Η Υπνική Άπνοια συγκαταλέγεται στις πλέον συχνά εμφανιζόμενες Διαταραχές Ύπνου. Πρόκειται για μια διαταραχή που χαρακτηρίζεται από επανειλημμένες παύσεις της αναπνοής κατά τη διάρκεια του ύπνου και επηρεάζει εκατομμύρια ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.
- Γράφει η Κέλλυ Χολέβα (MSc), Κλινική Ψυχολόγος-Ψυχοθεραπεύτρια
Σύμφωνα με επιστημονικά δεδομένα που παρουσίασαν η πνευμονολόγος και διευθύντρια της Μονάδας Μελέτης Ύπνου του Σισμανόγλειου Νοσοκομείου, κ. Αμφιλοχίου Αναστασία και ο καθηγητής Ψυχιατρικής κ. Σολδάτος Κωνσταντίνος, στη χώρα μας η Υπνική Άπνοια πλήττει περίπου 1:2 άνδρες και 1:5 γυναίκες.
Μπορεί να εκδηλωθεί με δυνατό ροχαλητό, λαχάνιασμα, αίσθημα πνιγμού, αλλά και υπνηλία κατά τη διάρκεια της ημέρας. Δεν επηρεάζει μόνο τον ύπνο του ατόμου, αλλά συνάμα αποτελεί σοβαρό κίνδυνο τόσο για τη σωματική, όσο και την ψυχική του υγεία.
Ας φανταστούμε ένα άτομο, του οποίου η αναπνοή του σταματά, έστω και για μερικά δευτερόλεπτα, επανειλημμένως μέσα στη νύχτα. Μπορεί να ξεκουραστεί πραγματικά;
Η απάντηση είναι πως όχι. Κάθε φορά που η αναπνοή σταματά, ακόμα και για λίγα δευτερόλεπτα, ο εγκέφαλος «ξυπνάει», ώστε να επανεκκινήσει την λειτουργια της αναπνοής. Αυτό μπορεί να συμβεί δεκάδες ή και εκατοντάδες φορές μέσα στη νύχτα. Ως εκ τούτου, ο ύπνος διακόπτεται ξανά και ξανά.
Ο βαθύς ύπνος, γνωστός και ως «ύπνος βραδέων κυμάτων», είναι μια κρίσιμη φάση κατά την οποία ο εγκέφαλος επιβραδύνει τη λειτουργία του και απομακρύνει τοξίνες και πρωτεΐνες που έχουν συσσωρευτεί μέσα στη μέρα. Παράλληλα, το σώμα ξεκινά τη διαδικασία της αποκατάστασης και της ανανέωσης. Πρόκειται για το πιο σημαντικό στάδιο του ύπνου για τη συνολική ποιότητά του—και καταλαμβάνει περίπου μόνο το 1/4 της νύχτας ή και λιγότερο. Γίνεται εύκολα αντιληπτό ότι ένα άτομο που εμφανίζει επαναλαμβανόμενες διακοπές στον ύπνο του κατά τη διάρκεια της νύχτας, είναι σχεδόν αδύνατο να φτάσει σε αυτό το βαθύ στάδιο ύπνου.
Οι πιο βαθιές λοιπόν και ξεκούραστες φάσεις του ύπνου—όπως ο βαθύς ύπνος και τα στάδια REM— διαταράσσονται σημαντικά, στερώντας από τον εγκέφαλο την ευκαιρία να ξεκουραστεί πραγματικά.
Επιπτώσεις της Υπνικής Άπνοιας στην Υγεία
Η υπνική άπνοια δεν περιορίζεται μόνο σε προβλήματα ύπνου. Οι επιπτώσεις της επεκτείνονται σε πολλαπλές διαστάσεις της υγείας—σωματικής και ψυχικής—και επηρεάζουν τη λειτουργικότητα του ατόμου, τη ψυχική του διάθεση, τη μνήμη, τη συγκέντρωση, τη συναισθηματική ισορροπία και την ποιότητα ζωής του εν γένει.
Αναλυτικότερα, η Υπνική Άπνοια συχνά συνυπάρχει και με άλλα προβλήματα υγείας, όπως η υπέρταση, η παχυσαρκία, ο διαβήτης, καθώς και με άλλες καρδιαγγειακές παθήσεις. Σύμφωνα με μελέτη που παρουσιάστηκε στο Διεθνές Συνέδριο της Ευρωπαϊκής Πνευμονολογικής Εταιρείας (ERS) στη Βαρκελώνη, η Αποφρακτική Άπνοια Ύπνου (OSA) συνδέεται με αυξημένο κίνδυνο καρκίνου, μείωση της γνωστικής επεξεργασίας και αυξημένο κίνδυνο θρόμβων αίματος.
