Αστυνομικές πρακτικές και … ο «Λουκούμης»

Must Read

Η πρώτη επίσημη προσπάθεια για τη νόμιμη αντιμετώπιση παραβατών στο νεοσύστατο Ελληνικό κράτος, έγινε το 1833 κατά την περίοδο της βασιλείας του Όθωνα με τη συγκρότηση Αστυνομικού Σώματος της Χωροφυλακής.

Όχι βέβαια ότι δεν υπήρχε πριν αντίστοιχο Σώμα αστυνόμευσης αλλά όταν ανέλαβε ο Όθωνας, το ανεξάρτητο πλέον κράτος, βρισκόταν σε μια άθλια κατάσταση, με τους πλέον δυσμενείς οιωνούς για την αποκατάσταση της τάξης, για την οποία ήδη είχε αναλάβει δυναμικά το σώμα των 5.000 Βαυαρών στρατιωτών που συνόδευε τον νέο βασιλιά.

H Χωροφυλακή ιδρύθηκε με Βασιλικό Διάταγμα την 3η Ιουνίου 1833 «περί σχηματισμού της Χωροφυλακής» κατά την περίοδο της Αντιβασιλείας του βασιλιά Όθωνα. Το ιδρυτικό Βασιλικό Διάταγμα προέβλεπε, μεταξύ άλλων, πως η Χωροφυλακή συγκροτήθηκε για να διαφυλάττει την Ασφάλεια, να προλαμβάνει τη διατάραξη της Κοινής Ησυχίας, να εμποδίζει τις εγκληματικές ενέργειες, να προβαίνει στην ανακάλυψη και στη σύλληψη των κακοποιών.

Επίσης, ορίστηκε πως η Χωροφυλακή όφειλε να μεριμνά για την τήρηση των νόμων σε όλη την εθνική επικράτεια, όπως και εντός των στρατιωτικών μονάδων και του στρατιωτικού προσωπικού, εκτελώντας και στρατονομικά καθήκοντα.

Πρόδρομοι της Χωροφυλακής ήταν η Πολιταρχία που ιδρύθηκε στο Ναύπλιο το 1828, η οποία είχε καθήκοντα κυρίως εκτελεστικής δύναμης και η Εκτελεστική Δύναμη Πελοποννήσου, μία Πεντακοσιαρχία που είχε διαιρεθεί σε διάφορα τμήματα της Πελοποννήσου που λάμβαναν της ονομασία του τόπου εγκατάστασής τους. Επικεφαλής της δύναμης αυτής ήταν ο Ιωάννης Μακρυγιάννης και αποστολή είχε την εμπέδωση της δημόσιας ασφάλειας, επιδεικνύοντας θετική δράση στην καταπολέμηση της ληστείας.

ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ

Στις 29 Ιανουαρίου 1829 ο Ιωάννης Καποδίστριας με ψήφισμά του δημοσίευσε τον «Κανονισμό της αστυνομίας και καθηκόντων αυτής». Τα καθήκοντα αυτά ήταν κυρίως ο έλεγχος κίνησης αλλοδαπών και κατοίκων άλλων επαρχιών, ο έλεγχος – παρακολούθηση και καταστολή συνωμοσιών, ο έλεγχος οπλοφορίας, ο έλεγχος επαιτών, λεσχών και καφενείων, ο έλεγχος οικοδομών, η φρούρηση φυλακών, η εκτέλεση διοικητικών και δικαστικών αποφάσεων και η άσκηση δικαστικής αστυνομίας.

Οι Πολιταρχίες αυτές φαίνεται να λειτούργησαν για τη δημόσια ασφάλεια με επιτυχία, όχι όμως και μεταξύ τους από τις συνεχείς φιλονικίες και έριδες. Έτσι, με τη δολοφονία του Καποδίστρια ακολούθησε αφ’ ενός μεν μια κοινωνική ασυδοσία όπου το «κατ’ εντολήν τότε κράτος» οδηγήθηκε σε αναρχία με πλήρη αδυναμία παροχής στοιχειώδους προστασίας του λαού από ληστές και λοιμούς και αφετέρου ένας αλληλοσπαραγμός των καπεταναίων των σωμάτων αυτών που δεν είχε προηγούμενο μέχρι την άφιξη του Όθωνα.

