλο που τον θεωρούν πράκτορα. Μάλιστα αποκαλύπτουν ότι ο υπό παρακολούθηση στόχος βρίσκεται σε πάρκινγκ της οδού Μέρλιν με πρόσοψη στη Β. Σοφίας. Εκεί βρίσκονται δύο συνάδελφοί τους!
Την ώρα εκείνη στο γραφείο του Έβερτ βρίσκεται ο δημοσιογράφος και μετέπειτα βουλευτής της Ν.Δ Πάνος Παναγιωτόπουλος που εργαζόταν στον ΣΚΑΙ κι η είδηση βγαίνει στον αέρα. Εκείνα το χρόνια ο ραδιοφωνικός σταθμός ανήκε, όπως και τώρα, στον Γιάννη Αλαφούζο, αλλά ασκούσε σκληρή κριτική στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη και την κυβέρνηση του.
Λίγο αργότερα πάλι στον ΣΚΑΙ ο Νίκος Χατζηνικολάου ζητά από τον Έβερτ μια δήλωση. Είναι σιβυλλική. Θυμίζει Κωνσταντίνο Καραμανλή.
«Δεν ασχολούμαι με τέτοια θέματα. Η ΕΥΠ έχει άλλη αποστολή. Δεν έχω τίποτε άλλο να δηλώσω».
Η κυβέρνηση πέρα από τις διαψεύσεις, μέσω διαρροών μιλά για Ούγγρο κατάσκοπο. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Βύρων Πολύδωρας δεν είναι σε φόρμα. Αιφνιδιάζεται κι αυτός από τα γεγονότα. Το μόνο σταθερό είναι να διαψεύδει ότι παρακολουθείται ο πρώην συνάδελφός του στην κυβέρνηση.
Μόνο που η υπόθεση… μπάζει:
-Οι τρεις που συνελήφθησαν ήταν σε δύο αυτοκίνητα. Το ένα έξω από το σπίτι του πρώην υπουργού και το άλλο, ακριβώς απέναντι, έξω από την πόρτα ενός άλλου πολιτικού και μάλιστα πρωθυπουργού, του Γεωργίου Ράλλη. Και οι δύο είχαν ψυχρές (τουλάχιστον…) σχέσεις με τον Μητσοτάκη.
-Οι δύο πράκτορες της ΕΥΠ δεν ανήκαν στον Γ’ Κλάδο Αντικατασκοπίας (παρακολούθηση αλλοδαπών), αλλά στο τμήμα Ασφαλείας που ασχολείται με την παρακολούθηση των υπαλλήλων της υπηρεσίας και γενικά Ελλήνων πολιτών!
-Στο σημείο που βρίσκονταν δεν είχαν οπτική επαφή με τον υποτιθέμενο στόχο.
Υπήρχαν όμως και τα… παρατράγουδα. Ήταν τόσο αδέξιοι που αμέσως κίνησαν υποψίες. Ο ένας μάλιστα είχε μακριά μαλλιά και μούσι που έκανε μπαμ ότι ήταν ψεύτικα! Λίγες μέρες αργότερα άλλωστε εμφανίστηκε στον εισαγγελέα που ερεύνησε την υπόθεση (και την έβαλε στο αρχείο), «ξυρισμένος» και με κοντό μαλλί.
Στην κυβέρνηση ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Θόδωρος Αναγνωστόπουλος, ο οποίος αγνοούσε τα πάντα δηλώνει παραίτηση. Το μεγαλύτερο μέρος της σύσκεψης αναλώνεται στην προσπάθεια να τον μεταπείσουν λέγοντάς του ότι μια τέτοια κίνηση θα ήταν η «χαριστική βολή» την παραπαίουσα κυβέρνηση. Με τα πολλά τον πείθουν!
Ο πρωθυπουργός Μητσοτάκης δηλώνει άγνοια, αλλά όταν βλέπει ότι η ιστορία με τον… Ούγγρο κατάσκοπο δεν περπατά διαρρέει ότι η υπόθεση στήθηκε μέσα από την ΕΥΠ από τον ίδιο τον Έβερτ για να τον εκθέσει!
Δημόσια λέει άλλα: «Είναι βέβαιο ότι δημιουργείται με τις κατηγορίες, όπως διατυπώθηκαν, μέγα θέμα πολιτικής και ηθικής τάξεως. Η κυβέρνηση δεν έχει τίποτα να φοβηθεί και τίποτα να κρύψει. Είμαι αποφασισμένος να πράξω ότι απαιτείται για να χυθεί πλήρες φως στην περίεργη αυτή υπόθεση, της οποίας ο στόχος είναι προφανής: Να πλήξει σε μια δύσκολη ώρα την κυβέρνηση και την παράταξη».
Τετάρτη 13 Νοεμβρίου ο Μιλτιάδης Έβερτ καταθέτει στον εισαγγελέα Λαμπίρη. Υποστηρίζει ότι στόχος ήταν ο ίδιος, αλλά δεν μπορεί να το αποδείξει. Καταθέτουν, ακόμα, έξι άνδρες της ασφάλειας του Έβερτ, ο διοικητής της ΕΥΠ Πτέραρχος ε.α Παναγιώτης Μπαλλές και οι πέντε της παρακολούθησης.
Η υπόθεση μπήκε στο αρχείο αφού σύμφωνα με τον εισαγγελέα «δεν προκύπτει τέλεσις αξιοποίνου πράξεως», αλλά συμπλήρωσε: «Εκ της δικαστικής ερεύνης προέκυψε οι υπάλληλοι της ΕΥΠ ήταν σε διατεταγμένη υπηρεσία με εντολή των ανωτέρων τους».
Μόνο που η έρευνα δεν μας έκανε γνωστή ποιόν ή ποιους αφορούσε η εντολή των ανωτέρων…
Γιατί ο Μιλτιάδης Έβερτ δεν,,, τράβηξε το σχοινί; Λειτούργησε ως πολιτικός. Δεν ήθελε να «ρίξει» την κυβέρνηση. Η δημοσιοποίηση της ιστορίας του προσέθεσε πόντους πολιτικά σε σχέση με τους άλλους δύο δελφίνους του κόμματος που ήταν ο Αντώνης Σαμαράς και ο Ανδρέας Ανδριανόπουλος. Η βασική του επιδίωξη ήταν η ανάδειξή του ως αρχηγού του κόμματος και νίκη σε κάποια από τις επόμενες εκλογές. Στο πρώτο τα κατάφερε. Δύο χρόνια μετά την ιστορία των υποκλοπών, τον Νοέμβριο του 1993 εκλέχτηκε πρόεδρος με 141 ψήφους εκλεκτόρων σε σύνολο 182. Χειρίστηκε ψύχραιμα την υπόθεση. Δεν την αρνήθηκε, αλλά δεν κατηγόρησε κανένα αφού όπως είπε και στον εισαγγελέα δεν είχε αποδείξεις.