Η «οικογένεια» του newsbreak.gr, σας στέλνει τις καλύτερες ευχές της
για τη νέα δεκαετία και το 2020…
Υγεία, ευτυχία, ανθρωπιά, αισιοδοξία και δικαιοσύνη!
Θέλουμε να σας ευχαριστήσουμε από καρδιάς για την στήριξη και την υποστήριξη που μας προσφέρατε από την πρώτη ημέρα που «βγήκαμε στον αέρα».
Στόχος μας και υπόσχεσή μας για την νέα χρονιά είναι να συνεχίσουμε
την τίμια και αληθινή ενημέρωση χωρίς «ψιλά γράμματα»
και ψεύτικες… κραυγές εντυπωσιασμού!
Με τις καλύτερες ευχές μας
και ένα μεγάλο «ευχαριστώ»
Και επειδή η ενημέρωση δεν σταματά και η ημέρα το επιβάλλει…
Το κινέζικο ημερολόγιο
Το ένα τέταρτο του πληθυσμού της Γης ζει στην περιοχή που καλύπτει η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και παρόλο που επίσημα η χώρα αυτή χρησιμοποιεί το Γρηγοριανό ημερολόγιο, όπως και οι δυτικές χώρες, εν τούτοις η κινέζικη Πρωτοχρονιά δεν συμπίπτει με την 1η Ιανουαρίου, αλλά γιορτάζεται σε διαφορετικές ημερομηνίες κάθε χρόνο, αφού βασίζεται ακόμα και σήμερα στο αρχαίο κινέζικο ημερολόγιο, που έχει τις ρίζες του στο 14ο αιώνα π.Χ., όταν, σύμφωνα με την παράδοση, το ημερολόγιο αυτό επινοήθηκε και εγκαθιδρύθηκε από τον Κινέζο αυτοκράτορα Χουανγκντί, το 2.637 π.Χ.
Όπως και πολλά άλλα ημερολόγια του κόσμου, το κινεζικό είναι κι αυτό ένας συνδυασμός ηλιακού και σεληνιακού ημερολογίου και βασίζεται, μερικώς τουλάχιστον, στις φάσεις της σελήνης, ένα μηνιαίο φαινόμενο που είναι εμφανές σε όλους.
Σύμφωνα με το ημερολόγιο αυτό, ένα κανονικό έτος έχει 12 σεληνιακούς μήνες, ενώ ένα δίσεκτο έτος έχει 13 σεληνιακούς μήνες. Σε ημέρες το κανονικό έτος διαρκεί από 353 έως 355 ημέρες, ενώ ένα δίσεκτο έτος διαρκεί από 383 έως 385 ημέρες.
Με αυτά ως βάση, στο κινέζικο ημερολόγιο η Πρωτοχρονιά γιορτάζεται σε διαφορετικές ημερομηνίες, που επαναλαμβάνονται σε μια περίοδο 60 ετών, ενώ κάθε έτος παίρνει την ονομασία ενός ζώου. Έτσι, η Πρωτοχρονιά στη διάρκεια του 2005 γιορτάστηκε στις 9 Φεβρουαρίου (έτος 4703 ή έτος πετεινού), ενώ το 2006 γιορτάστηκε στις 29 Ιανουαρίου (έτος 4704 ή έτος του σκύλου).
Πού βασίζεται το ημερολόγιο
Πριν, όμως, προχωρήσουμε περισσότερο θα πρέπει να ξεκαθαρίσουμε ευθύς εξαρχής ότι ένα ημερολόγιο δεν είναι, ούτε μπορεί να είναι κάτι το απόλυτο ούτε βασίζεται σε κάποιο θρησκευτικό ή θείο νόμο. Είναι απλά ένα ανθρώπινο δημιούργημα για να μας βοηθάει στις διάφορες ασχολίες μας στη διάρκεια ενός έτους, αφού ένα σύστημα μέτρησης του χρόνου έχει βάση ορισμένα τακτικώς επαναλαμβανόμενα ουράνια φαινόμενα.