Στις 12 Ιουνίου 1833, δηλαδή μόλις 9 ημέρες μετά την έκδοση του σχετικού διατάγματος που περιείχε 34 άρθρα, συγκροτήθηκε το Σώμα Χωροφυλακής από επίλεκτους άνδρες των προηγουμένων Πολιταρχιών, διαρθρούμενο από έναν αρχηγό, 10 μοιράρχους, 24 υπομοιράρχους, 1 «καταλυματία» (αντίστοιχος βαθμός, περίπου, του σημερινού ανθυπασπιστού), 103 ενωμοτάρχες, 120 έφιππους χωροφύλακες και 800 πεζούς χωροφύλακες, συνολικής δύναμης 1059 ανδρών.

Πρώτος αρχηγός του νεοσύστατου αυτού σώματος ανέλαβε ο Γάλλος φιλέλληνας συνταγματάρχης Φραγκίσκος Γκραγιάρ που ήταν ήδη διορισμένος από τον Φεβρουάριο του 1833 αρχηγός του στρατιωτικού οίκου του βασιλιά Όθωνα.

Θα μπορούσε να πει κανείς ότι οι Βαυαροί έκρυβαν πίσω από την ίδρυση του Σώματος της Χωροφυλακής τον πραγματικό τους στόχο, που ήταν η αντιμετώπιση των αντιμοναρχικών διαδηλώσεων οι οποίες γίνονταν από φοιτητές κυρίως στην πρωτεύουσα.

Είχαμε λοιπόν τους Αστυνόμους (Μοιράρχους) και τους Αστυνομικούς Κλητήρες (Χωροφύλακες), όπως τους έλεγαν οι οποίοι ήταν φουστανελοφόροι, ενώ οι δεύτεροι κρατούσαν ρόπαλα, βαμμένα με τα εθνικά χρώματα και με την επιγραφή «Ισχύς του νόμου».

Διαβάστε επίσης: Αγχόνη και κοκορέτσι για τους καταχραστές του Δημοσίου

«Επειδή όμως η αρχή “πάσσαλος πασσάλω εκκρούεται” είναι παλαιοτάτη [.], και οι πολίται ωπλίσθησαν κατ’ απομίμησιν (των αστυνομικών ροπάλων) με οζώδεις (= με ρόζους) μαγκούρας. Η μαγκούρα χωρίς να φέρη καμμίαν διακριτικήν επιγραφήν αντετάσσετο εις το αστυνομικόν ρόπαλον και τότε ηδύναντο να μαρτυρήσουν αι κεφαλαί των αστυνομικών κλητήρων κατά τινα τρόπον οι συνταγματικοί πολίται υπεστήριζον τα δικαιώματά των» (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 10ης Αυγούστου 1925).

Για το λόγο αυτό στα τέλη της δεκαετίας του 1860 ή στις αρχές της δεκαετίας του 1870 η Διοικητική Αστυνομία αναδιοργανώθηκε, για να γίνει πιο αποτελεσματική στην επιτέλεση του έργου της. Ο μεταρρυθμιστής της ήταν ο Αστυνομικός Διευθυντής Δημοσθένης Βρατσάνος. Αυτός καθιέρωσε την ερυθρά στολή των αστυνομικών οργάνων και έδωσε έτσι «ευρωπαϊκή» μορφή στο Αστυνομικό Σώμα.

Αλλά, επειδή «το ράσο δεν κάνει τον παπά», η ερυθρά στολή δεν μετέβαλε πολύ τα ήθη της Αστυνομίας. «Ούτω το κρέμασμα με την κεφαλήν προς τα κάτω, η τοποθέτησις ζεστών αυγών υπό τας μασχάλας, η βάσανος της δίψης και το μπερντάχι, ως εκαλείτο ο βουρδουλισμός, ήσαν εν κοινή χρήσει εις τα κρατητήρια.

Ο Τύπος φυσικά διεμαρτύρετο• αι συνεδριάσεις της Βουλής κατηναλίσκοντο προς διεκτραγώδησιν των αστυνομικών υπερβασιών, αλλά ταύτα πάντα είχον θεωρητικήν σημασίαν και εχρησίμευον μόνον προς ρητορικήν άσκησιν των νεαρών πολιτευομένων. Συνήθειαι πολυχρόνιοι δεν ηδύναντο να μεταβληθώσιν ως εκ μαγείας διά της αλλαγής μόνον της στολής» (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, φύλλο της 10ης Αυγούστου 1925).

