Το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών για το σύνολο του έργου του στην τελευταία πανηγυρική συνεδρίαση του ιδρύματος όπου απονεμήθηκαν οι τιμητικές διακρίσεις για το έτος 2024 αλλά και η εικονογράφηση του εξωφύλλου της αυτοβιογραφίας του, σταθερού του συνεργάτη επί δεκαετίες, Διονύση Σαββόπουλου, ήταν απλά κάποιες ακόμα αφορμές για να ζητήσουμε από τον εικαστικό Αλέξη Κυριτσόπουλο για αφηγηθεί στην ΕτΚ τη ζωή του και να μιλήσει για τους ανθρώπους που συνάντησε.
- Συνέντευξη στην Κατερίνα Λυμπεροπούλου
Ζητά θέση δίπλα στο παράθυρο στον πάνω όροφο της γκαλερί Σκουφά κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας. Πίνει αργά τον καφέ του καπνίζοντας διαρκώς καθώς στην κουβέντα παρελαύνουν εικόνες – το χαρακτηριστικό, εκρηκτικό χρωματικό του σύμπαν με πινελιές παιδικότητας που εικονογραφεί εξώφυλλα δίσκων, βιβλίων κι αφισών – αλλά και προσωπικότητες, όπως ο Χατζιδάκις, ο Φωτόπουλος, ο Ράμφος, ο Ξυδάκης, ο Βακαλόπουλος και βεβαίως ο «Νιόνιος», το καλύτερο πράγμα που έβγαλε η Μεταπολίτευση όπως λέει.
– Κύριε Κυριτσόπουλε, πώς υποδεχτήκατε την πρόσφατη τιμή της Ακαδημίας Αθηνών;
Ας πούμε το κλασσικό, με χαρά και τιμή. Από εκεί και πέρα αισθάνομαι μια εσωτερική ησυχία που η Ακαδημία αναγνωρίζει ότι υπάρχει ένα έργο το οποίο αξίζει τον κόπο να βραβευθεί. Η δουλειά μας αποτελεί προσωπική ευχαρίστηση κατά βάθος, είναι μοναχική και το ότι το αναγνωρίζει η κοινωνία είναι μια παρηγοριά. Κι η αίσθηση ότι δεν είσαι τόσο ιδιόρρυθμος όσο μπορεί να φαίνεται και αλεξιπτωτιστής.
– Ηταν κάτι που το περιμένατε, ή ήρθε ξαφνικά;
Όχι, δεν το περίμενα. Είχα κάνει πέρσι τέτοιο καιρό μια αναδρομική στην Πινακοθήκη του Δήμου Αθηναίων η οποία ήταν πολύ ευχάριστη, ήρθε πάρα πολύς κόσμος και μ’ άρεσε. Στη δουλειά μου άλλος ήξερε τα εξώφυλλα με το Σαββόπουλο, άλλος τα παραμύθια για παιδιά, άλλος τη ζωγραφική. Το να τα δεις όλα μαζί, έχει ένα ενδιαφέρον και μια πλάκα: Και τα εξώφυλλα του Ράμφου, και οι ζωγραφιές και οι εικόνες για τους Αχαρνής και τα παιδικά και τα μεγαλίστικα. Η ποικιλία της δουλειάς μου «μαζεύτηκε» ως μια ενότητα προς τον κόσμο. Κι η τιμή ήρθε κάπως να «κουμπώσει» με αυτό.
– Ζωγράφος, εικονογράφος εξωφύλλων δίσκων, βιβλίων και αφισών, σκηνογράφος, συγγραφέας παιδικών βιβλίων. Πώς «συμφιλιώνονται» όλες αυτές οι ιδιότητες;
Το ότι είμαι πολυδιάστατος δεν με ενόχλησε ποτέ. Ετσι μ’ αρέσει. Να κάνω βιβλία, να ζωγραφίζω. Όλα αυτά είμαι εγώ. Δεν είμαι «εξωφυλλάς». Τα έργα αυτά δεν είναι γραφίστικη δουλειά. Είναι μια τέχνη η οποία «πηγαινοέρχεται» όπως μ’ αρέσει να λέω. «Κάνει κούνια» ανάμεσα στις τέχνες.
