Οι ακραίες εξωτερικές θερμοκρασίες -όλο και πιο συχνές λόγω της κλιματικής αλλαγής- είναι γνωστό ότι επιδεινώνουν τα χρόνια νοσήματα όπως καρδιαγγειακές, αναπνευστικές και εγκεφαλικές παθήσεις. Τώρα, μια μελέτη με σχεδόν 3 εκατομμύρια γεωγραφικά διαφορετικούς ασθενείς προσθέτει και τον διαβήτη τύπου 2 στη λίστα των επηρεαζόμενων νόσων.
Η θερμορυθμιστική απόκριση συχνά διαταράσσεται σε ενήλικες μεγαλύτερης ηλικίας με διαβήτη, καθιστώντας τους ευάλωτους στην υπερβολική ζέστη ή το κρύο.
Δεν έχουν γίνει πολλές μελέτες για τη σχέση μεταξύ ακραίων θερμοκρασιών και Σακχαρώδη Διαβήτη. Κυρίως έχει μελετηθεί η επίδραση των υψηλών θερμοκρασιών, όπως π.χ. το τι συμβαίνει τους καλοκαιρινούς μήνες, σε διαβητικούς.
«Τόσο ο ζεστός όσο και ο κρύος καιρός καθιστούν δύσκολη τη διατήρηση μιας σχετικά σταθερής τιμής γλυκόζης στο αίμα και αυξάνουν τις καρδιαγγειακές επιπλοκές», αναφέρει ο κ. Αντώνιος Π. Λέπουρας Ειδικός Παθολόγος – Διαβητολόγος, Διευθυντής Παθολογικής – Διαβητολογικής Κλινικής και Διαβητολογικού Κέντρου Metropolitan General και συνεχίζει: «Η υπερβολική ζέστη επιδρώντας αρνητικά στα αιμοφόρα αγγεία και το νευρικό σύστημα, θέτει τους ανθρώπους σε κίνδυνο για μειωμένη ενδοκάρδια παροχή αίματος και αρρυθμία. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι, ο διαβήτης βλάπτει την θερμορυθμιστική ικανότητα του σώματος να διαχέει την υπερβολική θερμότητα μέσω της εφίδρωσης, οδηγώντας σε υπερθέρμανση. Αυτό πιθανότατα οφείλεται και στην αφυδάτωση που προκαλείται, αλλά θα μπορεί επίσης να σχετίζεται και με διεσταλμένα αιμοφόρα αγγεία στο δέρμα, που μειώνουν τη ροή του αίματος στην καρδιά.
Το κρύο με τη σειρά του είναι από μόνο του στρεσογόνος παράγοντας για την καρδιά, που επιβάλει την αύξηση της παροχής αίματος ώστε να αυξήσει καύσεις για να επιτύχει θερμορύθμιση, αποτελώντας ένα έντονο τεστ κοπώσεως και αυξάνοντας τους κινδύνους επιπλοκών για τη “διαβητική” καρδιά. Ένα άλλο πρόβλημα για τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 που εξαρτώνται από την ινσουλίνη είναι ότι η αυξημένη ροή αίματος που προκύπτει από την ξηρή ανταλλαγή θερμότητας με το περιβάλλον, προκαλεί την ταχύτερη κατανομή της ινσουλίνης σε όλο το σώμα, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο υπογλυκαιμίας. Επιπλέον, η ζέστη συχνά μειώνει την όρεξη, η οποία μπορεί επίσης να οδηγήσει σε χαμηλό σάκχαρο στο αίμα. Αντίθετα το υπερβολικό κρύο μειώνοντας την αιματική κυκλοφορία μπορεί να οδηγήσει σε υπεργλυκαιμία με ακολουθούμενη απορρύθμιση του διαβήτη» προσθέτει.
