Αυξημένο κίνδυνο εμφράγματος ή εγκεφαλικού έχουν όσοι βλέπουν την πίεσή τους να ανεβαίνει -αντί να πέφτει- όταν είναι όρθιοι, σύμφωνα με ιταλική μελέτη.
Τυπικά, η συστολική πίεση (γνωστή και ως «μεγάλη») πέφτει ελαφρά όταν κάποιος στέκεται όρθιος. Η νέα μελέτη δείχνει ότι, όταν συμβαίνει το αντίθετο, δηλαδή η πίεση ανεβαίνει, τότε αυτό αποτελεί παράγοντα αυξημένου καρδιαγγειακού κινδύνου.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής τον καθηγητή Ιατρικής Πάολο Παλατίνι του πανεπιστημίου της Πάντοβα, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό «Hypertension», μελέτησαν 1.207 ανθρώπους, από 18 έως 45 ετών, με υπέρταση, εκ των οποίων κανένας δεν έπαιρνε αντι-υπερτασικά φάρμακα, ενώ όλοι θεωρούνταν χαμηλού καρδιαγγειακού κινδύνου, με βάση τον τρόπο ζωής τους και το ιατρικό ιστορικό τους.
Η πίεση των συμμετεχόντων μετρήθηκε κατ’ επανάληψη τόσο σε ξαπλωτή ή καθιστή στάση όσο και σε όρθια. Στους περισσότερους η πίεση έπεφτε κατά μέσο όρο 3,8 mm Hg στην όρθια στάση, αλλά σε ορισμένους η πίεση ήταν αυξημένη κατά μέσο όρο 11,4 mm Hg όταν στέκονταν όρθιοι. Στη διάρκεια μιας περιόδου 17 ετών συνέβησαν 105 εμφράγματα, εγκεφαλικά και άλλα σοβαρά καρδιαγγειακά επεισόδια.
Η μελέτη κατέληξε στο συμπέρασμα ότι μία μεγάλη αύξηση στην αρτηριακή πίεση όταν κάποιος είναι όρθιος, σε σχέση με την καθιστή ή την ξαπλωτή στάση, συνιστά προγνωστικό δείκτη αυξημένου κινδύνου για έμφραγμα, εγκεφαλικό ή άλλο σοβαρό καρδιαγγειακό περιστατικό.
Η πιθανότητα τέτοιου επεισοδίου είναι σχεδόν διπλάσια στους ανθρώπους που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη αύξηση στην πίεσή τους ανάμεσα στην καθιστή και την όρθια στάση. «Τα ευρήματα της μελέτης επιβεβαίωσαν την αρχική υπόθεσή μας, ότι μία αισθητή αύξηση στην πίεση του αίματος από την ξαπλωτή ή καθιστή στάση στην όρθια μπορεί να είναι σημαντική ως πρόγνωση στους νεαρούς ενήλικες με υψηλή αρτηριακή πίεση. Μάλλον εκπλαγήκαμε που ακόμη και μία σχετικά μικρή αύξηση στην πίεση σε όρθια στάση, της τάξης των 6 έως 7 mm Hg, συνιστά προγνωστικό δείκτη για σοβαρά καρδιαγγειακά περιστατικά σε βάθος χρόνου» δήλωσε ο δρ Παλατίνι.