Τα γονίδια μπορεί να καθορίσουν σε κάποιον βαθμό αν μερικοί άνθρωποι, κυρίως οι άνδρες, μείνουν άτεκνοι. Ερευνητές διαπίστωσαν ότι γονιδιακές παραλλαγές στο DNA τούς δημιουργούν την προδιάθεση να μην κάνουν οικογένεια.
Σημειώνεται ότι το εν λόγω γενετικό υπόβαθρο δεν καθιστά στείρους τους ανθρώπους. Μειώνει όμως την πιθανότητα να θελήσουν να κάνουν παιδιά λόγω της εκδήλωσης διάφορων γνωστικών και συμπεριφορικών χαρακτηριστικών που μειώνουν την πιθανότητα εύρεσης συντρόφου με σκοπό την αναπαραγωγή. Οι ερευνητές του Ινστιτούτου Wellcome Sanger του Κέμπριτζ, με επικεφαλής τον δρα Μάθιου Χερλς, οι οποίοι έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», ανέλυσαν γενετικά δεδομένα για σχεδόν 341.000 ανθρώπους 39 έως 73 ετών.
Βρήκαν ότι οι παραλλαγές σε ορισμένα γονίδια που προδιαθέτουν σε ατεκνία είναι συχνότερες στους άνδρες από ό,τι στις γυναίκες. Επίσης οι άνθρωποι -συνήθως άνδρες- με αυτές τις μεταλλάξεις είναι πιθανότερο να έχουν χαμηλότερο μορφωτικό επίπεδο και μικρότερο εισόδημα. Ακόμη πάντως και για όσους έχουν το εν λόγω γενετικό «προφίλ» η πιθανότητα να κάνουν παιδί παραμένει περίπου 50-50.
Πάντως οι Βρετανοί επιστήμονες που διεξήγαγαν την έρευνα επισήμαναν ότι ο γενετικός παράγοντας εξηγεί μόνο ένα πολύ μικρό ποσοστό (περίπου 1%) της ατεκνίας, καθώς άλλοι παράγοντες, όπως κοινωνικοί, οικονομικοί, δημογραφικοί, ψυχολογικοί και προσωπικές επιλογές, παίζουν σημαντικότερο ρόλο.