Τι συμβαίνει με τις υψηλές θερμοκρασίες;
Τα άτομα με διαβήτη αντιδρούν πιο αργά και πιο αδύναμα στη θερμότητα από εκείνα με υγιή μεταβολισμό. «Αυτό συμβαίνει επειδή η φυσιολογική τους ικανότητα να προσαρμόζονται στη θερμότητα μπορεί να μειωθεί και να λειτουργήσει με περιορισμένο τρόπο. Ο λόγος για αυτό είναι η μειωμένη δραστηριότητα των οδών του συμπαθητικού συστήματος που είναι υπεύθυνες για τη ρύθμιση των ιδρωτοποιών αδένων και των αιμοφόρων αγγείων, με αποτέλεσμα την καθυστερημένη απορρόφηση της ινσουλίνης οδηγώντας σε παράδοξα αυξημένες τιμές γλυκόζης στο αίμα.
Το κύριο αίτιο είναι η εξασθένηση της ανταλλαγής θερμότητας μέσω της εφίδρωσης και η ξηρή ανταλλαγή θερμότητας μέσω του δέρματος, η οποία διαχέει τη θερμότητα μέσω της διαστολής των αιμοφόρων αγγείων στην περιφέρεια.
Η βλάβη των περιφερικών νεύρων (περιφερική νευροπάθεια) αλλά και η σοβαρή παχυσαρκία μειώνουν περαιτέρω την ικανότητα προσαρμογής στη θερμότητα αλλά και στο ψύχος. Η παχυσαρκία επηρεάζει αρνητικά την ικανότητα του σώματος να διαχέει τη θερμότητα επειδή η επιφάνεια του σώματος έχει γίνει μικρότερη σε σχέση με το σωματικό βάρος. Επίσης, η διάχυση θερμότητας μέσω του λιπώδους ιστού είναι πιο αργή από ότι μέσω του μυϊκού ιστού. Παράλληλα στη ζέστη σε αντίθεση με το κρύο, αυξάνεται η παροχή αίματος στην περιφέρεια επιταχύνοντας την ταχύτητα απορρόφησης της ινσουλίνης, αυξάνοντας έτσι επιπλέον τον κίνδυνο υπογλυκαιμίας.
Επιπροσθέτως, το θερμικό στρες μπορεί να μειώσει τη ροή του αίματος στο ήπαρ και ως εκ τούτου να επιβραδύνει την ικανότητα του ήπατος να μετατρέπει ορισμένα φάρμακα από την ενεργή σε ανενεργή μορφή τους. Η δράση ενός ισχυρού υπογλυκαιμικού φαρμάκου στον οργανισμό, όπως η ινσουλίνη, θα μπορούσε να οδηγήσει σε ισχυρότερα από τα προβλεπόμενα αποτελέσματα στις τιμές της γλυκόζης (υπογλυκαιμία)» τονίζει ο ειδικός.
Τι γίνεται με το κρύο;
«Ο κρύος καιρός μπορεί να είναι εξίσου κακός με τη ζέστη για ορισμένα αποτελέσματα διαβήτη. Επιδημιολογικές μελέτες σε άτομα με διαβήτη τύπου 2 έδειξαν φτωχότερο έλεγχο της γλυκόζης (δηλαδή υψηλότερα επίπεδα γλυκόζης) κατά τους χειμερινούς μήνες. Εκτός από αυτήν καθαυτή την επίδραση του κρύου στη μεταβολική και θερμορυθμιστική ικανότητα του σώματος των ατόμων με διαβήτη, μερικές άλλες αιτίες μπορεί να είναι οι αλλαγές στη σωματική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια του χειμώνα, οι διατροφικές συνήθειες, η κατανάλωση υγρών, η ικανότητα αναζήτησης ιατρικής περίθαλψης και οι ψυχοκοινωνικοί στρεσογόνοι παράγοντες.
Το κρύο προκαλώντας αγγειοσύσπαση στα περιφερικά αγγεία, μειώνει την απορρόφηση και ως εκ τούτου τη δραστικότητα της ινσουλίνης, οδηγώντας σε ανεξήγητη αύξηση της γλυκόζης με απορρύθμιση του διαβήτη, αυξάνοντας τον κίνδυνο επιπλοκών» επισημαίνει ο κ. Λεπουρας.