Το περίεργο είναι ότι ενώ σε άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, μετά τη Γαλλική Επανάσταση, η επιβολή της νομιμότητας και της Τάξης είχε μεγάλη απήχηση, στην Ελλάδα αντιμετώπιζαν αδικαιολόγητα τους αστυνομικούς με καχυποψία. Αδικαιολόγητα, διότι υπό το παλαιό καθεστώς, οι άνθρωποι μιλούσαν λίγο για νόμους αφού η υποταγή στη θέληση του βασιλιά και της ακολουθίας του ήταν υποχρεωτική επί ποινή απαγχονισμού ή φυλάκισης. Τελικά ο λαός την αποδέχτηκε σαν μία βελτίωση σε σχέση με την αυθαίρετη εξουσία και βία του παρελθόντος.

ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ

Ο Λουκούμης

Στα ρόπαλα λοιπόν αυτά των αστυνομικών, στηριζόταν εν πολλοίς η εφαρμογή των νόμων. Όσοι πολίτες τους παρέβαιναν «γνώριζαν» για τα καλά την υλική δύναμη του Κράτους.

Στις αρχές της δεκαετίας του 1880 (το γνωρίζουμε από ένα σατιρικό ποίημα του Σουρή χρονολογούμενο από το 1883) ανέλαβε αστυνομικός διευθυντής ο Κοσσονάκος. Επί των ημερών του η Αστυνομία άρχισε να χρησιμοποιεί ένα νέο «όπλο»: τον «Λουκούμη». Ήταν ένας ρωμαλέος σκύλος που ανήκε στον αστυνόμο Κωνσταντίνο Αλεξανδρόπουλο.

Ακολουθώντας το αφεντικό του ο «Λουκούμης» ξημεροβραδιαζόταν στο κτίριο της Αστυνομικής Διεύθυνσης, κοντά στην πλατεία Κλαυθμώνος. Έτσι εξοικειώθηκε μαζί τους και σταδιακά έγινε απαραίτητο όργανό τους.

Όταν αυτοί καταδίωκαν λωποδύτες, χαρτοπαίχτες ή άλλα κακοποιά στοιχεία, ηγείτο της καταδίωξης ο «Λουκούμης». Τους δάγκωνε, τους ξέσκιζε τα ρούχα και τους ακινητοποιούσε. Έτσι «κατήντησεν ο επικινδυνωδέστερος ανιχνευτής των ατάκτων στοιχείων της πόλεως. Οι αστυνομικοί κλητήρες τον εσυνήθισαν να πηδά και να αρπάζη τις σταχτιές ρεπούμπλικες από τας κεφαλάς των οδηγουμένων εις το Τμήμα χαρτοπαικτών και των τραμπούκων εκείνων, οίτινες χωρίς να είναι χαρτοπαίκται έφερον επίσης σταχτιές ρεπούμπλικες αλλά με πένθος(= με μαύρη κορδέλα στη βάση της ρεπούμπλικας).

Ακόμη τον είχαν διδάξει να συλλαμβάνη από το αυτί περιπλανωμένους γαϊδάρους ή κατσίκες και να τους οδηγή εις το αστυνομικόν τμήμα, να επιπίπτη δε κατά των κανταδόρων, όταν διετάρασσαν τον νυκτερινόν ύπνον αγαθών γονέων ερωτευμένων θυγατέρων. Υπερέβαινε την σφαίραν των καθηκόντων του, διότι εις τον βούρδουλαν των κλητήρων προσέθετε και αυτός τα δόντια του, άνευ απολύτου ανάγκης» (εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ, ό. π.).

Όλα αυτά είχαν κάνει τον «Λουκούμη» διάσημο. Απασχόλησε δύο συνεδριάσεις της Βουλής των Ελλήνων, πρωταγωνίστησε στην καθημερινότητα της εποχής του, έγινε πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες και περιοδικά, στίχοι γράφτηκαν για χάρη του και έφυγε από τη ζωή χωρίς να βιογραφηθεί όπως του άξιζε. Οι εφημερίδες της εποχής γέμιζαν από εξιστορήσεις των κατορθωμάτων του.

