Τα self tests πέφτουν έξω αρκετές φορές στον εντοπισμό του κορωνοϊού SARS-CoV-2, με αποτέλεσμα να δείχνουν λανθασμένα ότι κάποιος είναι υγιής, ενώ στην πραγματικότητα έχει κολλήσει τον κορωνοϊό, δήλωσε κορυφαίος μικροβιολόγος από την Ιταλία, ο οποίος ανέφερε και ποια είδη των rapid tests είναι πιο αποτελεσματικά.
Ο Pierangelo Clerici, πρόεδρος της Ενωσης Ιταλών Κλινικών Μικροβιολόγων και επικεφαλής της Ιταλικής Ομοσπονδίας Επιστημονικών Εργαστηριακών Εταιριών, μίλησε στην εφημερίδα «Corriere della Sera» για την αποτελεσματικότητα των διαγνωστικών τεστ εντοπισμού του κορωνοϊού που προκαλεί τη λοίμωξη Covid-19. Δήλωσε ότι ένα στα τέσσερα self tests δεν εντοπίζει με ακρίβεια «τη θετικότητα» στον ιό, με αποτέλεσμα να εμφανίζουν ως υγιείς το 25% των ανθρώπων που το έκαναν και είναι θετικοί στον κορωνοϊό.
Ο Ιταλός επιστήμονας πιστεύει ότι αυτό συμβαίνει διότι, όταν κάποιος κάνει μόνος του το τεστ ανίχνευσης του κορωνοϊού, είναι πιθανό να κάνει κάποιο λάθος κατά τη διαδικασία. Τα πιο συχνά λάθη είναι ότι δεν λαμβάνει αρκετό δείγμα από το εσωτερικό της μύτης του, προσπαθώντας να αποφύγει την ενόχληση που του προκαλεί η διαδικασία, ή δεν φροντίζει να καταλήξει όλη η ποσότητα του δείγματος στο ειδικό μπουκαλάκι με το υγρό που χρησιμοποιείται για το τεστ.
Στη συνέχεια ο Clerici επιβεβαίωσε ότι τα rapid tests είναι πιο αποτελεσματικά από τα self tests και εξήγησε ποιες κατηγορίες τους λειτουργούν καλύτερα. Ανέφερε ότι τα rapid tests πρώτης γενιάς που βασίζονται στην ανοσοχρωματογραφική μέθοδο δίνουν καλύτερα αποτελέσματα από τα self tests. Ακόμη πιο αποτελεσματικά είναι τα rapid tests δεύτερης γενιάς, τα οποία βασίζονται στην κλασική τεχνική του ανοσοφθορισμού.
Τα τελευταίας γενιάς rapid tests, που χρησιμοποιούν μία ακόμη πιο εξελιγμένη τεχνική ανοσοφθορισμού, έχουν τόσο πολύ υψηλή αποτελεσματικότητα στον εντοπισμό των θετικών στον κορωνοϊό, η οποία, σύμφωνα με τον Clerici, πλησιάζει τα επίπεδα του μοριακού τεστ. Ο ειδικός επισημαίνει ότι μέχρι τώρα τα μοριακά τεστ παραμένουν τα πιο αξιόπιστα για τον εντοπισμό του ιού.