Σοκάρουν τα αποτελέσματα μιας από τις μεγαλύτερες μελέτες παρακολούθησης της πορείας εξάπλωσης του Covid-19, καθώς κατέδειξαν πως πάνω από 2.000.000 άνθρωποι στη Βρετανία μπορεί να υπέφεραν από μακρά περίοδο νόσησης από κορωνοϊό, εμφανίζοντας ένα ή περισσότερα συμπτώματα του ιού για χρονικό διάστημα τουλάχιστον 12 εβδομάδων.
Συγκεκριμένα, η μελέτη REACT-2, η οποία εκπονήθηκε από το Imperial College του Λονδίνου, αποκάλυψε ότι περισσότεροι από το ένα τρίτο των ανθρώπων που είχαν Covid-19 ανέφεραν συμπτώματα που διήρκεσαν τουλάχιστον 12 εβδομάδες, με έναν στους 10 να αναφέρει σοβαρά συμπτώματα που διήρκεσαν τόσο πολύ.
«Τα ευρήματά μας σκιαγραφούν πραγματικά μια ανησυχητική εικόνα των πιο μακροπρόθεσμων συνεπειών για την υγεία του Covid-19, η οποία πρέπει να ληφθεί υπόψη στη χάραξη πολιτικής και στον προγραμματισμό» δήλωσε ο Πολ Ελιοτ, ο διευθυντής του προγράμματος React στο Imperial College του Λονδίνου. Η υποστηριζόμενη από τη βρετανική κυβέρνηση μελέτη στηρίχθηκε σε στοιχεία που αναφέρθηκαν από τους ίδιους τους 508.707 ενηλίκους που μετείχαν σε αυτήν μεταξύ του Σεπτεμβρίου του 2020 και του Φεβρουαρίου του 2021.
Κόπωση
Τα συμπτώματα ήταν από κόπωση και μυαλγίες μέχρι δύσπνοια και πόνος στο στήθος, και οι ερευνητές σημείωσαν ότι η μελέτη μπορεί να υπερβάλλει όσον αφορά την επικράτηση της μακράς νόσου Covid-19, καθώς τέτοια συμπτώματα είναι κοινά και δεν σχετίζονται πάντα με αυτή. Τα πορίσματά της υπονοούν ότι μεγαλύτερης ηλικίας άνθρωποι ήταν πιο πιθανό να υποφέρουν από μακρά Covid-19, με την πιθανότητα να αυξάνει κατά 3,5% με κάθε δεκαετία ζωής.
Επίσης, υπήρχε υψηλότερη επικράτηση επίμονων συμπτωμάτων μεταξύ γυναικών, καπνιστών, υπέρβαρων, ανθρώπων που ζούσαν σε υποβαθμισμένες περιοχές ή είχαν εισαχθεί σε νοσοκομείο, αν και ήταν χαμηλότερη μεταξύ ανθρώπων ασιατικής καταγωγής. «Η μακρά Covid μπορεί να έχει έναν διαρκή και εξουθενωτικό αντίκτυπο στις ζωές αυτών που προσβλήθηκαν» δήλωσε ο υπουργός Υγείας της Βρετανίας Ματ Χάνκοκ και πρόσθεσε: «Μελέτες όπως αυτή μας βοηθούν να κατανοήσουμε πιο γρήγορα τον αντίκτυπο της συγκεκριμένης κατάστασης και χρησιμοποιούμε αυτά τα πορίσματα και λοιπές νέες έρευνες για να αναπτύξουμε υποστήριξη και θεραπείες».