– «Η ζωγραφική του Κυριτσόπουλου συνοδεύει κάποιες πολύ προσωπικές στιγμές μας: Την επαναληπτική ακρόαση αγαπημένων δίσκων του Διονύση Σαββόπουλου, του Μάνου Χατζιδάκι ή του Νίκου Ξυδάκη· τη σιωπηλή ανάγνωση ενός συναρπαστικού βιβλίου του Στέλιου Ράμφου ή του Χρήστου Βακαλόπουλου, στο σπίτι σου, στο σπίτι της ή σε μια απόμερη παραλία· τη φωναχτή ανάγνωση ενός παραμυθιού στο παιδί σου», αναφέρεται σε προλογικό σημείωμα του βιβλίου σας «Παράλληλα». Πιστεύετε ότι η ζωγραφική σας έχει εισέλθει στο DNA μας;
Αυτό δεν το ξέρω. Μου έχει τύχει να πουν: «Α, αυτός που έχει κάνει το εξώφυλλο του Σαββόπουλου». Αλλος να πει: «Ο συγγραφέας του “Παραμυθιού με τα χρώματα”» χωρίς να ξέρουν ότι έχω κάνει και τα δύο.
– Που βρίσκεται η καρδιά σας;
Αν μου ζητούσαν να διαλέξω, νομίζω θα διάλεγα τη ζωγραφική. Διότι όλα αυτά γίνονται επειδή ζωγραφίζω.
– Ζωγραφίζετε καθημερινά;
Ζωγραφίζω αλλά όχι καθημερινά. Ποτέ δεν ζωγράφιζα καθημερινά. Πάντα ζωγραφίζω, αλλά μπορεί να ζωγραφίσω μισή, μια ώρα. Πιο πολύ ώρα περνάω κοιτώντας αυτό που έχει κάνει παρά ζωγραφίζοντας. Δεν είμαι της λεπτομέρειας. Δεν είμαι καλός ζωγράφος διότι δεν μ’ αρέσει να λερώνομαι. Επίσης, δεν ξέρω και να μαγειρεύω. Πολλοί ζωγράφοι, όπως ο Αδαμάκης κι ο Λεβίδης υπήρξαν πολύ καλοί μάγειροι. Εμένα δεν μ’ αρέσει η … κουζίνα της ζωγραφικής που λένε.
– Εχετε ζωγραφίσει τα «Παράλογα». Τι κρατάτε περισσότερο από το Μάνο Χατζιδάκι και τη συνεργασία σας αυτή;
Εκανα κι άλλη μια συνεργασία μαζί του που κυκλοφόρησε από την ανεξάρτητη δισκογραφική εταιρεία του Φαληρέα. Τι να πω για τον Χατζιδάκι; Είναι ανάμεσα στους 5 – 6 ανθρώπους που θαυμάζω περισσότερο στον κόσμο. Η πλάκα είναι ότι δεν μου άρεσε αυτός ο δίσκος. Όταν θέλω να ακούσω Χατζιδάκι δεν ακούω αυτό. Τον είχα δει μερικές φορές στην ζωή μου και μια φορά στο Παρίσι θυμάμαι. Το «αεράκι του Επιταφίου» όπως το έγραψε στον πρόλογο από τη «οδό Ονείρων» του 1962 είναι σύνθημα της ζωής μου.