Ακραίες καιρικές θερμοκρασίες και οι μελέτες για τα άτομα με Διαβήτη
Μια πιλοτική έρευνα, που διεξήχθη από το Penn και τους συνεργάτες, του Penn’s Perelman School of Medicine, υποδηλώνει ότι οι πολύ υψηλές ή χαμηλές εξωτερικές θερμοκρασίες αυξάνουν την εμφάνιση τριών δυνητικά απειλητικών για τη ζωή καταστάσεων για τους ανθρώπους με διαβήτη τύπου 2, όπως: σοβαρή υπογλυκαιμία (χαμηλό σάκχαρο αίματος), διαβητική κετοξέωση (υπερβολικά όξινο αίμα) και αιφνίδια καρδιακή ανακοπή/κοιλιακή αρρυθμία (απότομη απώλεια της καρδιακής λειτουργίας/πολύ γρήγορος καρδιακός ρυθμός).
Η μελέτη τους, «Κλιματική αλλαγή και ακραία θερμοκρασία περιβάλλοντος: Συσχέτιση με σοβαρή υπογλυκαιμία, διαβητική κετοξέωση και αιφνίδια καρδιακή ανακοπή/κοιλιακή αρρυθμία σε άτομα με διαβήτη τύπου 2», εμφανίζεται στο Diabetes Care Ιανουάριος 2024.
Το συμπέρασμα της μελέτης είναι ότι, ο διαβήτης τύπου 2 είναι πιο δύσκολο να ρυθμισθεί σε ακραίες θερμοκρασίες. Η ομάδα διαπίστωσε ότι κατά τη διάρκεια περίπου δύο ετών, τα άτομα της μελέτης παρουσίασαν υψηλότερα ποσοστά υπογλυκαιμίας και ξαφνικής καρδιακής ανακοπής τόσο σε υψηλές (πάνω από 100 F/37.7 C) όσο και σε χαμηλές θερμοκρασίες (κάτω από 10 F/12.2 C) από ότι κατά τη διάρκεια πιο ήπιου καιρού. Με τη διαβητική κετοξέωση, η συχνότητα εμφάνισης αυξήθηκε όταν έπεφταν οι θερμοκρασίες, αλλά όχι όταν ανέβαιναν.
Σε μια άλλη μελέτη που διεξήχθη από τον Aayush Visaria, Τμήμα Ιατρικής, Ιατρική Σχολή Rutgers Robert Wood Johnson, New Brunswick, New Jersey, και συνεργάτες η οποία δημοσιεύτηκε διαδικτυακά στις 7 Δεκεμβρίου 2023 Diabetes Care, οι ερευνητές αξιολόγησαν τη συσχέτιση μεταξύ της θερμότητας του περιβάλλοντος και του κινδύνου για υπογλυκαιμία σε περίπου 2 εκατομμύρια και περίπου 283.000 ασθενείς ηλικίας 65-100 ετών με διαβήτη από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ταϊβάν, αντίστοιχα, που λάμβαναν ινσουλίνη:
- Ως σοβαρό υπογλυκαιμικό συμβάν ορίστηκε η επίσκεψη στο τμήμα επειγόντων περιστατικών ή μια απρογραμμάτιστη εισαγωγή σε νοσοκομείο για υπογλυκαιμία από την 1η Ιουνίου έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2023
- Η χρήση φαρμάκων προσδιορίστηκε με τουλάχιστον μία συνταγογραφούμενη (σύστημα Medicaire), χορήγηση ινσουλίνης εντός 90 ημερών από το συμβάν του δείκτη
- Ο μέσος δείκτης θερμότητας (HI), ένας συνδυασμός θερμοκρασίας περιβάλλοντος και έκθεσης σε υγρασία, υπολογίστηκε με ταχυδρομικό κώδικα και ομαδοποιήθηκε σε εκατοστημόρια: ≥ 99η, 95-98η, 85-94η, 76-84η, 25-74η και < 25η
- Μεταξύ των χρηστών ινσουλίνης συνολικά, 32.461 και 10.162 ηλικιωμένοι από τις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ταϊβάν, αντίστοιχα, παρουσίασαν υπογλυκαιμικό επεισόδιο
- Ο κίνδυνος για ένα σοβαρό υπογλυκαιμικό επεισόδιο ήταν περίπου 40% υψηλότερος μεταξύ των χρηστών ινσουλίνης όσο πιο υψηλή ήταν η θερμοκρασία και η υγρασία στο περιβάλλον, (≥ 99η)
- Αντίθετα, τις ημέρες με χαμηλό HI (< 25ο εκατοστημόριο), ο κίνδυνος για υπογλυκαιμία μεταξύ των χρηστών ινσουλίνης μειώθηκε
- Δεν παρατηρήθηκαν ουσιαστικές διαφορές στον κίνδυνο για υπογλυκαιμικά συμβάντα και HI ανά κλιματική περιοχή σε καμία από τις χώρες, όπως μεταξύ των βορειοανατολικών και νοτιοδυτικών ΗΠΑ.