Πώς έφτασε όμως ένα συμπαθές τετράποδο να ενταχθεί στη δύναμη του Β’ Αστυνομικού Τμήματος των Αθηνών, το οποίο στεγαζόταν στην πλατεία Κλαυθμώνος και να προκαλέσει συζήτηση σε επίπεδο πολιτικών αρχηγών στη Βουλή;

Η ιστορία του Λουκούμη είναι πραγματική και συγκινητική. Δεν προοριζόταν βεβαίως για αστυνομικά καθήκοντα. Τριγυρνούσε αδέσποτος κάνοντας αιφνιδιαστικές εφόδους στα χασάπικα της Πλάκας αρπάζοντας κόκαλα και τα υπόλοιπα από τα σφάγια. Αλλά οι χασάπηδες της εποχής δεν ενστερνίζονταν την πείνα του Λουκούμη, ακόμη δε περισσότερο δεν υιοθετούσαν τις μεθόδους του.

Οπότε ένας χασάπης της οδού Αδριανού τού έκοψε για τιμωρία τα δυο αυτιά του. Δράστης ο περίφημος Μανιτόμπας, χασάπης με σμιχτό φρύδι και μεγάλη κρεατοελιά στο μάγουλο.

Ο Λουκούμης δεν έχασε το ηθικό του. Έχασε όμως σε λίγο καιρό και άλλο μέλος του σώματός του. Πέραν των άλλων αναμίχθηκε και στις πολιτικές εξελίξεις της εποχής του. Στις δημοτικές εκλογές του 1887, ο Τιμολέων Φιλήμων εκλέχθηκε δήμαρχος Αθηναίων. Κάποιοι φανατικοί οπαδοί του θέλησαν να διακωμωδήσουν τον αντίπαλό του και πρώην δήμαρχο Παναγή Κυριακό.

Έπιασαν τρεις αδέσποτους σκύλους και έδεσαν τενεκέδες στην ουρά τους. Ένας από τους τρεις τενεκεδοφόρους ήταν και ο Λουκούμης, ο οποίος έτρεχε στα σοκάκια της Πλάκας σέρνοντας πίσω του το αλληγορικό λάβαρο της εκλογικής πανωλεθρίας του Π. Κυριακού και κάνοντας δαιμονισμένο θόρυβο.

Ένας αστυνομικός κλητήρας που παρακολουθούσε τη σκηνή, τον λυπήθηκε. Τράβηξε λοιπόν το ξίφος του για να κόψει το σπάγκο, αλλά αστόχησε αφαιρώντας και τη μισή ουρά του σκύλου! Ο κλητήρας μάζεψε τον τραυματία και τον οδήγησε στο αστυνομικό τμήμα, όπου το ακρωτηριασμένο τετράποδο προσείλκυσε τη συμπάθεια του αστυνόμου και μετέπειτα νομάρχη Κωνσταντίνου Αλεξανδρόπουλου.

Αυτό ήταν. Περίθαλψη, δωρεάν σίτιση και στέγαση γρήγορα μετέβαλαν τον Λουκούμη σε σκύλο του νόμου. Ως άλλος γενίτσαρος κυριεύτηκε από μία ακατανίκητη αντιπάθεια για τον υπόκοσμο, έγινε ο φόβος και ο τρόμος των κακοποιών και εξελίχθηκε σε έναν πρώτης τάξεως αστυνομικό σκύλο.

Απέκτησε ένστικτο να διακρίνει τα πρόσωπα εκείνα που είχαν αποκτήσει δοσοληψίες με την Αστυνομία. Ο Θ. Βελλιανίτης πιστοποιούσε, πολλά χρόνια αργότερα, πως ο Λουκούμης αναγνώριζε τους λωποδύτες, τους παραβάτες του νόμου περί φορολογίας του καπνού και τους χαρτοπαίκτες.