Τα κύρια, και εμφανή με γυμνό μάτι, ουράνια φαινόμενα που επαναλαμβάνονται σε τακτικές χρονικές περιόδους είναι τρία: η περιστροφή της Γης γύρω από τον άξονά της, που προσδιορίζεται από δυο διαφορετικές μεσουρανήσεις του Ηλίου, η περιφορά της Σελήνης γύρω από τη Γη, που προσδιορίζεται από τη συμπλήρωση των φάσεών της, και η περιφορά της Γης γύρω από τον Ήλιο, που προσδιορίζεται από την επαναλαμβανόμενη διαδοχή των τεσσάρων εποχών.
Οι χρόνοι, όμως, που απαιτούνται για μια περιστροφή και για μια περιφορά της Γης, καθώς και για τη συμπλήρωση των φάσεων της Σελήνης, είναι ασύμμετροι, δηλαδή κανένας από αυτούς δεν διαιρεί τον άλλον ακριβώς.
Η Γη, για παράδειγμα, περιστρέφεται 365,242199 φορές γύρω από τον άξονά της για κάθε μια πλήρη περιφορά της γύρω από τον Ήλιο, ενώ στον ίδιο χρόνο η Σελήνη συμπληρώνει 12,368267 φορές τον κύκλο των φάσεών της, όπου ο κάθε τέτοιος κύκλος διαρκεί 29,530588 ημέρες.
Όπως βλέπετε, δεν υπάρχει καμιά συμφωνία ανάμεσα σ’ αυτούς τους αριθμούς. Ένα σωστό, όμως, ετήσιο ημερολόγιο πρέπει να έχει βάση του τον ακριβή χρόνο που χρειάζεται η Γη για να συμπληρώσει μια πλήρη περιφορά γύρω από τον Ήλιο, για να συμπληρώσει δηλαδή τον κύκλο των εποχών, την επαναλαμβανόμενη παρέλαση της άνοιξης, του καλοκαιριού, του φθινοπώρου και του χειμώνα!
Οι εποχιακές αυτές αλλαγές είχαν για τους αρχαίους τεράστια σημασία, ιδιαίτερα μάλιστα μετά την εμφάνιση της γεωργίας πριν από περίπου 10.000 χρόνια. Γι’ αυτό, κι επειδή η σπορά, η συγκομιδή και οι άλλες γεωργικές ασχολίες εξαρτιόνταν από τις αλλαγές των εποχών, η διάρκεια ενός ηλιακού έτους έπρεπε να μετρηθεί επακριβώς. Στην αρχαιότητα, όμως, υπήρχαν αρκετά προβλήματα στην ακριβή μέτρηση του ηλιακού έτους. Ο Ήλιος, βλέπετε, δεν έχει φάσεις όπως η Σελήνη και γι’ αυτό δεν μπορούν να αναγνωριστούν κάποιες επαναλαμβανόμενες όψεις του.
Ούτε είναι δυνατόν να παρατηρηθεί την ημέρα η θέση του Ηλίου σε μια δεδομένη τοποθεσία του ζωδιακού κύκλου, έτσι ώστε να δημιουργηθεί ένα σωστό ημερολόγιο.
Βαβυλωνιακό ημερολόγιο
Οι Βαβυλώνιοι ήταν αυτοί που κατέγραψαν για πρώτη φορά την αργή κίνηση του Ηλίου προς την Ανατολή ανάμεσα στα άστρα, γιατί παρατηρούσαν προσεκτικά τον ορίζοντα την ώρα της Δύσης.
Έτσι, μετά την κάθοδο του Ηλίου και την εμφάνιση των άστρων, σημείωναν ποια άστρα ανέτελλαν και ποια άστρα έδυαν. Αν, για παράδειγμα, στη Δύση έβλεπαν τον αστερισμό του Σκορπιού έτοιμο να δύσει ακολουθώντας τον Ήλιο που έδυε, αυτός ο αστερισμός σ’ ένα μήνα είχε χαθεί τελείως και τη θέση του είχε πάρει ο αστερισμός του Τοξότη. Σ’ έναν ακόμα μήνα χανόταν και ο Τοξότης, έτσι ώστε φαινόταν ότι ο Ήλιος μεταφερόταν ανατολικά ανάμεσα στα άστρα, καλύπτοντας διαδοχικά με τη λαμπρότητά του τους διάφορους αστερισμούς.
