Τον κώδωνα του κινδύνου χτυπά ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (ΠΟΥ), μετά το ξέσπασμα της ηπατίτιδας Ε που έχει στοιχίσει τη ζωή σε επτά ανθρώπους. Πρόκειται για μία εξαιρετικά μεταδοτική ιογενή λοίμωξη, που μεταδίδεται κυρίως μέσω μολυσμένου νερού. Από τις 2 Ιανουαρίου έως τις 28 Απριλίου, είχαν αναφερθεί συνολικά 2.092 ύποπτα κρούσματα, πυροδοτώντας ανταπόκριση στη δημόσια υγεία.
Ενδεικτικό της έξαρσης της νόσου, που μπορεί να κιτρινίσει το δέρμα και να προκαλέσει φλεγμονή του ήπατος, είναι το γεγονός ότι περισσότερα από 2.000 ύποπτα κρούσματα έχουν αναφερθεί σε μια επαρχία του Τσαντ, στην κεντρική Αφρική. Ιδιαίτερα ανησυχητική είναι και η κατάσταση στην επαρχία Ουαντάι, η οποία έχει δει μια εισροή προσφύγων που διαφεύγουν από τον πόλεμο στο γειτονικό Σουδάν.
«Ένα χρόνο από το ξέσπασμα του πολέμου στο Σουδάν, η κατάσταση για όσους αναζητούν καταφύγιο στο Τσαντ παραμένει τραγική. Αυτό όχι μόνο θέτει σε κίνδυνο την υγεία των προσφύγων αλλά και για τις κοινότητες υποδοχής», ανέφερε ο Erneau Mondesir, ιατρικός συντονιστής των Γιατρών Χωρίς Σύνορα στην περιοχή.
Ανθρωπιστική κρίση
Την ίδια ώρα, περισσότεροι από ένα εκατομμύριο τρομοκρατημένοι πρόσφυγες έχουν περάσει τα σύνορα προς το Τσαντ από τότε που ξεκίνησε ο εμφύλιος πόλεμος στο Σουδάν πέρυσι, κυρίως γυναίκες και παιδιά.
Εντούτοις, οι προμήθειες τροφίμων έχουν μειωθεί στους προσφυγικούς καταυλισμούς, όπου οι συνθήκες εκτιμάται ότι θα επιδεινωθούν το καλοκαίρι. «Η κατάσταση σε όλους τους καταυλισμούς είναι τραγική. Χωρίς έγκαιρη δράση για τη βελτίωση των υποδομών υγιεινής και τη βελτίωση της πρόσβασης σε καθαρό νερό, κινδυνεύουμε να γίνουμε μάρτυρες αύξησης ασθενειών που μπορούν να προληφθούν και άσκοπης απώλειας ζωών», ανέφερε ο Δρ Mondesir.
Στο πλαίσιο αυτό, οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα έκαναν γνωστό πως στον καταυλισμό Adré, όπου καταγράφονται τα κρούσματα, υπάρχει μόνο ένα αποχωρητήριο για κάθε 677 άτομα.