Αλλά και σε ψυχικό και γνωστικό επίπεδο, η έλλειψη ποιοτικού και αναζωογονητικού ύπνου ενδέχεται να οδηγήσει σε ευερεθιστότητα, αίσθημα συνεχούς κόπωσης, αλλά και υπερβολική υπνηλία. Η τελευταία, με τη σειρά της, μπορεί να δημιουργήσει ένα αίσθημα «πνευματικής ομίχλης», μειώνοντας την παραγωγικότητα και δυσχεραίνοντας τη μνήμη και τη λήψη αποφάσεων.
Υπάρχει, επίσης, στενή συσχέτιση μεταξύ της Υπνικής Άπνοιας και Διαταραχών Διάθεσης, όπως της Κατάθλιψης και των Διαταραχών Άγχους. Οι συνεχείς και χρόνιες διακοπές της λειτουργίας του ύπνου επηρεάζουν την ικανότητα ρύθμισης από πλευράς εγκεφάλου του εγκεφάλου καθοριστικών για τη συναισθηματική σταθερότητα νευροδιαβιβαστών, όπως της ντοπαμίνης και της η σεροτονίνης. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός φαύλου κύκλου με την άπνοια να επιδεινώνει την ψυχική υγεία, η οποία, με τη σειρά της, επιβαρύνει περαιτέρω τον ύπνο. Έτσι, πολλοί άνθρωποι παγιδεύονται σε αυτό τον κύκλο αισθανόμενοι ανήμποροι να ανακτήσουν τον έλεγχο της ψυχικής τους ισορροπίας και ευεξίας.
Η μειωμένη παροχή οξυγόνου στον εγκέφαλο κατά τη διάρκεια των επεισοδίων άπνοιας μπορεί να οδηγήσει σε δυσκολία στη συγκέντρωση, στην ανάκληση πληροφοριών, στην οργάνωση της σκέψης, τις εκτελεστικές λειτουργίες, αλλά και συμπτώματα, σε σοβαρές περιπτώσεις άπνοιας που μοιάζουν με αυτά της γνωστικής έκπτωσης και αυξάνουν τον κίνδυνο εμφάνισης νευροεκφυλιστικών νόσων, όπως της άνοιας.
Πέραν όμως των σωματικών και ψυχικών επιπτώσεων, η Υπνική Άπνοια μπορεί να επηρεάσει και τις διαπροσωπικές και κοινωνικές σχέσεις, με το έντονο ροχαλητό και τις διακοπές στον ύπνο να οδηγούν συχνά σε εντάσεις με τον/την σύντροφο ή συγκάτοικο, να εντείνουν το αίσθημα ντροπής ή απογοήτευσης του πάσχοντα και να οδηγήσουν ενδεχομένως σε αισθήματα μοναξιάς ή απομόνωσης του ατόμου.
Διάγνωση και Θεραπεία
Η Υπνική Άπνοια μπορεί να διαγνωστεί μέσω της μελέτης ύπνου ή πολυυπνογραφίας. Το πολυυπνογράφημα καταγράφει τα επεισόδια άπνοιας, τον δείκτη άπνοιας-υπόπνοιας, τις σφύξεις ανά λεπτό, την οξυμετρία, τη ρινική και στοματική ροή αέρα κ.ά.
Η θεραπεία ποικίλλει ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης και περιλαμβάνει αλλαγές στον τρόπο ζωής, όπως απώλεια βάρους, αν απαιτείται, αποφυγή αλκοόλ, καπνίσματος και ηρεμιστικών ουσιών, ύπνο σε πλάγια θέση, χρήση της συσκευής CPAP (Συνεχής Θετική Πίεση Αεραγωγών), ώστε να μένουν ανοιχτοί οιαεραγωγοί κατά τη διάρκεια του ύπνου και να βελτιώνεται άμεσα η ποιότητα αναπνοής και ύπνου, χειρουργική διόρθωση ανατομικών προβλημάτων, όπως υπερτροφία αμυγδαλών, ρινική απόφραξη και ψυχοθεραπεία για την αντιμετώπιση των ψυχικών συννοσηροτήτων.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι η έγκαιρη διάγνωση και θεραπεία μπορεί να βελτιώσει αισθητά τη λειτουργικότητα ενός ατόμου με Υπνική Άπνοια, να βελτιώσει την ποιότητα ζωής του και να προλάβει σοβαρές σωματικές και ψυχικές επιπλοκές.