Οι Βαβυλώνιοι και οι Αιγύπτιοι χρησιμοποιούσαν την αστρονομία για πρακτικούς σκοπούς και δε γνώριζαν ότι η Γη βρίσκεται σε τροχιά γύρω από τον Ήλιο. Κοιτάζοντας, όμως, τον Ήλιο από τη Γη μια δεδομένη στιγμή, αυτός φαίνεται σαν να βρίσκεται μπροστά από έναν ορισμένο αστερισμό. Αλλά, καθώς η Γη περιφέρεται γύρω από τον Ήλιο, ο Ήλιος φαίνεται ότι κινείται καλύπτοντας έτσι διαδοχικά διάφορους αστερισμούς. Μετά την πάροδο ενός χρόνου, η Γη έχει συμπληρώσει μια ολόκληρη περιφορά γύρω από τον Ήλιο κι έτσι ο Ήλιος φαίνεται σαν να έχει γυρίσει και να βρίσκεται μπροστά από τον πρώτο αστερισμό. Αφού, λοιπόν, ο Ήλιος επέστρεψε στην αφετηρία του μετά από περίπου 360 ημέρες, οι Βαβυλώνιοι χώρισαν τον κύκλο σε 360 μοίρες, μια ιδέα που παραμένει ακόμα και σήμερα.
Αιγυπτιακό ημερολόγιο
Το πρώτο αρχαίο ημερολόγιο που εγκατέλειψε τελείως τις σεληνιακές φάσεις δημιουργήθηκε από τους Αιγυπτίους και βασιζόταν στις ετήσιες πλημμύρες του ποταμού Νείλου. Κάθε καλοκαίρι ο μεγάλος αυτός ποταμός πλημμύριζε τις γύρω περιοχές. Λόγω της ξηρασίας που επικρατούσε, οι ετήσιες πλημμύρες του Νείλου θεωρούνταν πραγματικά «θεόσταλτες», γιατί χάρη σ’ αυτές ποτίζονταν άφθονα οι διψασμένες καλλιέργειες. Επιπλέον, μετά την αποχώρηση των νερών άφηναν πίσω τους πλούσια στρώματα εδάφους έτοιμα να βοηθήσουν ακόμα περισσότερο τις καλλιέργειες της νέας χρονιάς.
Οι Αιγύπτιοι θεωρούσαν υπεύθυνη για τις «ευλογημένες» αυτές πλημμύρες τη θεά Ίσιδα, στην οποία είχαν αφιερώσει πολλούς ναούς στις όχθες του Νείλου. Ένας από αυτούς τους ναούς, στα Ντέντερα, ήταν προσανατολισμένος προς το ΝΑ ορίζοντα, τη διεύθυνση από την οποία ανέτελλε η Ίσις με τη μορφή του λαμπρότερου άστρου στο νυχτερινό ουρανό, που τότε ονόμαζαν «Σώθι» κι εμείς σήμερα ονομάζουμε Σείριο, στον αστερισμό του Μεγάλου Κυνός.
Από το Μεγάλο Ναό οι ιερείς της Ίσιδος παρακολουθούσαν με προσοχή τον πρωινό ουρανό, περιμένοντας την «εωθινή επιτολή του Σειρίου», δηλαδή περίμεναν να παρατηρήσουν την ανατολή του Σειρίου, λίγο πριν το λαμπρό φως του ανατέλλοντος Ηλίου «σβήσει» το φως όλων των άλλων άστρων του ουρανού.
Επειδή το αστρονομικό αυτό φαινόμενο συνέπιπτε με τις ετήσιες πλημμύρες του Νείλου και συνέβαινε με απόλυτη ακρίβεια μια φορά κάθε χρόνο, οι Αιγύπτιοι κατόρθωναν να προσδιορίσουν με μεγάλη ακρίβεια ότι η διάρκεια του έτους είναι 365 ημέρες. Το γεγονός αυτό τους επέτρεψε να δημιουργήσουν ένα πλήρες ημερολόγιο 12 μηνών, των 30 ημερών ο καθένας, και 5 «επαγόμενων» ημερών, που ήταν αφιερωμένες στους θεούς Όσιρι, Ώρο, Ίσιδα, Σηθ και Νέφθυν.
Η διαφορά, όμως, των 6 ωρών που υπολείπονταν από το ημερολόγιό τους, των 365 ημερών, έγινε αισθητή με την πάροδο των αιώνων. Και γι’ αυτό σύντομα άρχισαν οι μεταρρυθμίσεις, που συνεχίστηκαν κατά περιόδους έως τον 1ο αιώνα π.Χ.
Ρωμαϊκό ημερολόγιο
Την ίδια περίπου περίοδο, όταν πρώτος ύπατος στη Ρώμη ήταν ο Ιούλιος Καίσαρ, το ρωμαϊκό ημερολόγιο είχε κι αυτό τα χάλια του.
Το σεληνο-ηλιακό αυτό ημερολόγιο είχε καθιερωθεί από τον (μυθικό μάλλον) βασιλιά της αρχαίας Ρώμης, Νουμά Πομπίλιο, τον 7ο αιώνα π.Χ., και αποτελείτο από ένα έτος 12 μηνών, που όλοι τους, λόγω δεισιδαιμονίας, είχαν μονό αριθμό ημερών.
Συνολικά, δηλαδή, το ημερολογιακό έτος του Νουμά είχε 354 ημέρες. Για να συμπληρωθούν οι 365 ημέρες του ηλιακού έτους, πρόσθεταν κάθε 3 χρόνια έναν εμβόλιμο μήνα, 33 ημερών, που ονόμαζαν Μερκεδόνιο. Επειδή, όμως, το ρωμαϊκό ημερολογιακό έτος ήταν μερικές ώρες μικρότερο από το ηλιακό, ήταν επόμενο ότι στους 7 αιώνες που πέρασαν από την εφαρμογή του είχε συσσωρευτεί ένα τεράστιο λάθος.
Ιουλιανό ημερολόγιο
Γι’ αυτό το 46 π.Χ. ο Ιούλιος Καίσαρ, με τη βοήθεια του Έλληνα αστρονόμου Σωσιγένη, που μετακάλεσε από την Αλεξάνδρεια, διόρθωσε το ρωμαϊκό ημερολόγιο, προσθέτοντας στο έτος 45 π.Χ. 90 ημέρες, που όμως δεν μετρήθηκαν, διότι είχαν ήδη μετρηθεί στους 7 προηγούμενους αιώνες.
Έτσι τον άλλο χρόνο, το 44 π.Χ., η εαρινή ισημερία επανήλθε στην αρχική της θέση, στις 23 Μαρτίου. Ο Σωσιγένης υπολόγισε τη διάρκεια του έτους ίση με 365 ημέρες και 6 ώρες και όρισε όπως τα έτη έχουν 365 ημέρες, και σε κάθε τέταρτο έτος πρόσθετε ακόμα μια μέρα μετά την «έκτη προ των καλενδών του Μαρτίου». Έτσι η ημέρα αυτή, επειδή μετριόταν δύο φορές, ονομάζεται «δις έκτη» και το έτος που την περιέχει «δίσεκτο».
Παρά τον καλύτερο όμως προσδιορισμό του ηλιακού έτους από τον Σωσιγένη, υπήρχε ακόμα μια μικρή απόκλιση από την πραγματικότητα. Ο Σωσιγένης καθόρισε το ηλιακό (ή τροπικό) έτος προς 365,25 μέσες ηλιακές ημέρες, βασισμένος στους υπολογισμούς του πατέρα της αστρονομίας Ιππάρχου, ο οποίος έναν αιώνα νωρίτερα είχε προσδιορίσει ότι το ηλιακό έτος θα έπρεπε να έχει διάρκεια ίση με 365,242 ημέρες.
Σήμερα, όμως, γνωρίζουμε με μεγαλύτερη ακρίβεια τη διάρκεια του ηλιακού έτους που είναι 365,242199 ημέρες.
Έτσι, το καθορισμένο από τον Σωσιγένη έτος είναι μεγαλύτερο του πραγματικού κατά 0,0078 της ημέρας, ή κατά 11 λεπτά και περίπου 14 δευτερόλεπτα, χρόνος δηλαδή που με μια πρώτη ματιά φαίνεται σχεδόν ασήμαντος. Κάθε 4 χρόνια, όμως, το μικρό αυτό λάθος γινόταν περίπου 45 λεπτά, και κάθε 129 χρόνια γινόταν μια ολόκληρη μέρα. Μέσα στα πρώτα 400 χρόνια, από την εφαρμογή του Ιουλιανού ημερολογίου, το λάθος είχε φτάσει τις 3 ημέρες περίπου, με αποτέλεσμα το 325 μ.Χ. η εαρινή ισημερία να συμβεί στις 21 Μαρτίου.
Υπολογισμός του Χριστιανικού Πάσχα
Τη χρονιά εκείνη έγινε η Α’ Οικουμενική Σύνοδος στη Νίκαια της Βιθυνίας και θέσπισε τον ονομαζόμενο έκτοτε Όρο της Νικαίας για τον προσδιορισμό του εορτασμού του Πάσχα.
Επειδή τότε θεωρούσαν ότι η εαρινή ισημερία (21 Μαρτίου) θα παρέμενε σταθερή, βάσισαν τον κανόνα προσδιορισμού του Πάσχα σ’ αυτήν την ημερομηνία. Τα πράγματα όμως, με το λανθασμένου υπολογισμού έτος του Ιουλιανού ημερολογίου δεν ήταν έτσι. Το λάθος των 11 λεπτών συσσωρευόταν και η εαρινή ισημερία μετατοπιζόταν όλο και πιο νωρίς. Έτσι, ενώ την εποχή του Χριστού η εαρινή ισημερία συνέβαινε στις 23 Μαρτίου, το 325 μ.Χ. συνέβη στις 21 Μαρτίου και το 1582 μ.Χ. είχε φτάσει να συμβαίνει στις 10 Μαρτίου, γεγονός που δημιουργούσε προβλήματα στον ακριβή καθορισμό του εορτασμού του χριστιανικού Πάσχα, σύμφωνα με τον όρο που είχε θεσπίσει η Οικουμενική Σύνοδος το 325 μ.Χ.
Προσπάθειες διόρθωσης του λάθους
Η μετατόπιση αυτή της εαρινής ισημερίας είχε γίνει αντιληπτή από τον 8ο αιώνα μ.Χ. Το 1324 μάλιστα, ο μεγαλύτερος αστρονόμος του Βυζαντίου Νικηφόρος Γρηγοράς (ο αποκαλούμενος «φιλόσοφος») πρότεινε στον αυτοκράτορα Ανδρόνικο Παλαιολόγο να κάνει κάποια μεταρρύθμιση, αλλά αυτός αρνήθηκε «δια τον φόβον συγχύσεως των αμαθών και μερισμού της Εκκλησίας». Έναν αιώνα αργότερα, το 1450, ο Γεώργιος Πλήθων Γεμιστός διαμόρφωσε ένα δικό του ημερολόγιο, το οποίο αν εφαρμοζόταν δεν θα υπήρχε η ανάγκη για άλλη μεταρρύθμιση.
Τον 14ο αιώνα, ο βασιλιάς της Καστίλης Αλφόνσο Ι’ ο Σοφός (γνωστότερος ως συγγραφέας και αστρονόμος, στον οποίον αφιερώθηκαν οι περίφημοι αστρονομικοί «Αλφόνσειοι Πίνακες») πληροφορήθηκε από ομάδα αστρονόμων που είχε συγκεντρώσει ότι η διάρκεια του ηλιακού (τροπικού) έτους ήταν 365 ημέρες, 5 ώρες, 43 λεπτά και 12 δευτερόλεπτα, που είναι κατά 5 λεπτά και 34 δευτερόλεπτα μόνο μικρότερη από τη σήμερα αποδεκτή. Ο νέος αυτός υπολογισμός απέδειξε πλέον επίσημα την ανάγκη για τη διόρθωση του Ιουλιανού ημερολογίου.