– Με το Διονύση Σαββόπουλο, με τον οποίο είστε συνεργάτες επί δεκαετίες, δουλέψατε μαζί του και τελευταία και εικονογραφώντας το εξώφυλλο της αυτοβιογραφίας του που πρόκειται να κυκλοφορήσει από τις εκδόσεις Πατάκη. Πως το συλλάβατε;
Η αυτοβιογραφία αυτή είναι εξαιρετική δουλειά. Μπορεί να είμαι κι ο πρώτος που τη διάβασα. Είχα μια ανησυχία πώς θα έβγαινε αλλά επειδή είναι πολύ πονηρός, δεν έγραψε, αφηγήθηκε. Ως εκ τούτου, το βιβλίο έχει όλη τη χάρη του προφορικού λόγου. Το εξώφυλλο απεικονίζει αυτό που είναι ο Διονύσης σήμερα. Ενας μεγάλος καλλιτέχνης μ’ ένα εξαιρετικό έργο. Λένε για τα έργα της Μεταπολίτευσης και τα 50 χρόνια που μεσολάβησαν μέχρι σήμερα. Γνώμη μου είναι ότι το καλύτερο πράγμα που έβγαλε η Μεταπολίτευση είναι ο Σαββόπουλος. Όχι επειδή τον αγαπάω. Ας πούμε, όταν δουλεύαμε μαζί κάνει κάτι και μου «την σπάει». Σε πέντε λεπτά ανεβαίνει στο πάλκο την ώρα της πρόβας και ξεχνάω τα πάντα. Μου «μιλάει» πάρα πολύ ο Διονύσης. Σαν να λέει αυτά που θέλω να πω εγώ. Οπότε τον ζωγράφισα να ατενίζει την Ανατολή του ηλίου και να «πατάει» πάνω σε ένα βουνό που είναι κάπως σαν το μνημείο του έργου Σαββόπουλου – ο τωρινός Σαββόπουλος «πατάει» πάνω σ αυτό που είναι ο Διονύσης. Με εμπνέει ο Σαββόπουλος. Αυτά που δεν μπορούσα μερικές φορές να κάνω στη ζωγραφική – δηλαδή μια τόλμη και μια δύναμη ζωής που έχει εκείνος – μου έβγαινε μ’ αυτά που έκανα μαζί του. Σαν να του έλεγα: «Μου το πήρες από το στόμα μου».
– «Έχει την διορατικότητα και την βαθιά σκέψη να ονοματίζει τα πιο βαθιά μου όνειρα και μυστικά», έχετε πει για τη συνεργασία σας στην εικονογράφηση βιβλίων του Στέλιου Ράμφου. Τόσο δυνατή επικοινωνία;
Με τον Στέλιο είμαστε φίλοι. Οπότε πολλά απ’ αυτά που λέει και γράφει μου τα έχει πει σε βόλτες. Αρα έχω μια οικειότητα με την προβληματική του την οποία ξέρω από το 1966. Ο Στέλιος Ράμφος είναι το προσωπικό μου Πανεπιστήμιο. Η σκέψη του φωτίζει πράγματα που θα έπρεπε να τα ξέρουν οι Ελληνες. Και θα πρέπει να γίνει ένα Πανεπιστήμιο για να παρακολουθήσουν την πορεία της σκέψης του την οποία θα πρέπει να τα έχουν ως εγχειρίδιο οι πολιτικοί και το υπουργείο Παιδείας.
– Σ’ αυτούς που λένε ότι ζούμε φτώχεια πνευματική και ότι δεν υπάρχουν παρεμβάσεις έργου και λόγου – ενός Θεοδωράκη, ενός Χατζιδάκι, ενός Τέτση – τι απαντάτε;
Ναι, υπάρχει πνευματική φτώχεια. Θα έπρεπε ανάμεσα στους διανοητές, τους καλλιτέχνες και τον κόσμο να υπάρχει μια ενδιάμεση περιοχή διαμεσολαβητών που θα μπορούσαν να είναι οι δημοσιογράφοι. Το σχολείο είναι να τραβάς τα μαλλιά σου. Είμαι υπερήφανος διότι αρνήθηκα να εικονογραφήσω ένα αναγνωστικό της Β’ Δημοτικού όταν με φώναξαν από το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο. Δεν μ’ άρεσε ένα ποίημα του Ρώτα κι άλλα έξι και τους πρότεινα να κάνουν αλλαγές. Δεν συμφώνησαν κι αρνήθηκα να συνεργαστώ.
