Οι Απόκριες διαχρονικά αποτελούν μιας πρώτης τάξεως ευκαιρία για ξεφάντωμα και διασκέδαση. Ιδιαίτερα στις παλαιότερες εποχές, όταν δεν υπήρχαν ακόμη τηλεοράσεις, ραδιόφωνα και διαδίκτυο. Τα λαϊκά στρώματα δεν είχαν άλλους τρόπους να εκφραστούν, ξεχύνονταν λοιπόν, στους δρόμους και στις εξοχές για να διασκεδάσουν.
- Γράφει ο Ελευθέριος Γ. Σκιαδάς
Ήταν ωστόσο και ένας ακόμη λόγος για να σατιρίσουν ότι συνέβαινε γύρω τους. Από τα χρόνια της εποχής του Όθωνα ακόμη, τα μεγάλα γεγονότα κυριαρχούσαν στις μεταμφιέσεις. Έξω από τα μπακάλικα κρεμούσαν κόκκινες αποκριάτικες μάσκες και τα θέματα που επικρατούσαν ήταν κυρίως εθνικά. Συνηθέστερες μεταμφιέσεις ήταν «οι Μακεδόνες», αφού η βόρεια Ελλάδα ήταν ακόμη σκλαβωμένη ή «το Αρχοντόπουλο που σκότωνε τον Κιουταχή».
Παναγιώτης Θεοδοσίου
Με τα χρόνια στο επίκεντρο των εορτασμών βρέθηκαν τα μεγάλα κοινωνικά και πολιτικά προβλήματα. Μέχρι που ο Βλάσης Γαβριηλίδης έκανε λόγο για τις Απόκριες των πλουσίων και τις Απόκριες των φτωχών. Ήταν η εποχή της μεγάλης σύγκρουσης, όταν η Ελλάδα εγκατέλειπε τους ρυθμούς της Ανατολής και εντασσόταν στους μηχανισμούς και την οικονομία της Δύσης. Τότε αναδείχθηκαν πολλοί πρωταγωνιστές των λαϊκών διασκεδάσεων και ανάμεσά τους ο «Ποιητής του Κάρρου», ο «Θεός του Καρναβαλιού», όπως τον κατέγραψε ο Θεόδωρος Βελλιανίτης. ή «τελετάρχης των απόκρεω», όπως τον αποκαλούσε ο Τίμος Μωραϊτίνης. «Ποιητής του Κάρρου» ήταν ο γηγενής Αθηναίος Παναγιώτης Θεοδοσίου. Ένας δαιμόνιος τύπος, θιασάρχης σε λαϊκό μπουλούκι και δημοσιογράφος σε λαθρόβια έντυπα της εποχής του, αντιγράφοντας τους αρχαίους γεφυριστές μετέτρεψε ένα μακρύ κάρο σε θεατρική σκηνή και έδινε τις παραστάσεις του στους δρόμους των Αθηνών. Η σημαντικότερη περίοδος για τις αθηναϊκές αποκριές ήταν η τριαντακονταετία 1887-1916, η οποία και συμπίπτει με την παρουσία του Παναγιώτη Θεοδοσίου. Την περίοδο αυτή σχηματίζονταν Οργανωτικές Επιτροπές, στις οποίες συμμετείχαν όλοι οι γνωστοί δημοσιογράφοι της εποχής, ενώ τις παρελάσεις παρακολουθούσαν επισήμως οι κυβερνήσεις και η βασιλική οικογένεια. Ο Ποιητής του Κάρου, ξεκινούσε τις αποκριάτικες παραστάσεις του με άκρως επίκαιρους στίχους: «Άνοιξε το Τριώδιον δεν έχουμε παρά κι η δόλια η κοιλίτσα μας παίζει τον ταμπουρά»!
