Πριν από 92 χρόνια, γεννήθηκε ο Ουμπέρτο Έκο. Ο κορυφαίος Ιταλός σημειολόγος, δοκιμιογράφος, φιλόσοφος, κριτικός λογοτεχνίας και μυθιστοριογράφος. Πέθανε στις 19/2/2016 στο Μιλάνο.
Η διαδρομή του, σύμφωνα με περιγραφές… Γεννήθηκε στην Αλεσσάντρια του Πιεμόντε το 1932. Με την έναρξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μετακόμισε με την μητέρα του σε ένα χωριό στα βουνά της βόρειας Ιταλίας. Από εκεί παρακολουθούσε τις μάχεςμεταξύ παρτιζάνων και φασιστών, συνεπαρμένος από την δράση στο μέτωπο.
Ξεκίνησε να φοιτά στο Πανεπιστήμιο του Τορίνου με αντικείμενο την Νομική, για να εστιάσει στις σπουδές Μεσαιωνικής Φιλοσοφίας και Λογοτεχνίας. Έγινε διδάκτορας το 1954, ολοκληρώνοντας την διατριβή με θέμα τον Θωμά Ακινάτη. Αυτό αποτέλεσε και την κεντρική ιδέα του πρώτου του βιβλίου “Ζητήματα αισθητικής στον Θωμά Ακινάτη”. Ο Έκο έπαψε να πιστεύει στον Θεό από ένα σημείο κιμ έπειτα και εγκατέλειψε την Καθολική εκκλησία. Άρχισε την ενασχόλησή του με την δημοσιογραφία και δέχθηκε την θέση του Διευθυντή Πολιτιστικού Προγράμματος στην Κρατική Ιταλική Τηλεόραση (RAI). Το 1959 έχασε την δουλειά του, αλλά βρήκε χρόνο για την συγγραφή και τις διαλέξεις. Με το δεύτερο βιβλίο του “Τέχνη και κάλλος στην αισθητική του Μεσαίωνα” απέδειξε ότι είχε βρει την εναλλακτική του.
Παράλληλα, άρχισε να γράφει την στήλη «Diario Minimo» στην εφημερίδα “Il Verri”. Οι απόψεις του για την γλωσσολογία και την κοινωνική πραγματικότητα μπήκαν στα σπίτια των Ιταλών. Εμβάθυνε στο να εκλεπτύνει τις απόψεις του στην σημειολογία. Με τα ακαδημαϊκά γραπτά του έκανε φόκους στις επιπτώσεις της σημειολογίας στην κοινωνία. Μελέτησε σε βάθος τις κοινωνίες, από τον Μεσαίωνα ως τα τότε και τα κοινά στοιχεία ανάμεσα στις γλώσσες, στα σύμβολα και στην κοινωνική ανάπτυξη! Έγραψε πολλά δοκίμια (Ο υπεράνθρωπος των μαζών, Θεωρία της σημειωτικής, Η Αποκάλυψη του Ιωάννη , Η ποιητική του Τζέιμς Τζόις, Τι πιστεύει αυτός που δεν πιστεύει κ. ά.). Ασχολήθηκε με πολιτικά ζητήματα (που αφορούν τα κοινά), ενώ τού αποδόθηκε το προσωνύμιο “tuttografo” (= παντογράφος) λόγω της ευρύτητας των θεμάτων με τα οποία καταπιανόταν.
Από το 1962 ως το 1970 ανέπτυξε την δική του θεωρία στην σημειολογία. Το 1965 εξελέγη καθηγητής Οπτικών Επικοινωνιών στην Φλωρεντία και το 1966 μετακόμισε στο Μιλάνο, όπου και έγινε καθηγητής της Σημειολογίας στο πολυτεχνείο. Το ακαδημαϊκό του ενδιαφέρον άρχισε να στρέφεται στις πολιτιστικές μελέτες. Το 1971 το Πανεπιστήμιο της Μπολόνια τού προσέφερε την θέση του Τακτικού Καθηγητή. Επηρεάστηκε από τις μεγάλες αλλαγές του ’70 στην ιταλική κοινωνία όπως αποτυπώνεται και στα γραπτά του. Άρχισε να γράφει μυθιστορήματα (Το όνομα του Ρόδου – 1980, Το εκκρεμές του Φουκώ – 1988, Το νησί της προηγούμενης μέρας – 1994, Μπαουντολίνο – 2001, Η μυστηριώδης φλόγα της βασίλισσας Λοάνα – 2006, Το κοιμητήριο της Πράγας – 2010, Το φύλλο μηδέν– 2015). Όταν έγραψε το πρώτο του μυθιστόρημα “Το όνομα του Ρόδου“, οι εκδότες του υπολόγιζαν τις πωλήσεις γύρω στα 30.000 αντίτυπα. Δεν φαντάζονταν ο ίδιος ο στοχαστής ποτέ τις πωλήσεις των 9.000.000 αντιτύπων!
Μιλούσε άπταιστα πέντε γλώσσες μεταξύ των οποίων αρχαία ελληνικά και λατινικά, τις οποίες χρησιμοποιούσε στα βιβλία του, επιστημονικά και λογοτεχνικά. Κέρδισε πολλές τιμητικές διακρίσεις και είχε δεκάδες εκδοτικές επιτυχίες. Ζούσε με την γυναίκα του και τα δύο παιδιά τους, άλλοτε στο Μιλάνο και άλλοτε στο εξοχικό τους στο Ρίμινι.