Στην πράξη: Τα άτομα με διαβήτη τύπου 2 που θεραπεύονται ανεπαρκώς, σε υψηλές ακραίες θερμοκρασίες, μπορεί να απορρυθμιστούν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα, γεγονός που αυξάνει τον κίνδυνο μαζί με το περιβαλλοντικό στρες να προκληθούν οξείες επιπλοκές. Επίσης, συνοδά δευτερογενή νοσήματα, όπως η υψηλή αρτηριακή πίεση και τα καρδιαγγειακά νοσήματα, μπορεί να επιδεινωθούν σε υψηλές ή χαμηλές θερμοκρασίες. Ο κίνδυνος για καρδιακή προσβολή που προκαλείται από τη θερμότητα αλλά και το ψύχος σε άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη είναι αυξημένος λόγω της κακής παροχής αίματος στην καρδιά.
Καλό να γνωρίζουμε ότι: Οι ακόλουθοι παράγοντες αυξάνουν τον κίνδυνο μειωμένης ανοχής στις ακραίες θερμοκρασίες σε άτομα με διαβήτη:
- Μεγάλη ηλικία
- Μακροχρόνιος Σακχαρώδης Διαβήτης, ιδίως αν δεν είναι καλά ρυθμισμένος
- Παχυσαρκία
- Θεραπεία με ινσουλίνη
- Συννοσηρότητες και συνοδά δευτερογενή νοσήματα
Γενικές – χρήσιμες οδηγίες για άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη
- Πίνετε αρκετά υγρά: Το να πίνετε αρκετά υγρά είναι το πιο σημαντικό πράγμα. Εξ ίσου σημαντική είναι και η κατανάλωση λαχανικών και φρούτων, μη επεξεργασμένων ολικής άλεσης υδατανθράκων και πρωτεϊνών με χαμηλά λιπαρά, για ενέργεια και κάλυψη ηλεκτρολυτικών διαταραχών. Αυτή η συμβουλή ισχύει ιδιαίτερα για άτομα μεγαλύτερης ηλικίας με διαβήτη. Συνιστάται τουλάχιστον 1,5-2,5 λίτρα την ημέρα, ιδανικά με τη μορφή νερού ή άλλων ροφημάτων χωρίς θερμίδες, όπως το τσάι χωρίς ζάχαρη. Τα ποτά με προσθήκη ζάχαρης και αλκοόλ πρέπει να αποφεύγονται. Σε περίπτωση συμπτωμάτων, όπως ζάλη ή κόπωση, ιδιαίτερα οι ηλικιωμένοι θα πρέπει να αναζητήσουν αμέσως ιατρική βοήθεια
- Αποθηκεύστε την ινσουλίνη σωστά: Όσοι χρειάζονται ινσουλίνη θα πρέπει να βεβαιωθούν ότι έχουν επαρκή ποσότητα και ότι αποθηκεύεται σωστά στους 2 έως 10 βαθμούς. Η συσκευή τύπου πένας που χρησιμοποιείται αυτή τη στιγμή δεν πρέπει να φυλάσσεται σε θερμοκρασίες κάτω από 2 ή σε θερμοκρασίες που υπερβαίνουν τους 30 βαθμούς, δηλαδή όχι στην προεξοχή του παραθύρου ή σε άμεσο ηλιακό φως. Η ινσουλίνη είναι πολύ ευαίσθητη στις υψηλές θερμοκρασίες και γίνεται ανενεργή όταν εκτίθεται σε θερμοκρασίες άνω των 30 βαθμών. Λάβετε υπόψη ότι η ινσουλίνη επίσης δεν μπορεί να καταψυχθεί καθώς θα γίνει ανενεργή