Η τράτα και η τραμπάλα
Τέλη 19ου αιώνα, όταν ο δικομματισμός βρισκόταν στην ακμή του, με πρωταγωνιστές τον Χαρίλαο Τρικούπη και τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη, οι οποίοι εναλλάσσονταν στην εξουσία, δεκάδες χιλιάδες Αθηναίοι συγκεντρώνονταν γύρω από την πλατεία Συντάγματος για να παρακολουθήσουν την παρέλαση των αρμάτων, ο Θεοδοσίου φόρτωσε στο κάρρο του μια ψαράδικη τράτα. Μέσα στη βάρκα βρισκόταν ο ίδιος και η παρέα του, όλοι ντυμένοι με ναυτικά ρούχα και τραβώντας κουπί τραγουδούσαν: «Εγια μόλα – έγια λέσα Όλοι είμαστε για μέσα»! Το όνομα της βάρκας ήταν «ΕΛΛΑΣ» και εννοείται ότι όλοι οι… επιβάτες της αναπαρίσταναν τα πρόσωπα που κυριαρχούσαν στην πολιτειακή, στην πολιτική, στην κοινωνική και την οικονομική επικαιρότητα της εποχής. Το δε σκάφος, υπό τη διεύθυνση όλων εκείνων, πήγαινε κατευθείαν «μέσα», δηλαδή στο… Δρομοκαΐτειο Φρενοκομείο. Έναν χρόνο αργότερα, απέδωσε την ωραιότερη σατιρική απεικόνιση της έντονης διαμάχης των δύο πολιτικών δημιουργώντας πάνω στο κάρο του μια τραμπάλα. Από τη μια μεριά ανέβαινε ο ίδιος, έχοντας στο στήθος μια ταμπέλα «ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΔΗΛΙΓΙΑΝΝΗΣ» και από την άλλη ο μαύρος βοηθός του έχοντας την ταμπέλα «ΧΑΡΙΛΑΟΣ ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ»! Πότε πάνω ο ένας, πότε ο άλλος….
Πανεπιστήμιο Αθηνών: Τούβλα και κούτσουρα!
Το 1900 ο Θεοδοσίου… κατάφερε να εμπλακεί με όλη την πανεπιστημιακή κοινότητα, καθηγητές και φοιτητές με την πιο ευφυή, ίσως, σάτιρά του. Πάνω στο κάρρο αυτή τη φορά, είχε κατασκευάσει έναν μεγάλο φούρνο, το «Φλογερό Καμίνι» όπως το αποκαλούσε. Στις δύο πλευρές του, τις οποίες έβλεπαν οι θεατές, υπήρχε κάθετη ταμπέλα με την ένδειξη «ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΝ» και από κάτω από τη μία πλευρά Ιατρική Σχολή και από την άλλη Νομική Σχολή. Από το ένα μέρος του φούρνου λοιπόν ο Θεοδοσίου φούρνιζε κούτσουρα και από την άλλη ο συνεργάτης του ξεφούρνιζε τούβλα… Την επομένη πάντως, κάποιοι φοιτητές φρόντισαν να τον… καταχερίσουν δεόντως.
Εξοστρακίστηκε διότι σατίρισε τη Βουλή!
Την επομένη όμως χρονιά, το 1901, ο Ποιητής του Κάρου μπήκε σε μεγάλες περιπέτειες αφού η μασκαράτα του σατίριζε τη Βουλή των Ελλήνων. Πάνω στο… άρμα του είχε κατασκευάσει έναν μπερντέ του Καραγκιόζη, τοποθετώντας την ταμπέλα «ΒΟΥΛΗ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ» και τραγουδώντας: «Εφέτος είναι μακριά η προσφιλής Αποκρηά, καί λέγουν πως θ’ αργήση, αλλ’ ευτυχώς μετ’ ου πολύ θ’ αρχίση πάλι η Βουλή τόν κόσμο να γλεντήση. Κι αν μασκαρεύωνται πολλοί κι αφέντες καί κυράδες, εγώ, θαρρώ, μέσ’ στη Βουλή πως είναι… οι μασκαράδες!». Ο αστυνόμος που βρισκόταν στην αρχή της παρέλασης των αρμάτων κατεδίωξε τον Θεοδοσίου λέγοντας: – Ακούτ’ εκεί κατάστασις, τους παλιανθρώπους! Λαός Βουλή! Ενώ τους είπαν χίλιες φορές πως τα προσωπικά απαγορεύονται! Ο χωροφύλακας είχε πάρει… προσωπικά το θέμα, συνέλαβε τον Θεοδοσίου και τον έκλεισε στο κρατητήριο με την κατηγορία ότι διακωμωδούσε τη Βουλή. Αφέθηκε δε ελεύθερος, την επομένη και αφού ξεσηκώθηκαν αντιδράσεις από το σύνολο σχεδόν του Τύπου. «Κατά την δικήν μας γνώμην δεν διακωμώδησε ο Θεοδοσίου την Βουλήν αλλά η Βουλή διακωμωδεί το άρμα του Θεοδοσίου».
* Aπό το βιβλίο «Ο ΠΟΙΗΤΗΣ ΤΟΥ ΚΑΡΡΟΥ- Παναγιώτης Ν. Θεοδοσίου – Η «άλλη όψη» της αθηναϊκής ιστορίας» του Ελευθερίου Γ. Σκιαδά (ΒΡΑΒΕΙΟ ΑΚΑΔΗΜΙΑΣ ΑΘΗΝΩΝ 2011).
Δείτε περισσότερα: