Ανησυχητική αύξηση κρουσμάτων γονόρροιας, σύφιλης και χλαμυδίωσης σε ολόκληρη την Ευρωπαϊκή Ένωση αποκαλύπτει η πρόσφατη έκθεση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Πρόληψης και Ελέγχου Νόσων (ECDC), με την Ελλάδα να μην αποτελεί εξαίρεση.
Η αύξηση αυτή δεν είναι τυχαία. Αλλαγές στη σεξουαλική συμπεριφορά, μειωμένη χρήση προφυλακτικών και η αυξημένη αντίσταση των παθογόνων στα αντιβιοτικά δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα που απειλεί τη δημόσια υγεία. Την ίδια στιγμή, η έγκαιρη διάγνωση και η πρόληψη καθίστανται πιο κρίσιμες από ποτέ.
Γονόρροια: Το 2023 καταγράφηκαν σχεδόν 100.000 επιβεβαιωμένα περιστατικά γονόρροιας στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (EU/EEA), σημειώνοντας αύξηση 31% σε σχέση με το 2022 και μια εντυπωσιακή αύξηση που ξεπερνά το 300% συγκριτικά με το 2014. Η έξαρση της νόσου αφορά διάφορες πληθυσμιακές ομάδες, όπως άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άνδρες (MSM), ετεροφυλόφιλους άνδρες και γυναίκες. Στις γυναίκες, το μεγαλύτερο ποσοστό κρουσμάτων εντοπίστηκε στην ηλικιακή ομάδα 20-24 ετών, η οποία παρουσίασε τη μεγαλύτερη αύξηση (46%), ενώ στους άνδρες η πιο πληγείσα ηλικιακή ομάδα ήταν 25-34 ετών. Εάν δεν αντιμετωπιστεί εγκαίρως, η γονόρροια μπορεί να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές, όπως φλεγμονώδη νόσο της πυέλου και στειρότητα.
Σύφιλη: Το 2023 αναφέρθηκαν 41.051 επιβεβαιωμένα περιστατικά σύφιλης, παρουσιάζοντας αύξηση 13% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, ενώ τα κρούσματα έχουν υπερδιπλασιαστεί από το 2014. Η νόσος εμφανίζεται κυρίως σε άνδρες, με αναλογία επτά άνδρες προς μία γυναίκα, ενώ η μεγαλύτερη συχνότητα καταγράφεται στην ηλικιακή ομάδα 25-34 ετών. Το 72% των καταγεγραμμένων κρουσμάτων αφορά άνδρες που έχουν σεξουαλικές επαφές με άνδρες (MSM). Παρόλα αυτά, τα δεδομένα δείχνουν ότι τα περιστατικά αυξάνονται και μεταξύ των γυναικών. Αν δεν αντιμετωπιστεί έγκαιρα, η σύφιλη μπορεί να προκαλέσει σοβαρά προβλήματα στην καρδιά και το νευρικό σύστημα, ενώ σε περίπτωση εγκυμοσύνης ενδέχεται να οδηγήσει σε σοβαρές επιπλοκές για το έμβρυο.
Χλαμυδίωση: Η ανοδική τάση καταγράφεται και στα κρούσματα χλαμυδίωσης, που παραμένει το πιο συχνά διαγνωσμένο βακτηριακό σεξουαλικώς μεταδιδόμενο νόσημα στην Ευρώπη. Το 2023 αναφέρθηκαν περισσότερα από 230.000 επιβεβαιωμένα περιστατικά, σημειώνοντας αύξηση 13% συγκριτικά με το 2014. Η μόλυνση επηρεάζει δυσανάλογα τις νεότερες ηλικιακές ομάδες, με το υψηλότερο ποσοστό κρουσμάτων να αφορά γυναίκες ηλικίας 20-24 ετών.
Στην Ελλάδα
Σύμφωνα με την ίδια έκθεση του ECDC για το 2023, καταγράφεται ανησυχητική αύξηση των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣΜΝ) και στην Ελλάδα.
Ειδικότερα, τα περιστατικά σύφιλης αυξήθηκαν από 834 το 2022 σε 911 το 2023, ενώ τα καταγεγραμμένα κρούσματα γονόρροιας ανήλθαν σε 457 το 2023, έναντι 360 το προηγούμενο έτος. Επιπλέον, η χλαμυδίωση παρουσίασε άνοδο, με τα καταγεγραμμένα κρούσματα να φτάνουν τα 96 το 2023, σε σύγκριση με 59 το 2022.
Σύμφωνα με την τελευταία ετήσια επιδημιολογική έκθεση του Τμήματος ΣΜΝ του ΕΟΔΥ, την περίοδο 2020-2022, σημειώθηκε αύξηση 113,36% στα περιστατικά πρώιμης σύφιλης και 120,73% στα κρούσματα γονόρροιας. Συγκεκριμένα, το 2022 καταγράφηκαν 8,26 νέες διαγνώσεις σύφιλης ανά 100.000 πληθυσμού, καθώς και 3,45 νέες διαγνώσεις γονόρροιας ανά 100.000 πληθυσμού.
Σε ό,τι αφορά στη σύφιλη, το 93,04% των διαγνωσμένων περιστατικών αφορούσε άνδρες, κυρίως ηλικίας 25-64 ετών, ενώ σε ποσοστό 72,16% η μετάδοση έγινε μέσω σεξουαλικών επαφών μεταξύ ανδρών. Αντίστοιχα, στη γονόρροια, το 95,86% των κρουσμάτων αφορούσε άνδρες, με κυρίαρχη ηλικιακή ομάδα τα 25-44 έτη. Ο τρόπος μετάδοσης φαίνεται να κατανεμήθηκε σχεδόν εξίσου μεταξύ σεξουαλικών επαφών ανδρών με άλλους άνδρες (47,24%) και ετεροφυλοφιλικών επαφών με γυναίκες (46,41%).
ECDC: Αυξανόμενη ανησυχία για την αντοχή της γονόρροιας στα αντιβιοτικά
Πέρα από την αύξηση των σεξουαλικώς μεταδιδόμενων νοσημάτων (ΣΜΝ), σοβαρό προβληματισμό προκαλεί η αυξανόμενη ανθεκτικότητα της γονόρροιας στα αντιβιοτικά. Η εμφάνιση στελεχών που δεν ανταποκρίνονται στις υπάρχουσες θεραπείες απειλεί την αποτελεσματικότητα των διαθέσιμων φαρμάκων, καθιστώντας αναγκαία τόσο την πρόληψη όσο και τη συνετή χρήση αντιβιοτικών.
Το ECDC παρακολουθεί στενά τη μικροβιακή αντοχή του βακτηρίου Neisseria gonorrhoeae και συνεργάζεται με τις χώρες για την ενίσχυση της επιτήρησης και την εφαρμογή στρατηγικών αντιμετώπισης της ανθεκτικότητας.
Παράγοντες που συμβάλλουν στην αύξηση των ΣΜΝ
Σύμφωνα με το ECDC, η αύξηση των κρουσμάτων μπορεί να οφείλεται σε:
- Περισσότερους διαγνωστικούς ελέγχους: Η εντατικοποίηση των ελέγχων σε συγκεκριμένους πληθυσμούς πιθανώς έχει οδηγήσει σε περισσότερες καταγεγραμμένες διαγνώσεις.
- Αλλαγές στη σεξουαλική συμπεριφορά: Η μειωμένη χρήση προφυλακτικών και η αύξηση του αριθμού των σεξουαλικών συντρόφων φαίνεται να συμβάλλουν στην εξάπλωση των ΣΜΝ.
Πρόληψη και έγκαιρη διάγνωση
Το ECDC τονίζει τη σημασία προληπτικών μέτρων, όπως:
- Χρήση προφυλακτικών σε κολπική, πρωκτική και στοματική επαφή.
- Ανοιχτή επικοινωνία με τους σεξουαλικούς συντρόφους για θέματα σεξουαλικής υγείας.
- Τακτικοί έλεγχοι για ΣΜΝ: Όσοι εμφανίζουν συμπτώματα, όπως πόνο κατά την ούρηση, έκκριση από τα γεννητικά όργανα, πληγές ή εξανθήματα, θα πρέπει να εξετάζονται άμεσα. Δεδομένου ότι πολλά ΣΜΝ είναι ασυμπτωματικά, συνιστάται προληπτικός έλεγχος, ειδικά για όσους έχουν νέους ή πολλαπλούς σεξουαλικούς συντρόφους.
Η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία είναι ζωτικής σημασίας για την αποτροπή περαιτέρω μετάδοσης και σοβαρών επιπλοκών, σύμφωνα με την έκθεση του ECDC.