Ο Ρότζερ Μπέικον υπολόγισε επίσης ότι το λάθος που συσσωρεύτηκε είχε φτάσει στην εποχή του τις 8 ημέρες και πρότεινε ημερολογιακή μεταρρύθμιση στον πάπα Κλήμεντα Α’. Ο πάπας, όμως, πέθανε πριν προλάβει να κάνει κάτι.
Στις αρχές του 15ου αιώνα πολλοί ήταν αυτοί που ανακίνησαν και πάλι το θέμα του λάθους.
Η σύνοδος μάλιστα της Βασιλείας, το 1439, προετοίμασε και ανακοίνωση που όμως δεν εκδόθηκε ποτέ.
Το 1474, ο πάπας Σίξτος Δ’ ανέθεσε στον περίφημο αστρονόμο Γιοχάνες Ρεγκομοντάνους την ημερολογιακή μεταρρύθμιση. Δεν πρόλαβε, όμως, ούτε καν να αρχίσει την εργασία αυτή, γιατί πέθανε δηλητηριασμένος από τους εχθρούς του.
Η σύνοδος του Λατερανού ξανάπιασε το θέμα το 1524, χωρίς όμως αποτέλεσμα. Το 1545, η σύνοδος του Τρεντίνο ανέθεσε στον πάπα Παύλο Γ’ και κατόπιν στον πάπα Πίο Ε’ να κάνουν τη μεταρρύθμιση, χωρίς όμως ούτε αυτοί να βρουν κάποια αποδεκτή λύση. Τελικά η λύση βρέθηκε το 1572, τη χρονιά που εξελέγη πάπας ο Γρηγόριος ΙΓ’.
Γρηγοριανό ημερολόγιο
Με τη βοήθεια του αστρονόμου Λουίτζι Λίλιο, ο ιησουίτης αστρονόμος Χριστόφορος Κλάβιους επεξεργάστηκε την παπική βούλα της ημερολογιακής μεταρρύθμισης, που δημοσιεύθηκε επιτέλους το Φεβρουάριο του 1582.
Με τη μεταρρύθμιση η 5η Οκτωβρίου 1582 ονομάστηκε 15η Οκτωβρίου, για να διορθωθεί το λάθος των 10 ημερών, που είχε συσσωρευτεί στους προηγούμενους 11 αιώνες, και για να επιστρέψει η εαρινή ισημερία στην 21η Μαρτίου. Για να μην επαναληφθεί το λάθος αυτό, ο Λίλιο διόρθωσε τον κανόνα του Ιουλιανού ημερολογίου που όριζε ότι δίσεκτα είναι τα έτη που ο αριθμός τους διαιρείται με το 4, εξαιρουμένων των «επαιωνίων», δηλαδή τα έτη των αιώνων.
Από αυτά όριζε ως δίσεκτα μόνο όσα έχουν αριθμό αιώνων που διαιρείται με το 4.
Με αυτή την τροποποίηση το έτος 1900 δεν ήταν δίσεκτο, ενώ αντίθετα το 2000 ήταν.
Η τροποποίηση αυτή καθορίζει ότι κάθε 400 χρόνια θα έχουμε μόνο 97 δίσεκτα έτη, αντί των 100 δίσεκτων του Ιουλιανού ημερολογίου, μια και το λάθος του Ιουλιανού είναι 3 ημέρες και περίπου 3 ώρες κάθε 400 χρόνια. Φυσικά, με αυτόν τον τρόπο διορθώνουμε μεν το λάθος των 3 ημερών, παραμένει όμως ένα λάθος περίπου 3 ωρών κάθε 400 χρόνια, που θα συσσωρευτεί σε περίπου μια ημέρα μετά την πάροδο περίπου 4.000 χρόνων.
Εβραϊκό ημερολόγιο
Το Γρηγοριανό ημερολόγιο, όπως ονομάστηκε προς τιμή του πάπα Γρηγορίου ΙΓ’, είναι αυτό που χρησιμοποιείται πλέον επίσημα από το μεγαλύτερο τμήμα του παγκόσμιου πληθυσμού, παρόλο που δεν έγινε αμέσως ή εύκολα αποδεκτό από όλους. Εν τούτοις, πολλοί λαοί χρησιμοποιούν παράλληλα με το Γρηγοριανό ημερολόγιο, για πολιτικούς κυρίως λόγους, και το δικό τους εντόπιο ημερολόγιο για τις θρησκευτικές τους εορτές.