ΧΩΡΟΦΥΛΑΚΗ

Όσοι γλίτωναν από τους αστυνόμους, καταδιώκονταν από τον Λουκούμη. «Κατήντησεν ο επικινδυνωδέστερος ανιχνευτής των ατάκτων στοιχείων της πόλεως», προσελκύοντας έτσι και το μίσος τους. Τους κακομεταχειριζόταν, τους δάγκωνε και τους έσχιζε τα ρούχα.
Εάν είχε κάποια αγαθά ένστικτα, του τα διέφθειραν οι αστυνομικοί κλητήρες που τον συνήθισαν να αρπάζει τις σταχτιές ρεπούμπλικες από τα κεφάλια των χαρτοπαικτών και των τραμπούκων που οδηγούνταν στο Τμήμα. Αλλά δεν άφηνε ήσυχους και τους κανταδόρους που ξεσήκωναν τις γειτονιές με τις φωνές τους. Στον βούρδουλα των κλητήρων προσέθετε ο Λουκούμης τα δόντια του.

Όλα αυτά τον έκαναν πασίγνωστο και συχνά πυκνά οι εφημερίδες ασχολούνταν με την προσωπικότητά του. Πάντως, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, που φαίνεται πως νεότατος είχε γνωρίσει τα καμώματα του Λουκούμη, πιστοποιούσε πως ήταν ρέμπελος και πλιατσικολόγος και πως παραβίαζε τον νόμο περισσότερο από τους κακοποιούς!

Καταγγελίες στη Βουλή

Δεν άργησε όμως να έρθει και η πρώτη σοβαρή καταγγελία. Κάποιος κομματάρχης ονόματι Ταμπακόπουλος επισκέφτηκε τον Θεόδωρο Δηλιγιάννη για να του καταγγείλει πως είχε δεχτεί επίθεση από μπράβους του Τρικούπη. Το επεισόδιο συνέβη σε καφενείο, απ’ όπου ο Ταμπακόπουλος οδηγήθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα της πλατείας Κλαυθμώνος.

Αφού δάρθηκε άγρια, σύμφωνα με την καταγγελία του, παραδόθηκε στον Λουκούμη για τα περαιτέρω. Έδειχνε δε τα οδυνηρά και βαθύτατα αποτυπώματα οδόντων που είχε στα οπίσθιά του.

Αργότερα αποδείχθηκε πως ο Ταμπακόπουλος με την αρωγή δύο ακόμη ανδρών είχε κακοποιήσει ένα μπακαλόπαιδο. Στις φωνές του τελευταίου έτρεξαν οι αστυνομικοί κλητήρες συνοδευόμενοι από τον Λουκούμη, ο οποίος καταδίωξε και συνέλαβε τον δράστη χρησιμοποιώντας όχι και τόσο αβρό τρόπο.

Αλλά ο Δηλιγιάννης βρήκε ευκαιρία να αναστατώσει τη Βουλή με πολύκροτη επερώτηση που περιστρεφόταν γύρω από τη δράση του Λουκούμη. Δύο ημέρες συζητούσε η Βουλή για το τετράποδο. Ο Δηλιγιάννης εξαπέλυσε κεραυνούς. Κινδύνευε η προσωπική ασφάλεια των κομματικών φίλων του.

Αφού λοιπόν οι σκύλοι είχαν περιληφθεί στην αστυνομική επετηρίδα, αποτελούσαν κενές λέξεις οι συνταγματικές ελευθερίες! Τα σενάρια έδιναν και έπαιρναν στα καφενεία. Οι Δηλιγιαννικοί υποστήριζαν πως η κυβέρνηση Χαρ. Τρικούπη είχε καταστρώσει σχέδιο εξόντωσης των αντιπάλων της καλλιεργώντας ιδιαίτερη ράτσα αστυνομικών σκύλων.

Στην αίθουσα της Βουλής εξελίχθηκαν σκηνές απείρου κάλλους και ακούστηκαν διάφορα. Ο Αλ. Κουμουνδούρος ζητούσε να προσαχθεί ο κακοποιημένος Ταμπακόπουλος στη Βουλή, ώστε οι φιλοδηλιγιαννικοί βουλευτές να κατανοήσουν το μέγεθος του κακού. Άλλοι, από τα θεωρεία, φώναζαν να προσαχθεί και ο δράστης Λουκούμης, ενώ ο αρμόδιος για την Αστυνομία υπουργός Εσωτερικών Στέφανος Δραγούμης έσπευδε να χαριτολογήσει υπέρ του Λουκούμη.