- Κρατήστε τις συσκευές μέτρησης και τις ταινίες μέτρησης μακριά από ακραίες θερμοκρασίες: Οι ακραίες θερμοκρασίες μπορούν επίσης να επηρεάσουν αρνητικά τις συσκευές και τις ταινίες μέτρησης του σακχάρου στο αίμα. Οι συσκευές μέτρησης οι ταινίες μέτρησης, οι αντλίες ινσουλίνης και άλλα βοηθήματα θεραπείας του διαβήτη θα πρέπει να φυλάσσονται σε κανονική θερμοκρασία δωματίου. Δεν πρέπει επίσης να βρίσκονται στο ψυγείο, καθώς η χαμηλή θερμοκρασία μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένες ενδείξεις
- Προσαρμόστε τις δόσεις ινσουλίνης και φαρμάκων: Σε ζεστό ή πολύ κρύο καιρό, όσοι θεραπεύονται με ινσουλίνη ή και με δισκία θα πρέπει να μιλήσουν με το γιατρό τους για να συζητήσουν τη δοσολογία των δισκίων μείωσης του σακχάρου στο αίμα και την πιθανή προσαρμογή τους. Τα άλλα φάρμακα, όπως τα φάρμακα για τη μείωση της αρτηριακής πίεσης, θα πρέπει επίσης να ελέγχονται
- Τακτικός έλεγχος των επιπέδων σακχάρου στο αίμα: Γενικά, τις ημέρες με ακραίες θερμοκρασίες, όσοι έχουν Διαβήτη τύπου 2, ιδίως αν θεραπεύονται με ινσουλίνη, θα πρέπει να ελέγχουν τα επίπεδα σακχάρου στο αίμα τους τουλάχιστον δύο με τρεις φορές την ημέρα
Εκτός από αυτές τις ιδιαίτερες οδηγίες, τις υπερβολικά ζεστές ή τις πολύ κρύες ημέρες, μπορούν και καλό είναι να ακολουθούν τις ίδιες γενικές συμβουλές, που δίνονται σε άτομα με υγιή μεταβολισμό.
Ακόμη και τον χειμώνα ή το καλοκαίρι, η επαρκής άσκηση και σωματική δραστηριότητα παραμένει απαραίτητη. Τις ιδιαίτερα ζεστές ή πολύ κρύες ημέρες, η σωματική δραστηριότητα πρέπει να γίνεται νωρίς το πρωί ή το απόγευμα σε κλειστό κλιματιζόμενο χώρο για να αποφύγετε το στρες του καρδιαγγειακού συστήματος.
«Με τη σωστή εκπαίδευση και την τακτική επικοινωνία με τη θεραπευτική τους ομάδα, τα άτομα με Σακχαρώδη Διαβήτη τύπου 2, μπορούν να αποφύγουν ή να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τις δυσμενείς επιπτώσεις στη ρύθμιση του διαβήτη, σε ακραίες καιρικές θερμοκρασίες που δυστυχώς είναι πλέον συνήθεις μαζί με την πιθανά επερχόμενη κλιματική αλλαγή» καταλήγει ο κ. Λέπουρας.