Οι Εβραίοι, για παράδειγμα, χρησιμοποιούν ένα σεληνιακό ημερολόγιο που χωρίζεται σε 12 μήνες των 29 ή 30 ημερών, ανάλογα με τις φάσεις της Σελήνης. Κάθε 19 χρόνια, όμως, προστίθεται ένας επιπλέον μήνας στο έτος, για να φέρει το ημερολόγιο ώστε να συμφωνεί με το ηλιακό έτος.
Αραβικό ημερολόγιο
Αντίθετα, στην περίπτωση του αραβικού-μουσουλμανικού ημερολογίου, που κι αυτό είναι σεληνιακό με διάρκεια 354 ημερών, δεν προστίθεται ποτέ κάποιος επιπλέον μήνας, με αποτέλεσμα οι διάφορες θρησκευτικές εορτές των Μουσουλμάνων να μετακινούνται διαμέσου των εποχών.
Το γεγονός αυτό οδηγεί το ημερολόγιο να αρχίζει 10 έως 12 ημέρες νωρίτερα του προηγούμενου σε σχέση με το ηλιακό έτος.
Η Πρωτοχρονιά, δηλαδή, των Μουσουλμάνων είναι πάντα η πρώτη ημέρα του μήνα τον οποίον ονομάζουν «Μουχαράμ».
Αλλά και στη χρονολόγηση υπάρχει διαφορά, αφού οι Μουσουλμάνοι ξεκινούν την αρίθμηση των ετών τους από το έτος της «Εγίρας», δηλαδή τη 16η Ιουλίου του 622 μ.Χ. στο Ιουλιανό ημερολόγιο. Η ημέρα αυτή είναι η συμβατική ημέρα της αναχώρησης του Μωάμεθ από τη Μέκκα προς τη γειτονική πόλη της Μεδίνας, για να γλιτώσει από μια συνωμοσία εναντίον του. Την ημέρα αυτή γιορτάζεται και η Πρωτοχρονιά των Μουσουλμάνων.
Γιαπωνέζικο ημερολόγιο
Στην Ιαπωνία γιορτάζονταν ανέκαθεν η φύση, όπως για παράδειγμα η ημερομηνία άνθισης των κερασιών. Το ημερολόγιό τους ήταν παρόμοιο με το κινεζικό και χωριζόταν σε 24 δεκαπενθήμερες περιόδους και ήταν συνδεδεμένο με τις αγροτικές τους εργασίες. Από το 1873, όμως, η Ιαπωνία εισήγαγε το Γρηγοριανό ημερολόγιο με διαφορετική όμως χρονολόγηση, που συνεχίζεται από το 660 π.Χ.
Πολλοί λαοί της ΝΑ Ασίας χρησιμοποιούν το σεληνο-ηλιακό βουδιστικό ημερολόγιο 12 μηνών, των 29 ή 30 ημερών, με ένα δίσεκτο μήνα 30 ημερών, που προστίθεται σε κανονικά διαστήματα. Και σ’ αυτές, όμως, τις περιπτώσεις αλλάζει η χρονολόγηση.
Αντί επιλόγου…
Αν, λοιπόν, νομίζετε ότι βρισκόμαστε στο έτος 2020 μ.Χ., θα πρέπει να αναθεωρήσετε, γιατί, όπως επεξηγήθηκε συνοπτικά πιο πάνω, η χρονολόγηση αυτή αφορά κυρίως το χριστιανικό κόσμο, αφού και οι άλλοι λαοί έχουν τη δική τους χρονολόγηση.
Με βάση αυτά τα δεδομένα, το έτος που διανύουμε είναι το έτος 4709 για τους Κινέζους, το 1433 για τους Μουσουλμάνους, το 1390 για τους Πέρσες, το 5772 για τους Εβραίους, το 2760 για τους Αιγύπτιους, το 1461 για τους Αρμενίους, το 1728 για τους Κόπτες, το 2004 για τους Αιθίοπες, το 5112 για τους Ινδουιστές και το έτος 223 από τη Γαλλική Επανάσταση.