Δύο ημέρες ο τετράποδος, που φερόταν πλέον ως σκύλος του αστυνόμου Αλεξανδρόπουλου, πρωταγωνιστούσε στις συζητήσεις της Βουλής, ενώ ο πανούργος Θεόδ. Δηλιγιάννης αναστάτωνε την αίθουσα με τις φωνές του: «Εάν εξακολουθήση η κατάστασις αυτή, θα τεθώμεν επί κεφαλής των πολιτών και θα κατέλθωμεν πάνοπλοι εις τα πεζοδρόμια»!

Σε δύο συνεχείς συνεδριάσεις, στις 26 και 28 Απριλίου 1890, απασχόλησε τους εθνοπατέρες ο περιβόητος Λουκούμης κατακτώντας έτσι την κορυφή της δόξας. Δεν ήταν δυνατόν βεβαίως το θέμα να ξεφύγει και από τις σατιρικές πένες της εποχής, με πρώτη και καλύτερη εκείνην του Δημήτριου Κόκκου που έσπευσε να υμνήσει το ένδοξο τετράποδο:

Ω ύπαρξις ευτυχισμένη,
ω χαϊδεμένο μας σκυλί,
που τόσος έτυχε να γένη
για σένα λόγος στη Βουλή.
Πως σύμμαχός των επεφάνης
πεσμένος απ’ τον ουρανό
και σ’ έχαψε ο Δεληγιάννης
ωσάν …λουκούμι Συριανό.

Τέτοιες φωνές μη σε φοβίζουν
Γαύγιζε! Γαύγιζε κι αυτοί
ωσάν και σένα δεν γαυγίζουνφ
σαν είν’ η πόρτα σφαλιστή;

Μα βρήκε και άλλον απρόσμενο υποστηρικτή ο Λουκούμης, τον δημοσιογράφο και εκδότη Ιωάννη Καμπούρογλου. Ο άνθρωπος που μισούσε τα σκυλιά και είχε παλαιότερα διεξαγάγει ολόκληρη σταυροφορία εναντίον τους, πρότεινε την καθιέρωση ειδικού μεταλλίου για αστυνομικούς σκύλους όπως ο Λουκούμης!

«Έπρεπε να εκφράσουν την χαρά των οι ομιλήσαντες εν τη Βουλή περί δήθεν κακοποιήσεως πολιτών υπό αστυνομικών σκύλων, διότι εγνωρίσθη το ευχάριστον, ότι ανετράφησαν και παρ’ ημίν κύνες τινές υπό της καταδιώξεως, αξιοθαύμαστοι εν τη υπηρεσία.

Τοιούτος δε είναι ο περίφημος σκύλος του αστυνόμου κ. Κ. Αλεξανδροπούλου, ο συκοφαντηθείς υπό της αντιπολιτεύσεως Λουκούμης. Τοιούτος σκύλος είναι άξιος βραβείου και όχι κακολογιών», έγραφε στην εφημερίδα του ο Ι. Καμπούρογλου.

Μάλιστα ο ίδιος μας πληροφορεί πως υπήρχε και άλλος σκύλος αστυνομικός, ο οποίος ονομαζόταν «Τούρκος» και είχε συλλάβει πολλούς λωποδύτες!

Όσο για το τέλος του Λουκούμη, τις πιο έγκυρες πληροφορίες έδωσε το αφεντικό του, ο Κ. Αλεξανδρόπουλος λέγοντας πως πέθανε σε βαθύτατο γήρας «χωρίς να λάβη σύνταξιν ούτε καν ευαρέσκειαν διά τας υπηρεσίας που προσέφερεν εις την αστυνομίαν»!

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις τελευταίες & σημαντικές ειδήσεις.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο YouTube για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Ακολουθήστε το newsbreak.gr στο κανάλι μας στο Viber για να είστε πάντα ενημερωμένοι.

Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, στο newsbreak.gr

Κάθε σχόλιο δημοσιεύεται αυτόματα. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δε σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να αφαιρέσουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το newsbreak.gr ουδεμία νομική ή άλλη ευθύνη φέρει.

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

εισάγετε το σχόλιό σας!
Πληκτρολογήστε το όνομα σας

Περισσότερα Βίντεο

Διαβάζονται τώρα

More Articles Like This