– Δεν υπάρχει νομοτελειακά μια επόμενη γενιά καταρτισμένη που έρχεται πιστεύετε;
Τι θα πει το νομοτελειακά; Εμένα γι’ αυτό το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών μου έρχεται λίγο περίεργα. Δεν έχω ένα πτυχίο. Δεν πήγα στη Σχολή Καλών Τεχνών. Πήγα στο Παρίσι, δεν μου έκαναν τα σχολεία, δεν κάθισα ούτε εκεί. Θεωρώ τον εαυτό μου περιθωριακό με έναν τρόπο. Είμαι απ’ έξω από το σύστημα. Ξεκίνησα με τη Νομική την οποία παράτησα γρήγορα. Σαν να λέμε ότι δικαιώνεται ένας άνθρωπος έξω από το σύστημα. Μόλις πριν 13 χρόνια γράφτηκα στο Καλλιτεχνικό Επιμελητήριο. Ο μόνος που είχε δει ότι υπάρχει κάτι στα σκιτσάκια που έκανα από μικρός ήταν ο Διονύσης Φωτόπουλος. «Δεν είναι γελοιογραφία αυτό», είχε πει. «Δεν είναι Μητρόπουλος ή Κυριακόπουλος αλλά κάτι άλλο». Εκείνος όταν ήμασταν μικροί, το ’66, με πήγε στην Σχολή Καλών Τέχνων. Με δέχτηκε ο Μαυροείδης στον οποίο έδειξα κάποια σκίτσα και μου είπε να πάω στο εργαστήριό του. Πήγα τον Μάρτιο του 1967, έκατσα μια εβδομάδα, δεν κατάλαβα τι έκανα κι έφυγα.
– Τι είναι το χρώμα για εσάς;
Τι είναι οι νότες για το μουσικό; Τι είναι οι λέξεις για την ποίηση; Αυτό, τίποτα άλλο. Το ότι έχω πολύ χρώμα μέσα στο έργο μου θα πρέπει να είναι θέμα ψυχοσύνθεσης. Χρησιμοποιώ απλά, εύκολα χρώματα κατασκευαστικώς. Αλλά είναι πώς τα χρησιμοποιεί κανείς ώστε να γίνονται πιο φωτεινά.
– Στα 81 σας χρόνια, το παιδί που κρύβεται μέσα σας είναι πιο «ηχηρό» ή όχι;
Δεν πιστεύω ότι έχω παιδί μέσα μου. Το παιδί έχει την καλή του την ψυχούλα αλλά μπορεί να γίνει κακό και εγωιστικό. Πιστεύω ότι για να βρεις μια καθαρότητα, μια αλήθεια κι ένα νόημα στη ζωή και στα πράγματα πρέπει να κάνεις ψυχοπνευματική δουλειά. Να καταλάβεις γιατί έχει περισσότερη αξία ένα καινούργιο βιβλίο από ένα καινούργιο αυτοκίνητο; Η το να είμαι στο ελεύθερο επάγγελμα από το να «διοριστώ», το όνειρο των μισών Ελλήνων. Να μπει επίσης ένα θέμα ευγένειας. Ζούμε μια εποχή που δεν είναι μόνο πνευματικά φτωχή αλλά και αγενής. Αυτό θέλει άσκηση. Δεν υπάρχει και γενναιοδωρία. Εδώ θα φορολογηθούν τα πουρμπουάρ…
– Ποιο το μεγαλύτερο μάθημα που έχετε πάρει από την ενασχόλησή σας με την τέχνη;
Είναι η αναζήτηση της αλήθειας και του νοήματος στα πράγματα. Υπάρχουν πράγματα που είναι περιττά, εγωιστικά. Ζούμε μια εποχή δικαιωματική. Ολοι έχουμε δικαιώματα. Δικαίωμα χωρίς ευθύνη, όμως, οδηγεί σε αυθαιρεσία που δεν ξέρουμε που θα μας οδηγήσει ως ανθρωπότητα.
– Ποια θα είναι η επόμενή σας δουλειά;
Θα ετοιμάσω μια έκθεση στην γκαλερί Σκουφά. Ένα έργο βγάζει πάντα απορίες για το επόμενο. Νομίζω ότι έχω να πω πράγματα κι αισθάνομαι ότι ακόμα υπάρχει εξέλιξη σ’ αυτό που κάνω.
Πηγή: Εστία της Κυριακής